Η πανδημία και ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας έχουν δείξει πως η σταθερότητα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη, επομένως οι αυξανόμενοι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αστάθεια την παγκόσμια οικονομία στο μέλλον, είναι το μήνυμα που στέλνει η Κριστίν Λαγκάρντ σε άρθρο της στην γαλλική οικονομική εφημερίδα Les Échos με αφορμή την 25η επέτειο από την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
«Εάν εμείς, ως Ευρωπαίοι, θέλουμε να συνεχίσουμε να διαδραματίζουμε ρόλο στην παγκόσμια σκηνή, πρέπει να δράσουμε από κοινού. Πρέπει να σημειώσουμε περαιτέρω πρόοδο προς την ολοκλήρωση, να εισαγάγουμε πιο αποτελεσματικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων και να αναπτύξουμε μια μόνιμη δημοσιονομική ικανότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πρέπει να είμαστε σε θέση να παρέχουμε κοινή απάντηση στις κρίσεις, όπως κάναμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Μια ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική που συμπληρώνει τη νομισματική πολιτική θα μας επέτρεπε να αποφύγουμε πολλές εντάσεις και ανισορροπίες», συμπληρώνει σε συνέντευξή του στην ίδια εφημερίδα ο Φάμπιο Πανέτα, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ.
Στο άρθρο της η Κριστίν Λαγκάρντ υπογραμμίζει τον ρόλο της ΕΚΤ ως εγγυητή της σταθερότητας σε έναν κόσμο που κλυδωνίζεται, ενώ αναφέρεται και στις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι προκάτοχοι της τονίζοντας, ωστόσο, ότι η ΕΚΤ ήταν πάντα επικεντρωμένη στην οικοδόμηση ισχυρότερων θεμελίων για το μέλλον της Ευρώπης.
Επισημαίνει την ανταπόκριση της ΕΚΤ σε δύσκολες κρίσεις, όπως αυτή του Covid-19 αλλά και τη σημερινή αποφασιστικότητα της για περιορισμό της ανόδου των τιμών, ενώ υπογραμμίζοντας τους κινδύνους του πληθωρισμού, τονίζει: «Ωστόσο, θα διασφαλίσουμε, ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2% και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον αυξήσαμε τα επιτόκια με πρωτοφανή ρυθμό, και θα τα διατηρήσουμε σε αυτά τα επίπεδα, για όσο διάστημα χρειαστεί».
Υπογραμμίζοντας ότι η άσκηση της νομισματικής πολιτικής πρέπει να βασίζεται σε ένα ισχυρό τραπεζικό σύστημα και ότι η χρηματοπιστωτική σταθερότητα αποτελεί προϋπόθεση για τη σταθερότητα των τιμών και το αντίστροφο, αναφέρει, ότι η Ευρώπη, αντιμέτωπη με έναν πιο απρόβλεπτο κόσμο, μπορεί να ενισχύσει την ανθεκτικότητα σε δύο μέτωπα.
«Καθώς ο κόσμος γίνεται πιο απρόβλεπτος, η Ευρώπη μπορεί να ενισχύσει την ανθεκτικότητα σε δύο μέτωπα. Αφενός, με την ενοποίηση των κεφαλαιαγορών, η Ευρώπη μπορεί να διευκολύνει καλύτερα τις επενδύσεις προς τους τομείς της πράσινης οικονομίας και του ψηφιακού μετασχηματισμού που είναι τόσο καίριοι για τη μελλοντική της ανάπτυξη. Αφετέρου, με την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι ο τραπεζικός τομέας θα συμβάλλει ώστε σε μελλοντικές κρίσεις οι κίνδυνοι να περιορίζονται αντί να ενισχύονται», σημειώνει, υπενθυμίζοντας παράλληλα αυτό που είχε πει κάποτε ως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η Σιμον Βέιγ: «χρειαζόμαστε μια Ευρώπη ικανή για αλληλεγγύη, ανεξαρτησία και συνεργασία».
«Αυτή η φράση αποτυπώνει ακριβώς αυτό που αντιπροσωπεύει το ευρώ. Το ευρώ τελικά είναι κάτι παραπάνω από ένα νόμισμα. Είναι η ισχυρότερη μορφή ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και αντιπροσωπεύει μια ενωμένη Ευρώπη που εργάζεται από κοινού, προστατεύοντας και ωφελώντας όλους τους πολίτες της», καταλήγει.