Στον τομέα υποστήριξης υπεράκτιων δραστηριοτήτων η ελληνική παρουσία ήταν περιορισμένη, ενώ δέχτηκε καίριο «χτύπημα» στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.
Πολλές από τις εταιρείες του κλάδου δεν τα κατάφεραν, όπως ήταν και η Toisa Limited του ομίλου Καλλιμανόπουλου.
Περίπου 10 χρόνια μετά, ο κλάδος αναβιώνει και προσελκύει επενδύσεις και από Έλληνες πλοιοκτήτες.
Από όσα έχουν γίνει γνωστά, σε πλοία υποστήριξης έχουν επενδύσει ο Κωστής Κωνσταντακόπουλος ο οποίος είναι επικεφαλής του ομίλου της Costamare, η Diana Shipping της Σεμιράμεως Παληού, καθώς και η Capital Offshore, συμφερόντων Βαγγέλη Μαρινάκη.
Την τελευταία κίνηση έκανε την προηγούμενη εβδομάδα η Goldenport της οικογένειας Δράγνη. Σε συνεργασία με τη Maas Capital και την Allianz Marine Services ίδρυσαν τη MAG Offshore και απέκτησαν συνολικά 24 πλοία υποστήριξης για πλατφόρμες πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Όπως επισημαίνει ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου εταιρειών Goldenport, Γιάννης Δράγνης, στη «Ν»: «Η αγορά των offshore support vessels είναι ένας εξειδικευμένος κλάδος, ο οποίος όμως έχει ευρεία γκάμα τομέων δραστηριοποίησης. Ο τομέας που επέλεξα να επενδύσω είναι πλοία που εξυπηρετούν την παραγωγή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στη θάλασσα».
Όπως εξηγεί χαρακτηριστικά: «Την προηγούμενη δεκαετία η αγορά των support vessels χτυπήθηκε πολύ από την οικονομική κρίση και πολύ μεγάλες εταιρείες κατέρρευσαν. Αιτία, οι τιμές του πετρελαίου που έπεσαν κατακόρυφα, με αποτέλεσμα η παραγωγή πετρελαίου ή φυσικού αερίου στη θάλασσα να μην είναι αποδοτική, αφού το κόστος παραγωγής είναι πολύ πιο ακριβό από τη στεριά.
Απότοκο όλων αυτών ήταν να σταματήσουν να κατασκευάζονται νέα πλοία, με αποτέλεσμα σήμερα, που η ανάγκη για παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι πολύ υψηλή, τα support vessels να έχουν υψηλή ζήτηση».
Για την επένδυση που έκανε τονίζει: «Επέλεξα να επενδύσω σε 24 συνολικά πλοία σχετικά νέας ηλικίας και αρκετά σύγχρονα, σε συνεργασία με δύο εταιρείες, τη Maas Capital και την Allianz Marine Services. Πλοία που ξεκινούν άμεσα τη δραστηριοποίησή τους».
«Θεωρούμε ότι οι περιοχές που εστιάζουμε -Μέση Ανατολή, η Νοτιοανατολική Ασία και Αφρική- θα συνεχίσουν να έχουν σταθερή παραγωγή στον offshore κομμάτι», προσθέτει ο κ. Δράγνης και τονίζει ότι η στρατηγική ανάπτυξης της εταιρείας «θα είναι σε πλοία που είναι ήδη στη θάλασσα. Φυσικά υπό την προϋπόθεση ότι θα φέρνουν θετικό αποτέλεσμα για την εταιρεία».
Τέλος, σημειώνει χαρακτηριστικά: «Όσον αφορά την ερώτησή σας, για το αν γίνεται σταδιακά trend αυτός ο τομέας, πιστεύω ότι ένας από τους λόγους ενδεικτικά είναι ότι οι συμβατικές αγορές δεν δίνουν πλέον ενδιαφέρουσες επενδύσεις. Η σχέση μεταξύ της αξίας των επενδύσεων και των αποδόσεων δεν είναι αποδοτική.
Παράλληλα φυσικά κρατάμε τη θέση μας τόσο υγρό όσο και στο ξηρό φορτίο».
Την πρώτη κίνηση στον τομέα των πλοίων υποστήριξης υπεράκτιων δραστηριοτήτων ο κ. Κωστής Κωνσταντακόπουλος την έκανε πριν από έναν χρόνο περίπου με την απόκτηση τριών πλοίων αυτού του τύπου από τη second hand market.
Πριν από μερικές εβδομάδες όμως ναυλομεσιτικές πηγές ανέφεραν ότι έγινε και μια δεύτερη κίνηση με παραγγελία που δέχτηκε ο όμιλος PaxOcean για την κατασκευή έως και 10 νέων υπεράκτιων πλοίων υποστήριξης.
Η PaxOcean, μέρος του ομίλου Kuok, ανέφερε ότι τα «καινοτόμα» υποστηρικτικά πλοία πολλαπλών χρήσεων (MPSV) θα κατασκευαστούν στο ναυπηγείο της στο Zhoushan της Κίνας. Τα πλοία αναμένεται να παραδοθούν σταδιακά από το β’ εξάμηνο του 2026 και μετά.
Στην αγορά με παραγγελίες νεότευκτων έχει εισέλθει και η Diana Shipping. Η εταιρεία μέσα στη χρονιά παράγγειλε δύο ακόμη πλοία υποστήριξης υπεράκτιων αιολικών εγκαταστάσεων.
Η εισηγμένη στο αμερικανικό χρηματιστήριο ναυτιλιακή εταιρεία τόνισε ότι η κοινοπραξία Windward Offshore, με τις Blue Star Group GmbH & Cie. KG, SeaRenergy Offshore Holding GmbH και SeraVerse GmbH, άσκησε το δικαίωμα option για την κατασκευή δύο πρόσθετων Commissioning Service Operation Vessels (CSOVs).
Μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής, η Windward Offshore θα έχει υπό παραγγελία τέσσερα CSOVs στο νορβηγικό ναυπηγείο Vard, θυγατρική του ιταλικού ναυπηγικού ομίλου Fincantieri.
Η παράδοση των πλοίων είναι προγραμματισμένη μεταξύ του τρίτου τριμήνου του 2025 και του τρίτου τριμήνου του 2026.
Τα CSOVs θα έχουν υβριδικό σύστημα πρόωσης με μπαταρίες, ενώ θα είναι προετοιμασμένα να λειτουργήσουν με πράσινη μεθανόλη.
Τέλος, η Capital Offshore προχώρησε μέσα στο καλοκαίρι σε παραγγελία τεσσάρων Special Purpose Vessels στα κινεζικά ναυπηγεία Fujian Mawei.
Τα τέσσερα πλοία αναμένεται να παραδοθούν μεταξύ του 2026 και του 2027.
Στα τέλη του Οκτώβρη ανακοινώθηκε επίσης ότι η εταιρεία έχει καταθέσει στα κινεζικά ναυπηγεία παραγγελία για 10 PSV τύπου MMC 897 CD.
Οι υπεράκτιες αγορές υποστήριξης εισέρχονται τώρα σε μια νέα φάση του κύκλου, καθώς οι ενδιαφερόμενοι φορείς, όπως οι πλοιοκτήτες, οι ναυλωτές, οι επενδυτές και οι δανειστές, αρχίζουν να αναγνωρίζουν ότι η αγορά έχει ανακάμψει και αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω κατά το επόμενο έτος.
Σύμφωνα με ανάλυση των Fearnleys, οι συμφωνίες συγχωνεύσεων και εξαγορών είναι πλέον αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων, οι συναλλαγές πώλησης και αγοράς μεμονωμένων περιουσιακών στοιχείων πάνω από την αξία των νεότευκτων, οι ναυλωτές που στρέφονται προς τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, και οι δανειστές προσφέρουν term sheets νέες παραγγελίες νεότευκτων πλοίων.
«Ως εκ τούτου, βλέπουμε την αγορά ως εξαιρετικά δυναμική. Η περίοδος αβεβαιότητας που σχετιζόταν με τα ερωτηματικά για μια πιο μακροπρόθεσμη ανοδική πορεία φαίνεται να έχει ξεθωριάσει, καθώς βλέπουμε μεγαλύτερο ενδιαφέρον από θεσμικούς επενδυτές και πιστωτικούς φορείς, ενώ οι ναυλωτές έχουν αρχίσει να εξασφαλίζουν στρατηγικά περιουσιακά στοιχεία για πιο μακροπρόθεσμες περιόδους σε σύγκριση με μόλις λίγους μήνες πριν».
Κοιτάζοντας προς πιο ενδιαφέρουσες περιοχές από άποψη ζήτησης, η Νότια Αμερική και η Δυτική Αφρική συνεχίζουν να αυξάνουν τον στόλο OSV λόγω της αυξημένης υπεράκτιας δραστηριότητας τόσο σε υποθαλάσσιες δραστηριότητες όσο και στην ανάπτυξη FPSO και σε γενικές δραστηριότητες γεώτρησης.
Μέχρι στιγμής, αυτό είναι αρκετό για να οδηγήσει τη συνολική παγκόσμια χρησιμοποίηση προς τα πάνω, ενώ περιμένουμε ακόμη περιοχές να ανεβάσουν ταχύτητα, σημειώνουν οι Fearnleys.