Ο Φεβρουάριος είναι ο μήνας κατά του καρκίνου και τα όσα ακολουθούν έχουν στόχο να μας βοηθήσουν να τον γνωρίσουμε. Απευθυνθήκαμε λοιπόν στον δρα Κούλη Γιαννουκάκο, διευθυντή Ερευνών στο Εργαστήριο Μοριακής Διαγνωστικής, IΠΡΕΤΕΑ, ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, για να πάρουμε απαντήσεις σχετικά με το πώς προκύπτει ο καρκίνος, από τι εξαρτάται και τι πρέπει να ξέρουμε ώστε να τον προλάβουμε ή να τον αντιμετωπίσουμε πιο αποτελεσματικά αν ποτέ χρειαστεί.
Ο καρκίνος στις μέρες μας τείνει πλέον – χάρη στις νέες θεραπείες, τεχνολογίες, διαγνωστικές μεθόδους, χειρουργικές παρεμβάσεις κ.λπ. –, όταν δεν μπορεί να θεραπευτεί ικανοποιητικά στα πρώτα στάδια, να θεωρείται μία χρόνια νόσος, και οι άνθρωποι που υποφέρουν από αυτόν να ζουν μια καλή ζωή. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια περίπλοκη ασθένεια την οποία οι επιστήμονες δεν θα σταματήσουν ποτέ να ερευνούν, ανακαλύπτοντας συνεχώς νέα στοιχεία ώστε να μπορέσουν να την αντιμετωπίσουν καλύτερα. Αυτό για το οποίο είναι βέβαιοι πάντως στην περίπτωση του καρκίνου είναι ότι η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη και ότι η γνώση είναι δύναμη.
Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν αυξηθεί οι καρκίνοι στις μέρες μας, αν και επικρατεί η λανθασμένη αυτή αντίληψη ότι ο καρκίνος έχει αυξηθεί και ότι θα συνεχίσει με ανοδική πορεία και στο εγγύς μέλλον. Ομως αυτό δεν ισχύει. Γιατί έχουμε αυτή την εντύπωση; Για διάφορους λόγους. Κατ’ αρχάς, αυξάνονται τα απόλυτα νούμερα περιπτώσεων καρκίνου καθώς μεγαλώνει συνεχώς σε αριθμό ο πληθυσμός της γης
Επίσης, οι άνθρωποι πεθαίνουμε σε μεγαλύτερη ηλικία, οπότε και είναι πιο πιθανό να εμφανίσουμε καρκίνο πριν τελικά πεθάνουμε από κάτι άλλο. Ας μην ξεχνάμε ότι στην πλειονότητά τους οι καρκίνοι εμφανίζονται μετά τα 50 και μέχρι πριν από κάποιες δεκαετίες οι άνθρωποι –παγκοσμίως – δεν ζούσαν πολύ περισσότερο (ώστε να προλάβουν να εμφανίσουν και καρκίνο).
Επιπλέον, ρόλο παίζει ότι οι διάφορες τεχνικές έχουν εξελιχθεί πολύ και έτσι οι διαγνώσεις γίνονται νωρίτερα και με μεγαλύτερη ακρίβεια. Αυτό που πραγματικά συμβαίνει είναι ότι αλλάζει η συχνότητα εμφάνισης των ειδών του καρκίνου που προκύπτουν και που απασχολούν τον κόσμο.
Κάποιοι τύποι καρκίνου αυξάνονται, κάποιοι μειώνονται. Για παράδειγμα, έχει παρατηρηθεί ότι ο καρκίνος του πνεύμονα μειώνεται σε συχνότητα όταν εφαρμόζονται σχετικές πολιτικές που έχουν στόχο να ενημερώσουν και να καθοδηγήσουν τους πολίτες σχετικά με την επικινδυνότητα του καπνίσματος και τη συσχέτισή του με τον καρκίνο του πνεύμονα.
Ενα άλλο παράδειγμα είναι ο καρκίνος του στομάχου που έχει μειωθεί σημαντικά στις μέρες μας, ενώ στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 ήταν πολύ αυξημένος. Αυτό συνέβη από όταν μπήκαν τα ψυγεία στη ζωή μας, όταν αφαιρέθηκαν από τα τρόφιμα διάφορα συντηρητικά που χρησιμοποιούνταν παλιά και δεν ήταν ελεγμένα και αποδείχτηκαν τελικά επιβλαβή και επίσης βρέθηκε η σημασία του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού στον καρκίνο του στομάχου που πλέον εκριζώνεται σχετικά εύκολα με αντιβίωση.
Μπορεί να εμφανιστεί από το 1ο μέχρι το 100ό έτος της ηλικίας σε οποιοδήποτε από τα 200 είδη κυττάρων που υπάρχουν στο ανθρώπινο σώμα. Το ευτυχές είναι ότι ο καρκίνος είναι συχνότερος στις μεγαλύτερες ηλικίες. Αυτό στο οποίο επίσης υπάρχει διαφοροποίηση είναι το φύλο.
Στις γυναίκες ο καρκίνος είναι πολύ συχνότερος σε νέες ηλικίες σε σχέση με τους άνδρες. Αυτό συμβαίνει επειδή ο καρκίνος του μαστού, ο συχνότερος γυναικείος καρκίνος, είναι από τους λίγους καρκίνους που εμφανίζεται σε νεότερες ηλικίες, για παράδειγμα μεταξύ 30 και 40. Μετά τα 60, οι άνδρες παθαίνουν συχνότερα καρκίνο και μετά τα 80 τα ποσοστά εξισορροπούνται.
Μέχρι πρότινος (μέχρι τη δεκαετία του 80 ουσιαστικά) οι επιστήμονες πίστευαν ότι ο καρκίνος οφειλόταν σε μολυσματικούς παράγοντες (όπως είναι το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, ο ιός της ηπατίτιδας, ο ιός HPV, ο ιός Epstein Barr, το σάρκωμα Kaposi κ.ά.) αλλά τελικά συνειδητοποίησαν ότι αυτό ισχύει μόνο για ένα 10% των καρκίνων.
Ο καρκίνος οφείλεται κατά κανόνα σε παράγοντες που δεν είναι μολυσματικοί, μπορεί να είναι βέβαια εξωγενείς (χημικές ουσίες, ραδιενέργεια κ.ά.), αλλά βασικά έχουν να κάνουν και με τη δομή του ανθρώπου, με το DNA του δηλαδή. Ο καρκίνος λοιπόν οφείλεται κατά κανόνα σε αλλαγές ή μεταλλάξεις του γενετικού υλικού που είτε προκύπτουν είτε κληρονομούνται.
Καμία επιστημονική εταιρεία / μελέτη δεν συσχετίζει κανένα είδος καρκίνου με το στρες. Μεταξύ άλλων επειδή ο καρκίνος είναι και κάτι που χρειάζεται πολλά χρόνια για να δημιουργηθεί. Επιπλέον, το στρες δεν μπορεί να μετρηθεί με αντικειμενικούς επιστημονικούς όρους, όπως απαιτεί η βιοϊατρική έρευνα.
Το 70% των καρκίνων είναι σποραδικοί. Η κληρονομικότητα κυμαίνεται γύρω στο 10% (όπου ευθύνονται συγκεκριμένα γονίδια και μεταλλάξεις τους) και υπάρχει και ένα 20% των περιπτώσεων που ονομάζεται οικογενής καρκίνος σχετικά με τον οποίο οι επιστήμονες δεν είναι σίγουροι κατά πόσο παίζει ρόλο το γενετικό τους υλικό, οι κοινές συνήθειες (π.χ. διατροφικές) που μπορεί να έχουν τα μέλη μίας οικογένειας ή κάτι άλλο.
Σε όλους τους ανθρώπους συμβαίνουν μεταλλάξεις στο DNA, από την υπεριώδη ακτινοβολία, τη ραδιενέργεια, τις ακτίνες Χ, από διάφορες χημικές ουσίες κ.ά., όμως ο οργανισμός μας είναι φτιαγμένος έτσι ώστε να τις επιδιορθώνει.
Ακριβώς επειδή διαθέτει γονίδια που είναι επιφορτισμένα με ακριβώς αυτή τη δουλειά, να επιδιορθώνουν τις βλάβες του DNA. Υπάρχουν όμως κάποιοι άνθρωποι που έχουν γεννηθεί με ελλείψεις στα γονίδια που επιδιορθώνουν και έτσι μετά από κάποια ηλικία μπορεί η επιδιόρθωση να είναι ελλιπής. Αυτό που περιγράψαμε μόλις είναι η γενετική προδιάθεση στον καρκίνο και η κληρονομικότητα.
Μακράν με την κληρονομικότητα σχετίζεται ο καρκίνος των ωοθηκών, που είναι κληρονομούμενος σε ποσοστό 20%. Παλιά πιστεύαμε ότι ο καρκίνος του μαστού ήταν ο πιο συχνά κληρονομικός, αλλά τελικά δεν είχαμε δίκιο. Αν και τόσο ο καρκίνος του μαστού όσο και εκείνος του εντέρου και του προστάτη παρουσιάζουν κληρονομικότητα.
Σε γενικές γραμμές οι ειδικοί εξηγούν ότι όταν πρόκειται για έναν μόνο καρκίνο που θα εμφανιστεί π.χ. μετά την εμμηνόπαυση (στις γυναίκες) και ακόμα περισσότερο μετά τα 60 είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν μιλάμε για κληρονομικότητα. Για παράδειγμα, ο κληρονομικός καρκίνος του μαστού έχει μέση ηλικία εμφάνισης τα 42 χρόνια και κατά βάση εμφανίζεται μέχρι τα 50.
Ετσι, συστήνεται να εξετάσουμε το θέμα της κληρονομικότητας με την καθοδήγηση ενός ειδικού και να κάνουμε πιθανώς γονιδιακές εξετάσεις (10 χρόνια πριν από την ηλικία που εμφανίστηκε ο καρκίνος στον συγγενή μας) όταν έχουμε στην οικογένειά μας γυναίκες που εμφάνισαν καρκίνο του μαστού πριν από την εμμηνόπαυση ή που εμφάνισαν καρκίνο και στα δύο στήθη ή που ο καρκίνος του μαστού ήταν τριπλά αρνητικός, ή που εμφάνισαν καρκίνο πρώτα στο στήθος και αργότερα στις ωοθήκες – ή το αντίστροφο – ή άνδρες που εμφάνισαν καρκίνο του μαστού ή όταν υπάρχουν στην οικογένεια πολλοί καρκίνοι ειδικά σε νεότερες ηλικίες (π.χ. λευχαιμία, μελάνωμα, καρκίνος του παχέος εντέρου, του προστάτη, του παγκρέατος κ.ά.) κ.λπ. Θ
α πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι μπορούμε να κληρονομήσουμε τη μετάλλαξη σε κάποιο γονίδιο είτε από την πλευρά του πατέρα μας είτε από εκείνη της μητέρας μας και έτσι αν ένας από τους δύο μας γονείς έχει μία τέτοια μετάλλαξη έχουμε 50% πιθανότητες να την έχουμε και εμείς. Και βέβαια ότι – εφόσον φέρουμε το μεταλλαγμένο γονίδιο – πρόκειται για προδιάθεση και όχι για βεβαιότητα ότι θα νοσήσουμε κι εμείς.
Οι καρκινικοί δείκτες – που διενεργούνται με αιματολογικές εξετάσεις – δεν έχουν ένδειξη στον γενικό πληθυσμό, παρά μόνο σε ασθενείς που έχουν ήδη διαγνωστεί με καρκίνο για παρακολούθηση. Η μόνη εξαίρεση είναι το PSA που έχει διαγνωστική αξία στον γενικό – ανδρικό – πληθυσμό.
Ενας επιπλέον λόγος για τον οποίο δεν υπάρχουν δείκτες για την πρώιμη ανίχνευση του καρκίνου είναι γιατί στα αρχικά στάδια ο καρκίνος δεν έχει «φύγει» στο αίμα ώστε να δώσει και δείκτες.
Ο καρκίνος είναι στη φύση του ανθρώπου και θα υπάρχει όσο θα υπάρχουν άνθρωποι στον πλανήτη γη. Δεν είναι κάτι που δεν θα εξαλειφθεί ποτέ γιατί συνδέεται κατά κανόνα με τη γήρανση. Εχουμε καταφέρει και θα καταφέρουμε ακόμη περισσότερο, να πεθαίνουν όλο και λιγότεροι άνθρωποι από καρκίνο, καθώς επίσης και να έχουν καλύτερη ποιότητα ζωής οι καρκινοπαθείς και να ζουν πολύ περισσότερο από πριν.
vita.gr