Σε διατηρητέα μνημεία της φύσης αναμένεται να ανακηρυχθούν τέσσερα υπεραιωνόβια πλατάνια της Θεσσαλονίκης, τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα στην περιοχή των Κάστρων, στην πλατεία Ναυαρίνου, στην οδό Αποστόλου Παύλου και συγκεκριμένα στην είσοδο του τουρκικού προξενείου και στην περιοχή Λευκού Πύργου.
Ανάπτυξη αστικού πρασίνου στη Θεσσαλονίκη
Η δενδροχρονολόγηση των πλατανιών έγινε με την επιστημονική μέθοδο των τρυπανιδίων. Το πλατάνι που βρίσκεται στα Κάστρα μετράει …828 έτη ζωής, ενώ το δέντρο που βρίσκεται στην πλατεία Ναυαρίνου είναι αρκετά νεότερο, μόλις 310 ετών! Τα πλατάνια στο Λευκό Πύργο και το τουρκικό προξενείο ξεπερνούν τους δύο αιώνες, καθώς το πρώτο είναι 235 ετών και το δεύτερο 205.
Η κήρυξη των πλατανιών σε διατηρητέα μνημεία της φύσης θα συζητηθεί στη σημερινή συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης και στόχος της διοίκησης του κεντρικού δήμου είναι να προστατευθούν και να διατηρηθούν στο διηνεκές ως φυσική κληρονομιά για την περιοχή και για τις μέλλουσες γενιές. Για το λόγο αυτό εκπονήθηκε μελέτη και ειδική έκθεση από μια ομάδα δασολόγων – περιβαλλοντολόγων και ειδικών επιστημών, σε συνεργασία με τον δήμο Θεσσαλονίκης.
Τα υπό μελέτη αιωνόβια πλατάνια βρίσκονται όλα εντός των τειχών της παλιάς πόλης και μάλιστα σε εκείνο το κομμάτι της πόλης το οποίο δεν κάηκε το έτος της μεγάλης πυρκαγιάς (1917). Ειδικότερα η παρούσα μελέτη αφορά στην πόλη της Θεσσαλονίκης ή αλλιώς ονομαζόμενη και «Νύμφη του Θερμαϊκού». Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικός λόγος που δικαιολογεί στη Θεσσαλονίκη την παρουσία αυξημένου αριθμού πλατανιών, αφού απαιτείται μια σημαντική ποσότητα νερού για την ανάπτυξη και επιβίωση τους.
Μπορεί να είναι νεότερος, όμως μεγαλύτερος σε μέγεθος είναι ο πλάτανος απέναντι από τον Λευκό Πύργο, στην πλατεία Τσιρογιάννη, με ύψος που φτάνει τα 26,4 μέτρα και στηθιαία διάμετρο 140 εκ. Ο πλάτανος στην περιοχή των Κάστρων, στην οδό Ακροπόλεως και Επταπυργίου, έχει ύψος 12 μέτρα και στηθιαία διάμετρο 122 εκατ και φαίνεται πως το μέγεθος του δεν έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία 120 έτη. Μέρος του κορμούΗ κήρυξη των πλατανιών σε διατηρητέα μνημεία της φύσης θα συζητηθεί στη σημερινή συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης και στόχος της διοίκησης του κεντρικού δήμου είναι να προστατευθούν και να διατηρηθούν στο διηνεκές ως φυσική κληρονομιά για την περιοχή και για τις μέλλουσες γενιές. Για το λόγο αυτό εκπονήθηκε μελέτη και ειδική έκθεση από μια ομάδα δασολόγων – περιβαλλοντολόγων και ειδικών επιστημών, σε συνεργασία με τον δήμο Θεσσαλονίκης.
Τα υπό μελέτη αιωνόβια πλατάνια βρίσκονται όλα εντός των τειχών της παλιάς πόλης και μάλιστα σε εκείνο το κομμάτι της πόλης το οποίο δεν κάηκε το έτος της μεγάλης πυρκαγιάς (1917). Ειδικότερα η παρούσα μελέτη αφορά στην πόλη της Θεσσαλονίκης ή αλλιώς ονομαζόμενη και «Νύμφη του Θερμαϊκού». Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικός λόγος που δικαιολογεί στη Θεσσαλονίκη την παρουσία αυξημένου αριθμού πλατανιών, αφού απαιτείται μια σημαντική ποσότητα νερού για την ανάπτυξη και επιβίωση τους.
Μπορεί να είναι νεότερος, όμως μεγαλύτερος σε μέγεθος είναι ο πλάτανος απέναντι από τον Λευκό Πύργο, στην πλατεία Τσιρογιάννη, με ύψος που φτάνει τα 26,4 μέτρα και στηθιαία διάμετρο 140 εκ. Ο πλάτανος στην περιοχή των Κάστρων, στην οδό Ακροπόλεως και Επταπυργίου, έχει ύψος 12 μέτρα και στηθιαία διάμετρο 122 εκατ και φαίνεται πως το μέγεθος του δεν έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία 120 έτη. Μέρος του κορμού του έχει νεκρωθεί, όμως διατηρεί έναν ζωντανό ιστό, που το καθιστά πολύτιμο για την οικολογία της περιοχής.
Το πλατάνι που γειτονεύει με το τουρκικό προξενείο και το Μουσείο Ατατούρκ έχει ύψος σήμερα 21 μέτρα, ενώ στην πλατεία Ναυαρίνου, δίπλα στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου του Γαλεριανού συγκροτήματος, βρίσκεται ένα πλατάνι που έστεκε την εποχή της τουρκοκρατίας δίπλα στη δημόσια κρ του έχει νεκρωθεί, όμως διατηρεί έναν ζωντανό ιστό, που το καθιστά πολύτιμο για την οικολογία της περιοχής.
Το πλατάνι που γειτονεύει με το τουρκικό προξενείο και το Μουσείο Ατατούρκ έχει ύψος σήμερα 21 μέτρα, ενώ στην πλατεία Ναυαρίνου, δίπλα στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου του Γαλεριανού συγκροτήματος, βρίσκεται ένα πλατάνι που έστεκε την εποχή της τουρκοκρατίας δίπλα στη δημόσια κρήνη. Το δέντρο αποτελούσε το κέντρο της συνοικίας Λευκό Τέμενος και ήταν ένας τόπος λατρείας και συνάντησης των μεσοαστικών στρωμάτων.
Ο δήμος Θεσσαλονίκης διαθέτει ψηφιακό μητρώο δέντρων, το οποίο αποτελείται από 41.672 εγγραφές, με 106 χαρακτηριστικά για κάθε μία από αυτές και τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι δεντροστοιχίες αποτελούνται από 39.184 ζωντανά δέντρα.
Το 60% των δένδρων των δενδροστοιχιών βρίσκονται σε καλή και μέτρια κατάσταση υγείας, ενώ η ποσότητα άνθρακα που έχει δεσμευτεί συνολικά σε όλα τα δένδρα της δημοτικής ενότητας Θεσσαλονίκης εκτιμάται σε 4.658.719,17 κιλά. Ωστόσο, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα μπορούσε να είναι κατά περίπου 33% περισσότερη, αν τα δένδρα τύγχαναν συστηματικής διαχείρισης και ανανεώνονταν συχνά.
Οι υπαίθριοι δημόσιοι χώροι στους οποίους αναπτύσσεται και συντηρείται το αστικό πράσινο σήμερα στον κεντρικό δήμο μπορούν να καταταχθούν σε επτά ομάδες και διακρίνονται ανάλογα με το μέγεθος, την επισκεψιμότητα και τη χρήση σε: μητροπολιτικά πάρκα (Χ.Α.Ν.Θ, Πεδίο Άρεως, Νέα Ελβετία και παραλιακή Λεωφόρος που έχουν δημιουργηθεί είκοσι έως πενήντα χρόνια πριν, βρίσκονται σε μια κατάσταση ωριμότητας και έχουν ανάγκη ανάπλασης και επαναπροσδιορισμού του λειτουργικού τους ρόλου), πάρκα γειτονιάς, νησίδες πρασίνου, κοιμητήρια, ζαρντινιέρες, ιστορικούς χώρους και δενδροστοιχίες- άλση.