© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Σε σκηνοθεσία Πέπης Μοσχοβάκου και μουσική Γιάννη Οικονόμου, η Λίλη Τσεσματζόγλου ερμηνεύει ξανά, εννέα χρόνια μετά, αυτόν τον αλληγορικό μονόλογο, με σαρκασμό και χιούμορ· μιλήσαμε μαζί της.
Θα θέλατε να μας συστήσετε το έργο; Με τι θα έρθει σε επαφή ο θεατής;
«Διαβάζοντας ξανά και ξανά αυτό το υπέροχο κείμενο της Στέλλας Ζαφειροπούλου, συνειδητοποιώ πως είναι δεκάδες οι στιγμές που ταυτίζεται κανείς μαζί του. Κι αυτό, γιατί το “Φλάι” μιλάει για την ίδια τη ζωή, έτσι ακριβώς όπως είναι. Στην ωμή της πραγματικότητα. Με τις δυσκολίες και τις ανασφάλειες που βιώνει, ή έχει βιώσει στο παρελθόν κάποιος, σχετικά με την ίδια του την ταυτότητα και στο πόσο αυτή η ταυτότητα είναι, καταρχάς, αναγνωρίσιμη και αποδεκτή από τον ίδιο του τον εαυτό και κατ’ επέκταση από το κοινωνικό του περιβάλλον. Το “Φλάι” είναι μια ειλικρινής εξομολόγηση σχετικά με τον ρόλο που έχει ο έρωτας στη ζωή του καθενός, πώς τον χειρίζεται και πώς τελικά τον καταστρέφει, καθώς επιβάλει στον άλλον τις δικές του συμπεριφορές και συνήθειες, στην αδυναμία του να αποδεχτεί και να κατανοήσει τη διαφορετικότητά του που είναι δεδομένη. Σε κάθε εικόνα του έργου, αναγνωρίζουμε και μια συνθήκη στην οποία έχουμε υπάρξει σχετικά με το οικογενειακό μας περιβάλλον. Σχετικά με φράσεις και γεγονότα που, ενδεχομένως, μας έχουν στοιχειώσει, καθώς η κοινωνία αναπαράγει, χωρίς δεύτερη σκέψη συνήθως, συμπεριφορές και φράσεις που αναγκάζουν την κάθε γενιά να κάνει βήματα επί τόπου ή ακόμα χειρότερα να οπισθοδρομεί. Το “Φλάι” είναι ο απόλυτος ύμνος στη διαφορετικότητα».
Μιλήστε μας για την περίφημη Goniurellia Tridens· τι ακριβώς είναι; Και ποια είναι η ιστορία της;
«Η Goniurelia Tridens είναι ένα είδος μύγας που τα φτερά της έχουν τη μορφή δύο μυρμηγκιών. Η πρωταγωνίστρια του “Φλάι”, η Στελλόμυγα, έχει αποφασίσει να δει τον εαυτό της μέσα από τα μάτια αυτού του τόσο ιδιαίτερου πλάσματος, μιας και η ίδια είναι και αισθάνεται ιδιαίτερη, γεγονός που την κάνει να μην μπορεί να υπάρξει πουθενά. Έτσι, βρίσκει καταφύγιο μέσα στο μυαλό της, πλάθοντας έναν άλλον κόσμο, προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να βιώσει τη ζωή, τον έρωτα και τη διαφορετικότητά της, πάντα μέσα από τα μάτια αυτής της μύγας. Λέει και σκέφτεται αλήθειες που αγγίζουν την ψυχή και το στομάχι του θεατή, με χιούμορ, ερωτισμό, τρέλα, θυμό, παράπονο».
Η παράσταση ανεβαίνει εννέα χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή της. Έχουν αλλάξει πράγματα από τότε -στο ανέβασμα, στην ερμηνεία σας;
«Η βάση παραμένει η ίδια, όμως σίγουρα έχουν αλλάξει πολλά, κυρίως μέσα μου. Και μιλάω για τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι το κείμενο της Στέλλας. Σίγουρα και η Πέπη Μοσχοβάκου, η σκηνοθέτης της παράστασης είδε και φώτισε κι άλλα σημεία του κειμένου, καθώς κι εκείνη με τη σειρά της κατανόησε βαθύτερα την ουσία αυτού του έργου. Το θέατρο είναι στ’ αλήθεια ζωντανός οργανισμός και καθώς η μία μέρα δεν μπορεί να είναι ποτέ η ίδια με την προηγούμενη σε μια παράσταση, σκέψου όταν έχουν περάσει εννέα ολόκληρα χρόνια. Φέτος, αισθάνομαι πολύ πιο περήφανη και ευλογημένη που έχω την ευκαιρία να εκφέρω σε μια γωνιά της Αθήνας δύο φορές την εβδομάδα τόσο σπουδαία λόγια, νοήματα, σκέψεις και πληροφορίες. Αυτή είναι και η ουσία του ηθοποιού, άλλωστε. Αυτή η εκστατική χαρά του μοιράσματος, που τότε, πριν εννέα χρόνια, δεν τη βίωνα τόσο έντονα».
Θυμάστε σκέψεις, συναισθήματα, όταν είχατε συναντήσει πρώτη φορά το κείμενο της Στέλλας Ζαφειροπούλου;
«Με μεγάλη τιμή και χαρά δέχτηκα το έργο αυτό, καθώς αντιλήφθηκα αμέσως πως πρόκειται για ένα πολύ προσωπικό κείμενο ενός ανθρώπου που το εμπιστευόταν ξαφνικά στα χέρια μου, χωρίς να γνωριζόμασταν καθόλου. Με συγκίνησε ιδιαίτερα το πάθος και η τόλμη της Στέλλας, που με απόλυτη σιγουριά και δυναμισμό ήθελε αυτό το κείμενο να ταξιδέψει στις ψυχές των ανθρώπων. Και χαίρομαι, ιδιαίτερα, που είμαι μέρος αυτού του ταξιδιού και φέτος».
Λίγα λόγια για τη σκηνοθετική προσέγγιση της Πέπης Μοσχοβάκου;
«Η Πέπη ήταν και είναι η ιδανική σκηνοθέτης αυτού του έργου. Με απόλυτη σιγουριά με οδήγησε εκεί που ούτε εγώ η ίδια πίστεψα πως θα φτάσω. Είχε από την αρχή πολύ καθαρή ματιά και απόλυτο έλεγχο στο πώς και τι θέλουμε να πούμε σε κάθε σκηνή, οδηγώντας με στο αποτέλεσμα με αναφορές, πολλές φορές, από την ίδια της τη ζωή, που, θέλοντας και μη, με παρέσυραν και σε άλλα μονοπάτια πέραν του έργου της Στέλλας και εμπλούτισαν τον κόσμο που χρειάστηκε να πλάσω υποκριτικά, κάνοντάς με να συνειδητοποιώ κάθε φορά πόσο σπουδαίο είναι το κείμενο της Στέλλας και πόσο μας αφορά όλους. Με απόλυτη γενναιοδωρία μου πρόσφερε το μάτι του παρατηρητή, που πρόσεχε, προστάτεψε αλλά και έσπρωξε στα άκρα όταν χρειάστηκε. Χωρίς φλυαρίες και εντυπωσιασμούς, προσπάθησε να προσεγγίσει και να φωτίσει στο μεδούλι της την κάθε σκηνή και την κάθε ανάσα του έργου».
Θα επιλέξετε να μας πείτε, λίγα λόγια από τον μονόλογο;
«“Η ιδιαίτερη ζωή έχει πολλές τρύπες, ενώ η συνηθισμένη μπαλώματα. Εγώ τις άφηνα πάντα ανοιχτές, όλες τις τρύπες, μέχρι που όταν πια δεν μπορούσαν να σταθούν πάνω μου, τις έβαλα σ’ ένα μεγάλο γυάλινο κάδρο, όλες τις παλιές μου ζώνες, με τις τρύπες. Το κρέμασα στον τοίχο, το φώτισα κιόλας. Το βράδυ όταν κοιμάμαι είναι το φως που μου κάνει παρέα. Χωρούσε πολλές μέσα, άλλες με περισσότερες, άλλες με λιγότερες. Τρύπες, μπάλωμα πουθενά”».
Η μοναξιά επί σκηνής φαντάζει ιδιαίτερα απαιτητική. Είναι;
«Κάθε βήμα στη σκηνή είναι απαιτητικό. Η τέχνη του ηθοποιού είναι λίγο σαν τον πρωταθλητισμό, είτε όμως το άθλημα είναι ομαδικό, είτε ατομικό, το σημαντικότερο όλων είναι να έχεις έναν εσωτερικό κόσμο που να μπορείς κάθε στιγμή να συνομιλείς πρώτα μαζί του και ύστερα με οποιονδήποτε άλλον. Χωρίς τη σύνδεση με τον εαυτό σου και ό,τι αυτός εμπεριέχει τη δεδομένη περίοδο και στιγμή, καθώς αυτό αλλάζει και εξελίσσεται, δεν πας πουθενά. Οπότε, όχι, η σκηνική μοναξιά δεν με τρομάζει καθόλου. Καθώς δεν με τρομάζει ούτε η μοναξιά στη ζωή».
Θεατρική ερμηνεία και τηλεοπτική ερμηνεία; Νιώθετε κάπου περισσότερο;
«Δεν μπορώ να συγκρίνω το θέατρο με τίποτε άλλο. Είναι αυτή η κάθε στιγμή που ψάχνεις να σκάψεις και να επικοινωνήσεις με τα βάθη της ύπαρξής σου, ζωντανά μπροστά στα μάτια του κόσμου, που το κάνουν θεόρατα συναρπαστικό καθώς, για μερικά δευτερόλεπτα, γίνεσαι διάφανος μπροστά τους και έτοιμος να μοιραστείς τα πιο βαθιά σου μυστικά με την απόλυτη προστασία ενός θεατρικού έργου».
Θα μοιραστείτε μαζί μας μια αγαπημένη σας συνήθεια;
«Η καθημερινή υπενθύμιση στον εαυτό μου, μαζί με τον πρωινό καφέ, για το πόσο τυχερή και ευλογημένη είμαι για όσα έχω».
Ένα βιβλίο που διαβάσατε, τελευταία, και σας άρεσε;
«“Η σχολή των Θεών” του Elio D’ Anna».
Κι ένα αγαπημένο που θα θέλατε να διαβάσετε ξανά;
«To “1Q84” του Haruki Murakami».
Χαρακτηριστικά που εκτιμάτε ιδιαίτερα στους άλλους;
«Την ευγένεια, την καλοσύνη, τη διάκριση και τη βαθιά ανάγκη για δημιουργία· όποιας μορφής δημιουργία».
Και κάποια που σας απωθούν;
«Ο απόλυτος, εγωιστής, ξεροκέφαλος άνθρωπος».
Μια αγωνία σας;
«Να πάψω να είμαι ερωτευμένη με τη ζωή».
Να κλείσουμε με μια ευχή σας;
«Ας δίνουμε χώρο και ανάσα ο ένας στον άλλον να υπάρξει, όπως ακριβώς του αρέσει».
Ταυτότητα παράστασης
«Φλάι» της Στέλλας Ζαφειροπούλου
Σκηνοθεσία: Πέπη Μοσχοβάκου
Ερμηνεία: Λίλη Τσεσματζόγλου
Σκηνικά-κοστούμια: Κική Μήλιου
Σχεδιασμός Φωτισμών: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Μουσική: Γιάννης Οικονόμου
Φωτογραφίες: Νικόλας Γρηγορίου
Creative Agency: Aloha Design Studio
Βοηθοί σκηνοθέτη: Μάγδα Κουστέρη, Νικόλας Λεβέντης
Εκτέλεση παραγωγής: Άννα Παπαδάκου
Παραγωγή: BREAK A LEG ATHENS
Η παράσταση παίζεται μέχρι και 7 Γενάρη στο Faust και από 16/1 και μετά θα φιλοξενείται στο θέατρο Olvio τις Πέμπτες