© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η νέα εταιρεία διανομής ταινιών Repertory, «κινηματογραφικό παιδί»…του κριτικού κινηματογράφου Ηλία Φραγκούλη, ρίχνει τους δικούς της τίτλους αρχής το φετινό καλοκαίρι κι έρχεται με σκοπό όχι μαζέψει «αστεράκια» αλλά να επαναφέρει την ψυχαγωγία του σινεμά ρεπερτορίου στα -κάτω από το έναστρο ουρανό- θερινά! Βασικό της μέλημα, η επιστροφή σε έργα απολαυστικά, που το κοινό έχει ξεχάσει να θαυμάζει στη μεγάλη οθόνη.
Με στόχος τη διανομή λιγοστών και πραγματικά επιλεγμένων ταινιών, η εταιρεία σηκώνει την αυλαία της την 1η Αυγούστου, με τη μουσική ρομαντική κωμωδία «Υψηλή Κοινωνία» του 1956, σε σκηνοθεσία Τσαρλς Γουόλτερς. Στο χαρούμενο και glamorous ποδαρικό που νοσταλγεί την παλιά χολιγουντιανή γοητεία, πρωταγωνιστούν οι Μπινγκ Κρόσμπι, Γκρέις Κέλι, Φρανκ Σινάτρα, Λούις Άρμστρονγκ, και αξέχαστα, θρυλικά τραγούδια του Κόουλ Πόρτερ.
Στην υπόθεση της ταινίας, μια κυρία της υψηλής κοινωνίας που ετοιμάζεται να νυμφευθεί, δέχεται την ξαφνική επίσκεψη του πρώην συζύγου της και δύο δημοσιογράφων κουτσομπολίστικου περιοδικού, οι οποίοι ίσως της ανατρέψουν τα σχέδια στο διάστημα 48 ωρών, βοηθώντας την να συνειδητοποιήσει ποια είναι και ποιον αγαπά πραγματικά.
Λίγο πριν τα πρώτα πλάνα φωτίσουν τις αυγουστιάτικες νύχτες μας, ο Ηλίας Φραγκούλης μίλησε μαζί μας.
Πόσοι σας είπαν «Μην το κάνεις, είναι τρέλα, δε θα πιάσει», πριν πάρετε την τελική απόφαση;
«Κανένας! (γέλια) Μόνο ένας διανομέας, πολύ φιλικά, προστατευτικά και καλοπροαίρετα, μου είπε τι να προσέξω και πως υπάρχει ο κίνδυνος να μη βγάλω λεφτά. Εγώ του είπα πως η προτεραιότητά μου είναι να ισοφαρίσω τα έξοδα που θα κάνω για την πρώτη ταινία. Να μάθω εμπειρικά πως γίνεται (και) αυτή η δουλειά. Κι από του χρόνου να συνεχίσω με ακόμη καλύτερα “όπλα” φιλμικών τίτλων που διαθέτει η μνήμη μου και συχνά ονειρευόμουν να ξαναζήσουν στη μεγάλη οθόνη. Όχι σαν επιχειρηματίας, όχι με τέτοια νοοτροπία. Αλλά σαν άνθρωπος που γνωρίζει πολύ καλά το σινεμά του παρελθόντος, το λατρεύει κι εκεί επιστρέφει όταν αναζητά τη χαρά της κινηματογραφικής απόλαυσης. Πολύ ρομαντικός για την ελληνική πραγματικότητα, ε;»
Με ποια κριτήρια επιλέγετε ταινίες;
«Γνωστά ονόματα αστέρων της πιο κλασικής περιόδου του Χόλυγουντ, ψυχαγωγία, περιεχόμενο “φυγής” που να προκαλεί ευχαρίστηση στον θεατή και έργα που έχουν να προβληθούν στους κινηματογράφους εδώ και… πολλές δεκαετίες. Δεν έχω σκοπό να φέρνω ταινίες για να παίρνουν “αστεράκια” από τους ντόπιους κριτικούς! Θέλω ο κόσμος να μάθει πως όταν θα δει μια ταινία της Repertory θα περάσει καλά στο σινεμά. Η διασκέδαση δεν ορίζεται από “αστεράκια”. Αυτά τα δύο, ειδικά στην Ελλάδα, σπανιότατα έκαναν καλή παρέα… Επίσης, θα εστιάσω σε παραγωγές από τα 40’s μέχρι τα 70’s. Αυτό το σινεμά αγαπώ περισσότερο, όπως έχει φανεί εδώ και χρόνια από τον προγραμματισμό που κάνω στο “Ξαφνικά Φέτος το Καλοκαίρι”».
Γιατί την «Υψηλή Κοινωνία»;
«Όταν έκανα τον υποτιτλισμό για την ταινία, υπήρχαν πολλές στιγμές που η ματιά μου πατούσε “pause” και χάζευε τη συγκλονιστική ομορφιά της Γκρέις Κέλι, η οποία ήταν μόλις 26 ετών τότε κι αμέσως μετά θα γινόταν η Πριγκίπισσα του Μονακό και θ’ αποχαιρετούσε το Χόλυγουντ για πάντα! Στη σκηνή που σιγοτραγουδά το “True Love” του Κόουλ Πόρτερ στην αγκαλιά του Μπινγκ Κρόσμπι, αισθάνομαι ρίγη ή βουρκώνω, όσες φορές και να την παρακολουθήσω. Έχει μια μαγεία το έργο. Δεν υπάρχουν αυτά τα πράγματα στο σινεμά σήμερα. Ούτε καν οι ηθοποιοί δεν έχουν τη λάμψη του τότε! Το ταλέντο και τα χαρακτηριστικά που λάτρευε ο φακός».
Αναμνήσεις από τις πρώτες προβολές σας σε θερινά;
«Άπειρες ιστορίες! Από τα θερινά του παραθερισμού στους Αγίους Αποστόλους, με τα σινέ Μαριάνα (επικού κάλλους κινηματογράφος) και Γοργόνα (δυστυχώς, δεν υπάρχει πια), μέχρι τα σινεμά της γειτονιάς μου, στη Νέα Σμύρνη (Έλση, Σπόρτιγκ, Φιλίπ), και κατόπιν σε όλη την Αθήνα, μεγαλώνοντας και μαθαίνοντας ακριβώς μ’ αυτόν τον τρόπο και την πόλη ολόκληρη! Έχω κάτσει κάτω από τη βροχή, έχω πέσει από κάθισμα -γελώντας με τους τίτλους αρχής στο “Holy Grail” των Μόντι Πάιθον, έχω κρυολογήσει -Σεπτέμβρη, στην ταράτσα του ΒΟΞ, βλέποντας ξανά το “Όλα για την Εύα” με τρέμουλο λόγω ψοφόκρυου-, έχω φωνάξει “χασάπη” τον μηχανικό προβολής -νομίζοντας πως στην “Ωραία της Ημέρας” υπάρχει πλάνο, το οποίο αποκαλύπτει το περιεχόμενο του διαβόητου κουτιού και λόγω κακής κατάστασης της κόπιας… “εξαφανίστηκε”-, έχω πλαντάξει στο κλάμα, έχουν πάρει γείτονες την Αστυνομία επειδή ούρλιαζα από τα γέλια -με ταινία των αδελφών Μαρξ, έχω κοιμηθεί -πολύ μικρός, στην “Κλεοπάτρα”, που θυμάμαι ως την πρώτη μεγάλου μήκους ξένη παραγωγή που είδα σε σινεμά και δη θερινό. Θυμάμαι τα πάντα! Μόνο εκεί έξω μπορείς ν’ αποκτήσεις τέτοιες αναμνήσεις. Από το σπίτι, στην τηλεόραση ή κι από λάπτοπ (τι ντροπή!), τι αναμνήσεις μπορεί ν’ αποκτά κανείς σήμερα;»
Πώς έμαθε σινεμά η γενιά μας;
«Εγώ έμαθα σινεμά χάρη στα θερινά -ειδικά τα κεντρικά της Αθήνας, και τα παλιά τους αφιερώματα, με πρόγραμμα που άλλαζε κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Από τρεις έως πέντε φορές την εβδομάδα πήγαινα σινεμά, από παιδί. Ήταν σχολείο τα θερινά. Γιατί βασίζονταν στα έργα ρεπερτορίου. Repertory. Κατάλαβες;»
Ένα σχόλιό σας για τη διανομή σήμερα;
«Η κινηματογραφική διανομή σήμερα δουλεύει για την… τηλεόραση! Δεν εννοώ τις στουντιακές ταινίες, αλλά τις ανεξάρτητες αγορές, με τίτλους που πρώτα “δοκιμάζονται” στα σινεμά… κι ό,τι πιάσουν, για να πουληθούν κατόπιν σε κανάλια, πλατφόρμες και άλλα συνδρομητικά. Ειδικά όσον αφορά την καλοκαιρινή περίοδο, όπου γίνεται και ένα είδος “αδειάσματος ραφιών” όπως το αποκαλώ. Αν δεν τα “πιάσει” ένα έργο στα θερινά, υπάρχει αυτή η “σανίδα σωτηρίας” των καναλιών, στα οποία τα φιλμ πουλιούνται καλύτερα όταν έχει προηγηθεί η έξοδός τους στα σινεμά. Είναι, πια, “κινηματογραφικός τίτλος”. Κάπως έτσι εξηγείται και η αδιαφορία των περισσότερων γραφείων διανομής προς τις επανεκδόσεις για το καλοκαίρι. Ένας παλιός τίτλος ρεπερτορίου, όταν ανήκει σε χολιγουντιανό στούντιο, δεν παρέχει κανένα επιπλέον δικαίωμα εκμετάλλευσης της ταινίας. Είναι θέμα επιλογής, με καθαρά οικονομικούς λόγους».
Έχει, τελικά, μέλλον το σινεμά ή πεθαίνει, όπως γράφουν οι Αμερικάνοι;
«Ταινία που βγήκε στα σινεμά εδώ στις 27 Ιουνίου, την πέτυχα στα τορεντάδικα σε άψογη ανάλυση και ποιότητα εικόνας και ήχου στις 25 Ιουλίου! Το Χόλυγουντ πυροβολεί τα πόδια του με τις πλατφόρμες κι ύστερα κατηγορεί την “πειρατεία”. Γιατί να πάει ο άλλος στο σινεμά και να πληρώσει, όταν σε κάνα μήνα θα το έχει στο σπίτι του, νόμιμα -με ένα ελάχιστο αντίτιμο μηνιαίας συνδρομής που αντιστοιχεί σχεδόν σε… ένα εισιτήριο!- ή παράνομα; Τι συνήθειες και “ήθη” είναι αυτά; Μαθαίνει ο κόσμος αυτή τη συνθήκη, πια. Και “Τιτανικός”, “Avatar”, “Joker” ή “Barbie” δε βγαίνει κάθε χρόνο, για να οδηγήσει τις μάζες στα ταμεία…»