Υπό την κάλυψη σφοδρών αεροπορικών και πυροβολικών επιθέσεων, ισραηλινές τεθωρακισμένες δυνάμεις κύκλωσαν την πόλη από τρεις πλευρές. Πλέον τα ισραηλινά τανκς βρίσκονται μέσο στο μεγαλύτερο αστικό κέντρο του παλαιστινιακού θύλακα και ισοπεδώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους.
Στην Πόλη της Γάζας, όπου κατοικούν περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι, οι εικόνες είναι εφιαλτικές: σπίτια που έχουν μετατραπεί σε ερείπια, δρόμοι γεμάτοι πρόσφυγες με κουβέρτες και σακούλες στα χέρια, παιδιά που κλαίνε μέσα στη σκόνη και τον καπνό. «Φόβος, μόνο φόβος… εκρήξεις πάνω από τα κεφάλια μας, όλη μέρα», περιγράφει κάτοικος στο CNN.
Περισσότεροι από 100 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν το τελευταίο 24ωρο, σύμφωνα με τοπικές αρχές, ενώ η UNICEF προειδοποιεί ότι 450.000 παιδιά βρίσκονται αντιμέτωπα με πείνα και ψυχολογικό τραύμα.
Η ισραηλινή στρατιωτική ηγεσία εκτιμά ότι 2.000 – 3.000 μαχητές της Χαμάς παραμένουν μέσα στην πόλη, αριθμός που αντιστοιχεί σε πολύ λιγότερο από το 1% του πληθυσμού. Παρ’ όλα αυτά, ολόκληρη η πόλη βρίσκεται υπό επίθεση. Στελέχη του IDF προειδοποιούν ότι η επιχείρηση απειλεί τους εναπομείναντες ομήρους, που εκτιμώνται σε περίπου 20, ενώ παραδέχονται ότι η Χαμάς έχει μετατραπεί σε αντάρτικο μέσα σε ένα δίκτυο εκατοντάδων χιλιομέτρων από σήραγγες.
Η εισβολή συνέπεσε με τη δημοσιοποίηση έκθεσης επιτροπής του ΟΗΕ, η οποία κατηγορεί το Ισραήλ για «τέσσερις γενοκτονικές πράξεις» κατά των Παλαιστινίων, περιλαμβανομένων των μαζικών θανάτων, του εκτοπισμού και της στέρησης βασικών αγαθών. Το Ισραήλ απέρριψε κατηγορηματικά το πόρισμα, όμως η ζημιά στην εικόνα του διεθνώς είναι μεγάλη.
Ακόμη και εκείνοι που απορρίπτουν τον όρο «γενοκτονία», σχολιάζουν πως αυτό που περιγράφουν οι ίδιοι πια οι υπουργοί του Ισραήλ και όχι οι επικριτές του, είναι μία μορφή εθνοκάθαρσης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προειδοποιεί ότι θα επανεξετάσει τις εμπορικές σχέσεις της με το Ισραήλ, ενώ Γαλλία και Βρετανία συζητούν την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους. Ο Βρετανός ΥΠΕΞ Γιβέτ Κούπερ χαρακτήρισε την επιχείρηση «απερίσκεπτη και φρικτή».
Εξαιρετικά δύσκολη η θέση της Ελλάδας, που από τη μία αναγνωρίζει τη σπουδαιότητα της στρατηγικής σχέσης με το Ισραήλ (ως και αντίβαρο στην τουρκική επιθετικότητα) και από την άλλη δεν μπορεί να κλείσει στα μάτια σε αυτό που και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, χαρακτήρισε «ανείπωτο πόνο».
Για τον Μπενιαμίν Νετανιάχου η εισβολή στην Πόλη της Γάζας δεν είναι μόνο στρατιωτική επιχείρηση – είναι μάχη πολιτικής επιβίωσης. Σχεδόν δύο χρόνια μετά την αιματηρή επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός βρίσκεται περικυκλωμένος από εσωτερική φθορά και διεθνή απομόνωση.
Οι στρατηγοί του IDF, με πρώτο τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εϊάλ Ζαμίρ, έχουν προειδοποιήσει ότι μια «τελική νίκη» απέναντι στη Χαμάς είναι ανέφικτη. Η επιμονή στην ολοκληρωτική καταστροφή της Χαμάς μοιάζει περισσότερο με πολιτικό αφήγημα παρά με ρεαλιστικό στρατιωτικό στόχο.
Ο Νετανιάχου όμως γνωρίζει ότι το τέλος του πολέμου θα σημάνει και το δικό του πολιτικό τέλος. Η κοινωνία τον κατηγορεί ότι αγνόησε τις προειδοποιήσεις για την 7η Οκτωβρίου· η δικαιοσύνη συνεχίζει να τον βαραίνει με υποθέσεις διαφθοράς. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πτώση της δημοτικότητάς του.
Για να κρατήσει την εύθραυστη πλειοψηφία του, εξαρτάται από τους ακροδεξιούς εταίρους που ζητούν όχι μόνο μόνιμη κατοχή αλλά και εποικισμό της Γάζας. Έτσι, ο πρωθυπουργός μετατρέπει τον πόλεμο σε εργαλείο επιβίωσης, αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος στο εξωτερικό και το ανθρώπινο κόστος στο εσωτερικό.
Μέχρι σήμερα, η Ουάσιγκτον συνεχίζει να παρέχει κρίσιμη πολιτική και στρατιωτική κάλυψη. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξαπέλυσε απειλές κατά της Χαμάς στα social media, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο επανέλαβε στην Ιερουσαλήμ ότι «δεν μπορεί να υπάρξει καλύτερο μέλλον για τη Γάζα χωρίς την εξάλειψη της Χαμάς».
Όμως, πίσω από τις δηλώσεις στήριξης, η αμερικανική υπομονή φθίνει. Η κυβέρνηση Τραμπ είχε πειστεί από τον Νετανιάχου ότι η επίθεση στην Πόλη της Γάζας θα ήταν το «τελικό χτύπημα». Αντί για αυτό, η Χαμάς παραμένει, οι όμηροι κινδυνεύουν, και η ανθρωπιστική καταστροφή βαθαίνει.
Το ρήγμα φάνηκε καθαρά στο πρόσφατο χτύπημα στο Κατάρ, όταν το Ισραήλ αγνόησε τις εκκλήσεις της Ουάσιγκτον να αποφευχθεί κλιμάκωση σε μια χώρα που λειτουργεί ως κεντρικός μεσολαβητής για τους ομήρους. Η απόφαση του Νετανιάχου να προχωρήσει χωρίς συνεννόηση θεωρήθηκε στην Ουάσιγκτον σχεδόν προσβολή. Αμερικανοί αξιωματούχοι μιλούν πλέον ανοιχτά για «κατάχρηση της αμερικανικής στήριξης» και εκτιμούν ότι ο πρόεδρος Τραμπ θα επιβάλει κατάπαυση πυρός αν η εισβολή δεν αποφέρει απτά αποτελέσματα.
Η ισραηλινή κυβέρνηση μιλά για «αποφασιστική μάχη», όμως η πραγματικότητα δείχνει πως η Πόλη της Γάζας δεν θα είναι η τελευταία πράξη. Αντί για στρατιωτικό θρίαμβο, η χώρα κινδυνεύει να μείνει με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς αμάχους, διεθνή κατηγορητήρια για γενοκτονία, ένα γιγαντωμένο ανθρωπιστικό χάος και έναν πρωθυπουργό που μάχεται για την καρέκλα του.