Με αφορμή πρόσφατη συνέντευξη της Γ.Γ. ενέργειας και ορυκτών πρώτων υλών του ΥΠΕΝ κ. Αλεξάνδρας Σδούκου στον Οικονομικό Ταχυδρόμο, στις 21.04.2021, το πανελλαδικό Δίκτυο συλλογικοτήτων για την ενέργεια δημοσιοποιεί ανακοίνωσή του, με την οποία όπως υποστηρίζει αποδομεί τους ισχυρισμούς της, σύμφωνα με τους οποίους «το “βάθος” του pool των υπό ωρίμανση έργων (ΑΠΕ) αποτελεί τη “μαγιά”, ώστε να επιλεγούν και να υλοποιηθούν τα καλύτερα από αυτά.
Εκείνα τα έργα δηλαδή που συνδυάζουν τα βέλτιστα τεχνικά, περιβαλλοντικά, χωροταξικά αλλά και οικονομικά στοιχεία».
Το πανελλαδικό Δίκτυο εκτιμά ότι η κυβέρνηση επισπεύδει την υλοποίηση έργων ΑΠΕ -μέσω και της προς τα πάνω αναθεώρησης των σχετικών στόχων του Εθνικού Σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ)-, προσπαθώντας να καθησυχάσει ότι, δήθεν, γίνονται με περιβαλλοντικά και χωροταξικά κριτήρια, τεκμηριώνοντας ότι πουθενά η ισχύουσα νομοθεσία δεν προβλέπει διαδικασία συγκριτικής αξιολόγησης, έτσι ώστε να σταθεί δυνατόν να αξιολογηθούν και να επιλεγούν έργα που να συνδυάζουν τα παραπάνω στοιχεία που επικαλείται η κ. Σδούκου.
Με την απομάκρυνση των συλλογικών οργάνων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από την διαδικασία, το χωροταξικό θέμα των ΑΠΕ έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις και απασχολεί πολλές τοπικές κοινωνίες. Το myota δεν υιοθετεί τις απόψεις του Δικτύου αλλά θεωρεί απαραίτητη την προβολή τους στο πλαίσιο ενός γενικού προβληματισμού.
Δείτε την ανακοίνωση του Δικτύου
Η κυβέρνηση επισπεύδει την υλοποίηση έργων ΑΠΕ, προσπαθώντας
να καθησυχάσει ότι, δήθεν, γίνονται με περιβαλλοντικά και χωροταξικά κριτήρια.
«Προφανώς δεν θα μετουσιωθούν σε έργα το σύνολο των αδειών που έχουν υποβληθεί για αυτά τα 100 GW για τα οποία μιλάμε. Όμως, το «βάθος» του pool των υπό ωρίμανση έργων αποτελεί τη «μαγιά», ώστε να επιλεγούν και να υλοποιηθούν τα καλύτερα από αυτά. Εκείνα τα έργα δηλαδή που συνδυάζουν τα βέλτιστα τεχνικά, περιβαλλοντικά, χωροταξικά αλλά και οικονομικά στοιχεία». Αυτά δήλωσε η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών Αλεξάνδρας Σδούκου στον Οικονομικό Ταχυδρόμο στις 21.04.2021 Κι εμείς ρωτάμε:
Ποια νομοθεσία προβλέπει διαδικασία συγκριτικής αξιολόγησης, έτσι ώστε να σταθεί δυνατόν να αξιολογηθούν και να επιλεγούν έργα που να συνδυάζουν τα παραπάνω στοιχεία; Απ’ όσο γνωρίζουμε καμία! Θα γελάνε ή θα κλαίνε διαβάζοντας τέτοιες δηλώσεις οι υπάλληλοι των υπηρεσιών που αδειοδοτούν ενεργειακά έργα, γνωρίζοντας από πρώτο χέρι ότι τα έργα αδειοδοτούνται ένα – ένα με τη σειρά που υποβάλλονται οι σχετικές αιτήσεις.
Για του λόγου το αληθές, παραθέτουμε το τι ισχύει με τη βασική αδειοδοτική διαδικασία:
Για την έκδοση αδειών παραγωγής – βεβαιώσεων παραγωγού, ακολουθούνται τα παρακάτω βήματα:
α) Οι ενδιαφερόμενοι δεσμεύουν μια έκταση «κατάλληλη», σύμφωνα με τα δικά τους κριτήρια, που για τα αιολικά είναι το αιολικό δυναμικό και για τα φωτοβολταϊκά ο προσανατολισμός και η μεγάλη και όσο το δυνατόν ενιαία έκταση, χωρίς να ρωτήσουν κανένα και υποβάλλουν το ενδιαφέρον τους στους «αδειοδοτικούς κύκλους» της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας.
β) Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας παρέχει «βεβαίωση παραγωγού» χωρίς να ζητήσει τεκμηρίωση ούτε για ιδιοκτησιακά δικαιώματα, ούτε για τη συμβατότητα με τα χωροταξικά κριτήρια που προβλέπονται από το Ειδικό Χωροταξικό των ΑΠΕ.
γ) Οι «τυχεροί» που κατάφεραν να βρουν και να επιλέξουν γη σε περιοχή που μπορούν να πάρουν προσφορά σύνδεσης από το Διαχειριστή του Δικτύου, μετέχουν στη συνέχεια σε διαγωνισμούς με ανταγωνιστικές διαδικασίες, όπου κατοχυρώνουν προτεραιότητα αλλά και «λειτουργική ενίσχυση διαφορικής προσαύξησης», δηλαδή επιδότηση πέραν της τιμής που προσφέρουν στο διαγωνισμό.
Μέχρι εδώ δε βλέπουμε καμία εφαρμογή βέλτιστων κριτηρίων, γιατί δεν υπάρχουν τέτοια.
Για την περιβαλλοντική αδειοδότηση όλων των έργων δεν υπάρχουν κριτήρια εξέτασης της σκοπιμότητας κατασκευής τους. Η σκοπιμότητα θεωρείται αυτονόητη, αρκεί να εντάσσεται σε κάποια από τις πολιτικές «αναπτυξιακές» προτεραιότητες. Αυτό που εξετάζεται είναι μόνο η συμβατότητά τους με τα χωροταξικά σχέδια και -στην καλύτερη περίπτωση- εγκρίνονται όροι που μειώνουν την περιβαλλοντική ζημιά. Η εφαρμογή των περιβαλλοντικών όρων σπανίως ελέγχεται και όταν αυτό συμβαίνει είναι μετά από έντονες και επίμονες καταγγελίες.
Κατά την περιβαλλοντική αδειοδότηση όλων των έργων πρέπει να συνεκτιμώνται διάφορα κριτήρια: νομοθετικά, χωροταξικά, περιβαλλοντικά. Αυτό γίνεται σε κάποιο βαθμό, αν και περιορισμένα, για να μη θιγεί η σκοπιμότητα των έργων. Ωστόσο οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για έργα ΑΠΕ δεν κάνουν καν τον κόπο να αποδείξουν ότι υπολογίζουν οποιοδήποτε άλλο κριτήριο πέρα από αυτά του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ! Είναι σα να υπάρχει στην ελληνική νομοθεσία μόνο ένας νόμος -κι ας είναι στην πραγματικότητα μόνο υπουργική απόφαση- ή σαν ένα νομοθέτημα να υπερισχύει όλων των άλλων!
Για τα χωροταξικά κριτήρια
Το Ειδικό Χωροταξικό των ΑΠΕ έχει ελάχιστες ζώνες αποκλεισμού. Πρόκειται μόνο για περιοχές προστασίας της φύσης, εθνικούς δρυμούς, υγροτοπικές περιοχές της συνθήκης Ramsar, περιοχές απόλυτης προστασίας του Δικτύου Natura -δηλαδή περιοχές που προστατεύονται με Διατάγματα- αρχαιολογικές ζώνες Α προστασίας –δηλαδή ελάχιστες σε σχέση με τις κηρύξεις που υπάρχουν- ακτές κολύμβησης που ελέγχονται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος –δηλαδή όχι όλες οι ακτές. Ορίζει επίσης αποστάσεις από διαμορφωμένες –μόνο- οικιστικές και τουριστικές περιοχές και κάποια έργα υποδομής.
Σήμερα το Πλαίσιο βρίσκεται σε αναθεώρηση και γίνονται σημαντικές παρεμβάσεις τόσο από όσους επιδιώκουν την αύξηση των ζωνών αποκλεισμού με προστασία συγκεκριμένων κατηγοριών ή συγκεκριμένων γεωγραφικών περιοχών (συλλογικότητες, ΜΚΟ, πανεπιστήμια, αυτοδιοίκηση, ακόμα και τα εγκεκριμένα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια), όσο και από τους φορείς συμφερόντων των ΑΠΕ που επιδιώκουν τη διατήρηση του χωροκατακτητικού χαρακτήρα του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ.
Η κυβέρνηση σκόπιμα παραπλανά και καθησυχάζει
Είναι προφανές ότι η Γενική Γραμματέας Ενέργειας τα γνωρίζει όλα αυτά και ότι σκόπιμα προσπαθεί να παραπλανήσει και να καθησυχάσει την κοινή γνώμη. Στην πραγματικότητα, αυτό που κάνει η κυβέρνηση είναι να επισπεύδει τη δημιουργία τετελεσμένων στην -ακριβώς- αντίθετη, κατεύθυνση από αυτήν που λέει η κ. Σδούκου. Αυτό το κάνει με πολλούς τρόπους:
• Αναβάλλοντας τη δημόσια συζήτηση για την αναθεώρηση του Ειδικού Χωροταξικού για τις ΑΠΕ, αλλά και για το Ειδικό Χωροταξικό για τον Τουρισμό -που κι αυτό βρίσκεται σε αναθεώρηση, μετά από την ακύρωσή του από το ΣτΕ-, συζήτηση που θα έφερνε στην επιφάνεια συγκρούσεις χρήσεων γης μεταξύ των δύο Ειδικών Πλαισίων.
• Καθυστερώντας τις ήδη -για πολλά χρόνια- καθυστερημένες Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες που θα προσδιορίσουν τις περιοχές απόλυτης προστασίας του Δικτύου Natura και θα ολοκληρωθούν με την έκδοση Προεδρικών Διαταγμάτων προστασίας, αφήνοντας έτσι τον προσδιορισμό των προστατευτέων περιοχών στο έλεος των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που συντάσσονται από τους ίδιους τους επενδυτές.
• Μπλοκάροντας διαδικασίες κήρυξης προστατευόμενων περιοχών πέραν αυτών του Δικτύου Natura, που προβλέπονται από το νόμο για τη βιοποικιλότητα (όπως, γεωπάρκα, περιοχές προστασίας τοπίου κ.λπ.) ή που δεν προβλέπονται (όπως, περιοχές χωρίς δρόμους κ.λπ.).
• Παρεμβαίνοντας πολιτικά, έτσι ώστε να χαλαρώσει η προστασία των αρχαιολογικών χώρων.
• Καθυστερώντας τις νομοθετικές ρυθμίσεις που εξαγγέλλονται εδώ και κάποιους μήνες για «κόφτες» στις άδειες παραγωγής, με την επαναφορά στη νομοθεσία ρυθμίσεων που υπήρχαν και καταργήθηκαν χάριν «απλοποίησης» των διαδικασιών αδειοδότησης, όπως τεκμηρίωση για το ιδιοκτησιακό καθεστώς των εκτάσεων, για την οικονομική επάρκεια των εταιρειών και τη συμβατότητα των έργων -έστω και μόνο- με το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ.
• Επιδιώκοντας τη συναίνεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για να επεκταθούν χρονικά οι διαγωνιστικές διαδικασίες για ΑΠΕ για άλλα τέσσερα χρόνια, όπως στην ίδια συνέντευξη αναφέρει η κ. Σδούκου. Οι διαγωνσιμοί αυτοί επισπεύδουν την υλοποίηση των έργων και παράλληλα εξασφαλίζουν στα έργα επιδοτήσεις με τη μορφή της «λειτουργικής ενίσχυσης διαφορικής προσαύξησης».
Όλα αυτά γίνονται με πρόσχημα την εσπευσμένη απολιγνιτοποίηση και τους στόχους του «αυξημένης φιλοδοξίας» Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα», που θα οδηγήσουν σε αύξηση των έργων ΑΠΕ, μετά από τους νέους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μείωση κατά «τουλάχιστον 55%» των εκπομπών CO2 ως το 2030 .
Τα έργα αυτά θα υλοποιηθούν με το υπάρχον καθεστώς περιβαλλοντικών και χωροταξικών κριτηρίων, δηλαδή χωρίς να προστατεύεται ούτε η φύση ούτε οι άλλες μη ενεργειακές, δραστηριότητες.
Και αυτά συμβαίνουν χωρίς η κυβέρνηση να αισθάνεται υποχρεωμένη να κάνει ένα απολογισμό, ούτε για το αν υπάρχει μείωση των ρύπων που να οφείλεται στα πάνω από 7.000 MW σήμερα εγκατεστημένα έργα ΑΠΕ, ούτε της περιβαλλοντικής καταστροφής που συνεπάγεται η ενεργειακή της πολιτική, τη στιγμή που ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ), προβλέπει αύξηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 5% το 2021 -μεγαλύτερη εδώ και πάνω από μία δεκαετία- και ανοδική τροχιά στη χρήση του άνθρακα, όχι μόνο στην Ασία και τις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη .