Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα σηματοδοτήσει συμβολικά ένα από τα τελευταία βήματα στη μακρά και δύσκολη διαδικασία της εξόδου της Ελλάδας από την περιπέτεια της κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας και την επανένταξη της στις κανονικά ανεπτυγμένες οικονομίες. Για τη χώρα μας, ζητούμενο είναι η επενδυτική βαθμίδα να δοθεί από τουλάχιστον δύο οίκους αξιολόγησης χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι και ένας οίκος να οδηγήσει στην ανάκτηση της δεν συνεπάγεται οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Σε πρακτικό επίπεδο η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, θα μειώσει το κόστος του δανεισμού για το κράτος και τους ιδιώτες, τουλάχιστον συγκριτικά με άλλες ανάλογες οικονομίες, καθώς το συνολικό κόστος δανεισμού εξαρτάται και από τις διεθνείς τάσεις στα επιτόκια.
Όσον αφορά το κόστος δανεισμού για το κράτος, παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι με το που θα ανακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα, αρχικά, θα επέλθει μία μείωση του spread του 10ετούς ελληνικού ομολόγου κατά περίπου 10 με 20 μονάδες βάσης σε σχέση με το αντίστοιχο της Ιταλίας. Δηλαδή αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού παρά το γενικότερο κλίμα αύξησης του κόστους χρήματος, λόγω του υψηλού πληθωρισμού και των επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Εκτός από το άμεσο όφελος, θα οδηγούσε στη μείωση του πιστωτικού κινδύνου, αλλάζοντας το προφίλ των ελληνικών τραπεζών και ανοίγοντας τον δρόμο για την καλύτερη τιμολόγηση των πελατών τους σε μια περίοδο που η ρευστότητα στην οικονομία θα αποτελέσει «κλειδί» για τη στήριξη της ανάπτυξης.
Η άνοδος του κόστους χρήματος για τις επιχειρήσεις αποτυπώνεται σήμερα κυρίως στις τιμές των εταιρικών ομολόγων αλλά και στην άνοδο των επιτοκίων δανεισμού που είναι συνδεδεμένα με το euribor. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εκτιμάται ότι θα αναχαιτίσει την εκτόξευση των αποδόσεων, ενώ σε ό,τι αφορά τα επιτόκια δανεισμού, η εκτίμηση είναι ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα οδηγήσει σε μείωση περίπου κατά 50 μονάδες τα σημερινά επιτόκια.
Με το που θα ανακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα από τον πρώτο οίκο αξιολόγησης, η Ελλάδα θα εξασφάλιζε πιο άνετη πρόσβαση στις αγορές, διευρύνοντας τις πηγές άντλησης των απαιτούμενων κεφαλαίων. Αρμόδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι θα διπλασιαστεί το ύψος των κεφαλαίων που είναι παγκοσμίως διαθέσιμα προς επένδυση. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή τη στιγμή, η Ελλάδα απευθύνεται μόλις στο 1/10 των κεφαλαίων αυτών. Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες θα απευθύνονταν πλέον σε επενδυτές μεγάλου κύρους και όχι κυρίως σε hedge funds, που είναι σήμερα οι βασικοί χρηματοδότες των ελληνικών εκδόσεων.
Όσο το ελληνικό αξιόχρεο θα ανεβαίνει βαθμίδες, θα περιορίζονται οι ανάγκες για ταμειακά διαθέσιμα στα επίπεδα που είναι αυτή τη στιγμή, δηλαδή στα 35 με 40 δισ. ευρώ, και το ελληνικό δημόσιο θα μπορεί να προχωρήσει στη σταδιακή μείωση τους σε επίπεδα ακόμα και των 15 δισ. ευρώ.
Μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, ο επόμενος στόχος θα είναι η Ελλάδα να μπορεί να δανείζεται από τις αγορές στα ίδια επίπεδα με την Πορτογαλία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόδοση του ελληνικού 10ετους ομολόγου σήμερα ανέρχεται στο 4,11% όταν το αντίστοιχο της Πορτογαλίας βρίσκεται στο 3,09%.
Πηγή: https://www.naftemporiki.gr/finance/economy/1453891/ependytiki-vathmida-kai-meta-tin-anaktisi-ti/