Ο Τόμας Μάθιου Κρουκς που προσπάθησε να δολοφονήσει τον Ντόναλντ Τραμπ στις αρχές Ιουλίου, είχε ψάξει στο διαδίκτυο λεπτομέρειες για την δολοφονία του Αμερικανού προέδρου Τζον Φ. Κένεντι, όπως γνωστοποίησε σήμερα ο διευθυντής του FBI Κρις Ρέι ενώπιων κοινοβουλευτικής επιτροπής που εξετάζει τις παραλείψεις των δυνάμεων επιβολής του νόμου στην απόπειρα δολοφονίας κατά του πρώην προέδρου και σήμερα υποψηφίου προέδρου των Ρεπουμπλικάνων.
«Η ανάλυση που έγινε σε έναν φορητό υπολογιστή, ο οποίος σύμφωνα με την έρευνα ανήκει στον δράστη, αποκαλύπτει ότι στις 6 Ιουλίου, ο Κρουκς έκανε αναζήτηση στο Google ρωτώντας “πόση απόσταση είχε ο Όσβαλντ από τον Κένεντι”, δήλωσε ο Ρέι σε κατάθεση ενώπιον της Επιτροπής Δικαιοσύνης της Βουλής.
«Την ίδια εκείνη μέρα φαίνεται ότι εγγράφηκε στην προεκλογική συγκέντρωση στο Μπάτλερ», τόνισε ο διευθυντής του FBI, προσθέτοντας ότι ο ύποπτος Τόμας Κρουκς είχε «εστιάσει ιδιαίτερα στον πρόεδρο Τραμπ και τη συγκέντρωσή του» εκείνες τις μέρες.
Ο πρόεδρος Κένεντι δολοφονήθηκε στο Ντάλας του Τέξας, στις 22 Νοεμβρίου 1963, από τον Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ.
Ο Ρέι τόνισε ότι ο Κρουκς, που εργαζόταν ως βοηθός σε ένα γηροκομείο, πυροβόλησε τουλάχιστον οκτώ φορές από τη θέση του στην ταράτσα εντός κοντινού κτιρίου κοντά στη συγκέντρωση της 13ης Ιουλίου, τραυματίζοντας τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο για την προεδρία στο αυτί, σκοτώνοντας έναν παρευρισκόμενο στη συγκέντρωση και τραυματίζοντας άλλους δύο.
Ο Κρουκς χρησιμοποίησε ένα τυφέκιο τύπου AR-15 με πτυσσόμενο κοντάκι, «που θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί μπορεί να ήταν λιγότερο εύκολο για τους ανθρώπους να το δουν», τόνισε ο Ρέι.
Το κίνητρο του δράστη παραμένει αδιευκρίνιστο. Ο διευθυντής του FBI είπε ότι πολλοί άνθρωποι έχουν περιγράψει τον Κρουκς ως έναν μοναχικό άνθρωπο και η λίστα των επαφών του στο τηλέφωνό του ήταν μικρή.
Ο Ρέι δήλωσε στα μέλη της Επιτροπής ότι ο 20χρονος πέταξε ένα drone περίπου 180 μέτρα από τη σκηνή όπου ο Τραμπ μιλούσε στο πλήθος και μετέδωσε ζωντανά πλάνα για περίπου 11 λεπτά, περίπου δύο ώρες πριν από την εκδήλωση.
Προχειροφτιαγμένοι εκρηκτικοί μηχανισμοί που βρέθηκαν στο αυτοκίνητο και το σπίτι του Κρουκς είχαν σχεδιαστεί για να πυροδοτούνται εξ αποστάσεως. Ο νεαρός είχε μαζί του έναν πομπό τη στιγμή που πυροβόλησε, πρόσθεσε ο Ρέι. Ωστόσο, είπε ότι το FBI πιστεύει ότι ο ύποπτος δεν θα κατόρθωνε αν προσπαθούσε να πυροδοτήσει τις συσκευές.
Η ακροαματική διαδικασία της Επιτροπής επικεντρώθηκε επίσης στην ολοένα και πιο τεταμένη πολιτική ατμόσφαιρα γύρω από την προεδρική εκστρατεία.
«Λέω εδώ και αρκετό καιρό ότι ζούμε σε ένα κλίμα κλιμακούμενης απειλής. Και τραγικά, η… απόπειρα δολοφονίας είναι ένα άλλο παράδειγμα….αποτρόπαιο», κατέθεσε ο Ρέι.
Η διευθύντρια της Μυστικής Υπηρεσίας (Secret Service), Κίμπερλι Τσίτλε, μετά από πιέσεις παραιτήθηκε χθες, λόγω των παραλείψεων της Υπηρεσίας στην απόπειρα δολοφονίας κατά του Τραμπ.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιοσύνης Τζιμ Τζόρνταν δήλωσε ότι περίμενε από τον Ρέι να απαντήσει σε ερωτήσεις σχετικά με το τι συνέβη πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το περιστατικό, αλλά εξέφρασε αμφιβολίες για τις απαντήσεις του διευθυντή του FBI ακόμη και πριν ξεκινήσει η ακρόαση.
«Είμαι βέβαιος ότι καταλαβαίνετε πως ένα μεγάλο μέρος της χώρας έχει έναν υγιή σκεπτικισμό σχετικά με την ικανότητα του FBI να διεξάγει μια δίκαιη, ειλικρινή, ανοιχτή και διαφανή έρευνα», τόνισε ο Τζόρνταν.
Ο βουλευτής Τζέρολντ Νάντλερ, ανώτερο στέλεχος των Δημοκρατικών στην Επιτροπή, καταδίκασε «αδιαμφισβήτητα και απερίφραστα» τον πυροβολισμό κατά του Τραμπ, αλλά επεσήμανε τις πολυετείς πολιτικές απειλές, τη βία και τη βίαιη ρητορική από τους Ρεπουμπλικάνους, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου τον Τραμπ.
«Αν πιστεύετε ότι η σφαίρα αυτού του δολοφόνου προέκυψε από το πουθενά και δεν ήταν μέρος ενός κύματος βίας που απειλεί αυτό το έθνος εδώ και χρόνια, τότε έχετε χάσει το νόημα», είπε ο Δημοκρατικός βουλευτής της Νέας Υόρκης.
Ο Ρέι βρίσκεται για καιρό στο στόχαστρο σκληροπυρηνικών Ρεπουμπλικάνων, ορισμένοι είναι εξοργισμένοι για τη σύλληψη υποστηρικτών του Τραμπ που εισέβαλαν στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στις 6 Ιανουαρίου 2021 την ώρα που το Κογκρέσο επικύρωνε τη νίκη του προέδρου Τζο Μπάιντεν στις εκλογές του 2020.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Reuters