Πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι το φως μιας έκρηξη ακτίνων γ που εντοπίστηκε στις 9 Οκτωβρίου του 2022 ήταν 70 φορές πιο λαμπρό από οποιαδήποτε ανάλογη έκρηξη έχουν παρατηρήσει ποτέ οι επιστήμονες και σύμφωνα με τους ερευνητές πρόκειται για την λαμπρότερη έκρηξη ακτίνων γ που έχει εμφανισθεί στον ουρανό της Γης στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού.
Η έκρηξη με την κωδική ονομασία GRB-221009A έλαβε από την επιστημονική κοινότητα την ονομασία BOAT από τα αρχικά της φράσης «brightest of all time» δηλαδή «η λαμπρότερη όλων των εποχών». «Είναι μια απολύτως τερατώδης έκρηξη. Είναι εξαιρετικά ασυνήθιστο, δεν έχουμε δει ποτέ τίποτα κοντά σε αυτό. Το BOAT είναι ένα γεγονός που συμβαίνει μια φορά στα 10.000 χρόνια. Υπάρχει εύλογη πιθανότητα αυτή να είναι η φωτεινότερη έκρηξη ακτίνων γ που έπληξε τη Γη από τότε που ξεκίνησε ο ανθρώπινος πολιτισμός» ανέφερε ο Έρικ Μπερνς καθηγητής φυσικής και αστρονομίας στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Λουιζιάνα κατά τη διάρκεια συνεδρίου του Τμήματος Αστροφυσικής Υψηλής Ενέργειας της Αμερικανικής Αστρονομικής Εταιρείας.
Με δημοσίευση της στην επιθεώρηση «Science Advances» ερευνητική ομάδα με επικεφαλής επιστήμονες του Πανεπιστήμιου Τζορτζ Ουάσινγκτον δίνει νέες πληροφορίες για αυτό το εντυπωσιακό και σπάνιο κοσμικό φαινόμενο. Όπως αναφέρουν οι ερευνητές ο πίδακας της έκρηξης είχε μοναδική δομή και έσερνε μαζί του μια ασυνήθιστα μεγάλη ποσότητα αστρικής ύλης. Αυτή η ανακάλυψη μπορεί να εξηγήσει τις ακραίες ιδιότητες της έκρηξης η οποία σύμφωνα με τους ερευνητές συνέβη όταν ένα τεράστιο άστρο που βρισκόταν σε απόσταση περίπου 2,4 δισεκατομμύρια ετών φωτός από τη Γη προς την κατεύθυνση του αστερισμού του Τοξότη υπέστη ολική βαρυτική κατάρρευση με αποτέλεσμα να γεννηθεί μια μαύρη τρύπα. Η θεωρία αυτή εξηγεί επίσης γιατί η λάμψη της έκρηξης είχε εξαιρετικά μεγάλη διάρκεια.
«Το GRB 221009A αντιπροσωπεύει ένα τεράστιο βήμα προς τα εμπρός στην κατανόησή μας για τις εκρήξεις ακτίνων γάμμα και αποδεικνύει ότι οι πιο ακραίες εκρήξεις δεν υπακούουν στην τυπική Φυσική για τις εκρήξεις ακτίνων γάμμα» αναφέρει η Μπρένταν Ο’ Κόνορ, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.