Στις τρεις κορυφαίες αγορές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) συγκαταλέγεται η Ελλάδα, καθώς βρίσκεται στην τρίτη θέση του σχετικού δείκτη της EY που εξετάζει τις επιδόσεις των χωρών προσαρμοσμένες σύμφωνα με το μέγεθος του ΑΕΠ τους.
Ειδικότερα, ο εξαμηνιαίος δείκτης της EY, Renewable Energy Country Attractiveness Index (RECAI), αξιολογεί τις 40 κορυφαίες οικονομίες του κόσμου και τις κατατάσσει ως προς την ελκυστικότητα των επενδυτικών ευκαιριών στις ΑΠΕ. Ο προσαρμοσμένος ως προς το ΑΕΠ δείκτης, δίνει μια πιο αντικειμενική εικόνα της πραγματικότητας, αποτυπώνοντας τις επιδόσεις των χωρών σε σχέση με το οικονομικό τους μέγεθος, καθώς ο βασικός δείκτης, από τη φύση του, «πριμοδοτεί» τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου, οι οποίες λόγω του μεγέθους τους, έχουν και τις μεγαλύτερες αγορές ΑΠΕ.
Υπενθυμίζεται ότι, στην προηγούμενη έκδοση του RECAI, η Ελλάδα είχε κατακτήσει την πρώτη θέση του προσαρμοσμένου ως προς το ΑΕΠ δείκτη – θέση στην οποία σήμερα βρίσκεται η Δανία, με το Μαρόκο να ακολουθεί στη δεύτερη θέση και τη χώρα μας να «κλείνει» την πρώτη τριάδα του προσαρμοσμένου δείκτη. Συγχρόνως, η Ελλάδα παραμένει μεταξύ των 20 πρώτων χωρών στη γενική κατάταξη, και συγκεκριμένα στη 18η θέση.
Η έκθεση που συνοδεύει τον δείκτη RECAI, σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει επιδείξει σημαντική πρόοδο προς τους στόχους που έχουν τεθεί για το 2030 και το 2050. Η χωρητικότητα εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ στη χώρα πρόσφατα ξεπέρασε τα 11 GW, ενώ έχουν προγραμματισθεί έργα πράσινων ηλεκτρολυτών υδρογόνου 1,7 GW.
«Η σταθερή παρουσία της Ελλάδας μεταξύ των πιο ελκυστικών αγορών για επενδύσεις στις ΑΠΕ, επιβεβαιώνει τις δυνατότητες της χώρας να επιτύχει τους φιλόδοξους στόχους για την πράσινη μετάβαση της οικονομίας μας. Η Ελλάδα βρίσκεται στις κορυφαίες χώρες παγκοσμίως στη συμμετοχή των ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας» δήλωσε, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης, ο Τάσος Ιωσηφίδης, Εταίρος, Επικεφαλής του Τμήματος Συμβούλων Εταιρικής Στρατηγικής και Συναλλαγών της EY Ελλάδος, και Επικεφαλής του Τομέα Ενέργειας & Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας. Όπως σημείωσε ο ίδιος, «η αξιοποίηση του υπεράκτιου αιολικού δυναμικού της χώρας, η αναβάθμιση του δικτύου και οι επενδύσεις στην αποθήκευση ενέργειας, μπορούν να δώσουν νέα ώθηση στη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα, με πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία, το εμπορικό ισοζύγιο και την προστασία του περιβάλλοντος».
Σύμφωνα με την έκθεση, οι αναταράξεις στον τομέα της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, ενδέχεται να αλλάξουν τον τρόπο κατασκευής και χρηματοδότησης μεγάλων ενεργειακών έργων στο μέλλον. Η υπεράκτια αιολική ενέργεια είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη του στόχου για μηδενικό καθαρό αποτύπωμα άνθρακα (net zero), αλλά αντιμετώπισε σημαντικές προκλήσεις κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, κυρίως εξαιτίας προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού και της εκτίναξης του κόστους. Το κόστος των έργων παγκοσμίως έχει αυξηθεί κατά 39% από το 2019, ενώ την επόμενη δεκαετία, ο πληθωρισμός κόστους ενδέχεται να προσθέσει περίπου 280 δισ. δολ. σε κεφαλαιουχικές δαπάνες για τον κλάδο. Προβλέπεται ότι περίπου το 80% των 15 αγορών που έχουν θέσει στόχους για υπεράκτια αιολική ενέργεια για το 2030, δε θα τους πετύχουν.
Η κατάταξη της πρώτης τριάδας του γενικού δείκτη RECAI παραμένει αμετάβλητη. Οι ΗΠΑ διατηρούν την πρώτη θέση, με τη βοήθεια της σημαντικής ανάπτυξης της ηλιακής ενέργειας ως αποτέλεσμα των κινήτρων που παρέχει ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού. Στη δεύτερη θέση παραμένει η Γερμανία, με σημαντική ανάπτυξη στον τομέα της χερσαίας αιολικής ενέργειας. Τέλος, παρά την παύση των επιδοτήσεων σε εθνικό επίπεδο, η Κίνα συνεχίζει την ανοδική της τροχιά στην υπεράκτια αιολική ενέργεια, διατηρώντας την τρίτη θέση στη γενική κατάταξη.
Οι σκανδιναβικές χώρες συνεχίζουν προς την εκπλήρωση των στόχων που έχουν θέσει για τις ΑΠΕ, με τη Δανία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία να ανεβαίνουν δύο, τρεις και πέντε θέσεις, αντίστοιχα. Η Ιαπωνία υποχώρησε τρεις θέσεις, στην 13η, υστερώντας στην εγκατάσταση νέων έργων ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Ομοίως, η Χιλή υποχώρησε δύο θέσεις, στην 16η θέση του γενικού δείκτη, αντιμετωπίζοντας προβλήματα διακοπών λειτουργίας, εξαιτίας περικοπών στην ηλιακή ενέργεια.