Σύμφωνα με τον κ. Γεραπετρίτη, «κατέρρευσε η Συρία και βεβαίως ορθώς μπορούμε να επιχαίρουμε για το γεγονός ότι πλέον δεν υφίσταται ένα καθεστώς απολύτως αυταρχικό και ολοκληρωτικό. Αλλά δικαιούμαστε επίσης να ανησυχούμε για όσα συμβαίνουν στη Συρία, για την προστασία των δικαιωμάτων, για την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, για την επήρεια που θα έχει ο ξένος παράγων και βεβαίως η Τουρκία, για τη συνοχή, την εδαφική ακεραιότητα και τη συμπεριληπτικότητα στη χώρα και βεβαίως για την προστασία των θρησκευτικών κοινοτήτων και των μνημείων. Αυτά που ενδιαφέρουν στην πραγματικότητα, όχι μόνο τη Συρία, αλλά ολόκληρη την περιφέρεια και ολόκληρο τον κόσμο, διότι όλα αλληλεπιδρούν».
Στην τοποθέτησή του ο υπ. Εξωτερικών πρόσθεσε μεταξύ άλλων:
«Πιστεύω ότι η άσκηση για την προσπάθεια ανάταξης του δικαίου των Διεθνών Οργανισμών και της πραγματικής ισχύος των Διεθνών Οργανισμών είναι μια άσκηση, η οποία είναι εξαιρετικά δύσκολη. Είναι σχεδόν σισύφειο αυτό, το οποίο θα αναληφθεί τα επόμενα χρόνια για να μπορέσουμε να διασώσουμε την πολυμέρεια, η οποία σε στιγμές κρίσης, μεταξύ δύο πολέμων, δυστυχώς σήμερα βρίσκεται σε χειρότερη μοίρα σε σχέση με εκείνη που βρισκόταν πριν από τρία χρόνια -πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Και η πραγματικότητα είναι ότι θέλει γενναίες αποφάσεις. Πρέπει πρώτα απ’ όλα να πιστέψουμε σε αυτήν τη διεθνή πολυμέρεια. Αλλά η αλήθεια είναι ότι αυτήν τη στιγμή, δεν υπάρχει κρίση, η οποία να είναι εστιασμένη ή έστω να είναι διμερής ή έστω περιφερειακή. Καμία κρίση. Βλέπετε ότι αυτή τη στιγμή κατέρρευσε το καθεστώς Ασαντ και ολόκληρη η οικουμένη ασχολείται με τη Συρία. Και αφήνω στην άκρη τις υπόλοιπες μεγάλες προκλήσεις που δεν έχουν να κάνουν με συρράξεις.
55 συρράξεις αυτήν τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη στην υφήλιο στα 197 κράτη. Περισσότερο από το 25% των κρατών βρίσκονται σε καθεστώς ένοπλης σύρραξης ή άλλης μορφής ένοπλης έντασης -περισσότερο από το ένα τέταρτο. Άρα, αντιλαμβανόμαστε και το μέγεθος του πράγματος. Αυτήν τη στιγμή χρειάζεται μια γενναιότητα στην προσέγγιση, την οποία θα έχουμε. Και πάνω απ’ όλα βεβαίως χρειάζεται μια πίστη στο διεθνές δίκαιο.
Όπως σωστά λέει και ο καθηγητής Περράκης, το διεθνές δίκαιο δεν μπορεί να εφαρμόζεται à la carte. Με την εξής διαφορά, ότι για να εφαρμόσεις ισότιμα και erga omnes το διεθνές δίκαιο δεν αρκεί να υπάρχει ο κανόνας της διεθνούς νομιμότητας.
Θα πρέπει να υπάρχει και ένα σθένος διεθνούς νομιμότητας. Και το σθένος σε ό,τι αφορά τη διεθνή νομιμότητα έρχεται περισσότερο με την εφαρμογή αρχών, μιας διπλωματίας αρχών. Η διπλωματία, δυστυχώς, η οποία ασκείται σήμερα στη συντριπτική πλειονότητα των κρατών, είναι μια διπλωματία, η οποία είναι συναλλακτική. Είναι μια διπλωματία, η οποία είναι στενά ωφέλιμη, ενώ η διπλωματία θα έπρεπε να είναι διπλωματία αρχών με το διεθνές δίκαιο και μόνο με αυτό.
Διότι η διπλωματία, είτε είναι αμιγώς με το διεθνές δίκαιο, είτε δεν είναι διπλωματία. Αυτό θα είναι το δικό μας motto από την 1η Ιανουαρίου που μπαίνουμε στη μάχη και να ελπίσουμε όλοι να βγούμε αλώβητοι και κυρίως να μπορέσουμε να κάνουμε κάτι, το οποίο σήμερα φαίνεται αδύνατο. Να μπορέσουμε να αποκαταστήσουμε την αληθινή έννοια των εννοιών και των όρων του διεθνούς δικαίου και πρώτα απ’ όλα της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών.