Την δική του απάντηση δίνει ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ), Δημήτρης Παπαστεργίου, σχετικά με την κριτική που ασκείται προς τις δημοτικές αρχές για τις ευθύνες που έχουν σε περιπτώσεις πυρκαγιών.διαμηνύοντας πως κανείς δεν νομιμοποιείται να κατηγορεί αναίτια τους δήμους.
Συγκεκριμένα αναφέρει:
«Επειδή πάει να στηθεί πολύ νωρίς φέτος ένα blame game για τις πυρκαγιές, ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Να απαντήσουμε καταρχάς σε ένα από τα πιο βασικά ερωτήματα που απασχολούν κάθε φορά τους πολίτες: Ποιες είναι πραγματικά οι αρμοδιότητες των Δήμων στο συγκεκριμένο ζήτημα; Γιατί δεν μπορούμε να πιστέψουμε πως θα μας αποδοθούν ευθύνες για πράγματα που είναι εκτός αρμοδιοτήτων μας…».
«Να ξεκαθαρίσουμε πως οι Δήμοι δεν έχουν την ευθύνη καθαρισμού των δασών, δεν είναι υπεύθυνοι για τη διάνοιξη των δασικών δρόμων και τον καθαρισμό των εκτός σχεδίου εκτάσεων, δεν έχουν την ευθύνη κοπής των δέντρων κάτω από γραμμές μεταφοράς ενέργειας. Για όλα τα παραπάνω, ξεκάθαρα δεν έχουμε ευθύνη κι αρμοδιότητα», τόνισε χαρακτηριστικά.
Οι Δήμοι έχουν ευθύνη κι αρμοδιότητα για τις δικές τους εκτάσεις, τους κοινόχρηστους χώρους, κάποια (όχι όλα) περιαστικά πάρκα και άλση, καθώς και την ευθύνη να κινηθούν οι διαδικασίες για να καθαριστούν ιδιωτικά οικόπεδα εντός σχεδίου. Αυτά και μόνο. Αν φυσικά έχουν τους πόρους και το προσωπικό να συνεισφέρουν σε περισσότερα, κατόπιν συνεννόησης, φυσικά και (θα) το κάνουν. Καλά έως εδώ;
Ας απαντήσουμε και σε ένα ακόμη κρίσιμο ερώτημα: Ήταν καμία από τις τελευταίες τεράστιες φωτιές, απόρροια πράξεων ή παραλείψεων των Δήμων; Κατηγορηματικά όχι.
Η Αττική, η Βόρεια Εύβοια και όλες οι άλλες πυρκαγιές που κατέκαψαν χιλιάδες στρέμματα δάσους, προέκυψαν ή αναπτύχθηκαν σε περιοχές ευθύνης των Δήμων; Φυσικά και όχι. Άσχετα με το αν οι Δήμαρχοι και όλος ο μηχανισμός των Δήμων ήταν εκεί νυχθημερόν για να βοηθήσουν επικουρικά τους μηχανισμούς του Κράτους ή γιατί – σε κάποιες περιπτώσεις – δεν υπήρξε άλλος πιο υπεύθυνος να κάνει τη δουλειά αυτή.
Συνεπώς αφήνουμε δάση, δασικούς δρόμους, αντιπυρικές ζώνες και εκτός σχεδίου χωράφια, για αυτούς που έχουν την ευθύνη καθαρισμού και προστασίας τους. Την οποία πάντως σίγουρα δεν έχουμε εμείς.
Πάμε στα εντός σχεδίου οικόπεδα, άλση και κοινόχρηστους χώρους. Πόσοι γνωρίζουν τη νόμιμη διαδικασία για το πως μπορούμε να καθαρίσουμε ένα οικόπεδο, ακόμη και με τη φετινή, θεωρητικά πιο ευέλικτη διαδικασία;
Σύμφωνα με το νέο θεσμικό πλαίσιο, από την 1η Μαΐου και μετά, πρέπει:
1. Να εντοπίσουμε τα οικόπεδα αυτά, ή να μας τα υποδείξουν οι πολίτες, όπως ευρέως γίνεται.
2. Στη συνέχεια πρέπει να εντοπίσουμε τον ιδιοκτήτη, αν είναι γνωστή η διεύθυνση κατοικίας του (και αν είναι μόνον ένας κλπ) , καθώς και να τον ειδοποιήσουμε εντός εύλογου διαστήματος (πχ. 10 ημερών) για την υποχρέωσή του να καθαρίσει την ιδιοκτησία του. Η ίδια διαδικασία γίνεται με ανάρτηση της πρόσκλησης στον πίνακα ανακοινώσεων του δήμου, σε περίπτωση που οι υπόχρεοι είναι άγνωστων στοιχείων ταυτότητας ή αγνώστου διαμονής.
3. Μετά την παρέλευση του διαστήματος αυτού, ελέγχουμε αν έχει γίνει καθαρισμός, ενώ σε περίπτωση περιφραγμένων ή επαρκώς περιτοιχισμένων χώρων ειδοποιούμε την πυροσβεστική, η οποία πρέπει να κάνει για κάθε οικόπεδο έλεγχο.
4. Στη συνέχεια, εφόσον συντρέχουν οι λόγοι, οφείλουμε να κινήσουμε διαδικασία για εισαγγελική εντολή εισόδου στην ιδιοκτησία και καθαρισμό της, με παράλληλη χρέωση του κόστους που θα προκύψει, στους ιδιοκτήτες.
Αυτή είναι η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσουμε, διαδικασία που απαιτεί χρόνο. Τη διαδικασία αυτή, δεν τη θεσμοθέτησε η αυτοδιοίκηση και όσα αναφέρουμε, είναι για να γνωρίζουν οι πολίτες την αλήθεια. Δεν τα αναφέρουμε ως δικαιολογία, γιατί δεν ψάχνουμε για δικαιολογίες.
Είναι η νομοθεσία που πρέπει να ακολουθηθεί, παρότι η δική μας άποψη, η οποία πάρα πολλές φορές στο παρελθόν έχει κατατεθεί, είναι πως τα οικόπεδα θα πρέπει την 1η Μαΐου να είναι καθαρά. Αν δεν είναι, μπαίνουμε και καθαρίζουμε χωρίς καμία άλλη ειδοποίηση, χρεώνοντας το κόστος στους ιδιοκτήτες.
Σε όλη την παραπάνω αναχρονιστική νομοθεσία, προσθέστε και τις συναρμοδιότητες με τα Δασαρχεία (όπου απαιτείται η άδειά τους πχ. για άλση), τους χρόνους που απαιτούν οι εγκρίσεις μελετών κλπ. Στη διάθεση οποιουδήποτε δύσπιστου ημερομηνίες, αριθμοί πρωτοκόλλου και πραγματικά παραδείγματα.
Πάμε τώρα και στο ζήτημα, πως οι Δήμοι ασκούν τις αρμοδιότητες που τους έχουν αποδοθεί. Δηλαδή με τι χρήματα και προσωπικό θα τα κάνουν όλα αυτά οι Δήμοι.
Ο Δήμος μου, ο Δήμος Τρικκαίων, έχει έκταση 610.000 στρέμματα. Ένα μικρό κομμάτι είναι αστικό, τα υπόλοιπα χορτολιβαδικές εκτάσεις, άλση, περιαστικό πράσινο, δάση. Το ετήσιο ποσό που λαμβάνουμε (ευτυχώς φέτος δόθηκε εγκαίρως) είναι 57.000 ευρώ! Το ποσό αυτό προφανώς δεν φτάνει ούτε για τους μισθούς εργατών και χειριστών μηχανημάτων έργων, που απαιτούνται για τα τελείως στοιχειώδη.
Τελικά, ο Δήμος μου και φέτος θα αναγκαστεί να δαπανήσει πάνω από 300.000 ευρώ, αφού ευτυχώς έχει ακόμη πολύ πράσινο.
Ειλικρινά, αν νομίζει κανείς ότι με τα χρήματα αυτά μπορεί να κάνει καλύτερα τη δουλειά, ότι μπορεί να παρέχει αποτελεσματικότερη και καλύτερη πολιτική προστασία, μετά χαράς παραχωρούμε τα χρήματα αυτά μαζί με τις αρμοδιότητες.
Ας είμαστε σοβαροί. Αν θέλουμε να συνεχίζουμε να ψάχνουμε σε ποιον θα μείνει ο “μουτζούρης”, ποιοι θα παραμείνουν και στο μέλλον οι αυτοφωράκηδες του Δημοσίου, οι Δήμαρχοι, είναι ένας εξαιρετικά εύκολος στόχος.
Αν θέλουμε όμως να είμαστε υπεύθυνοι και ουσιαστικοί, πρέπει να στηρίξουμε με πράξεις κι όχι με λόγια τις απαραίτητες νέες εθνικές στρατηγικές και ένα νεοσύστατο, πλην τελείως γυμνό από αρμοδιότητες και πόρους υπουργείο.
Χρειάζονται ειλικρινείς απαντήσεις σε μια σειρά από ερωτήματα:
– Θα τρέξει το πρόγραμμα αγοράς εξοπλισμού από το Ταμείο Ανάκαμψης; Αν ναι, πότε;
– Θα απλοποιηθεί επιτέλους η νομοθεσία για να κάνουμε τη δουλειά μας; Ή μήπως τελικά έχουμε τόσο αλλοτριωθεί ως χώρα που θεωρούμε ότι η δουλειά μας είναι η γραφειοκρατία;
– Θα δοθούν επαρκείς πόροι για την πολιτική προστασία ή απλώς μας ενδιαφέρει να φύγει η ευθύνη από πάνω μας;
Όταν όλα τα παραπάνω απαντηθούν, τότε ίσως φτιάξουμε και ένα σοβαρό σύστημα πολιτικής προστασίας, Μέχρι τότε, θα συνεχίζουμε Αρχές, δημοσιογράφοι και άλλοι φορείς να παίζουμε ένα τελείως άχαρο παιχνίδι ευθυνών, που κάνει τους πολίτες να χάνουν την όποια εμπιστοσύνη έχουν ακόμη προς τα θεσμικά όργανα του κράτους»