Ο Γκολντστάιν, ως μέλος της Ενωσης Εβραϊκής Προστασίας (JDL), είχε διαποτιστεί από τον ακραίο εθνομηδενισμό του ιδρυτή της, Μέιρ Καχάνε, εξτρεμιστή αμερικανοεβραίου ραβίνου, και αργότερα ισραηλινού πολιτικού.
Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, στις 5 Νοεμβρίου του 1990, ο Καχάνε, είχε μόλις τελειώσει την ομιλία του στο ξενοδοχείο Marriott East Side στο κέντρο του Μανχάταν, όταν ένας Αμερικανός αιγυπτιακής καταγωγής, του έριξε μια σφαίρα στο λαιμό.
Ο άνθρωπος που πίστευε στην δύναμη των φόνων, πέθανε από τα χέρια του «εχθρού» που διαπνεόταν από την ίδια ιδεολογία.
Τη στιγμή που δολοφονήθηκε, το κίνημά του βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης, στερημένο από κεφάλαια, μαστιζόμενο από εσωτερικές διαμάχες και κυνηγημένο από τις αρχές των ΗΠΑ, ως τρομοκρατικό.
Οι περισσότεροι πίστευαν ότι το όνομά του θα ξεχαστεί. Λάθος!
Ως πράκτορας του FBI, τη δεκαετία του 1960, ο Καχάνε διείσδυσε στην ακροδεξιά αντισημιτική οργάνωση «Τζον Μπερτς» παριστάνοντας τον χριστιανό ώστε να δίνει πληροφορίες.
Από την παιδική του ηλικία ονειρευόταν να γίνει πρωθυπουργός του Ισραήλ. Αντ’ αυτού έγινε ο ηγέτης ενός κινήματος που περιφρονήθηκε από όλο το πολιτικό φάσμα (πριν φουντώσει , στις μέρες μας). Στις πολλαπλές προσπάθειές του να εισέλθει στην Κνεσέτ, τα κατάφερε μόνο μία φορά, το 1984, πριν το κόμμα του, Καχ, αποκλειστεί από την εκλογική διαδικασία, μετά την σφαγή στην Χεβρώνα.
Την επόμενη ημέρα της εκλογής του ο Καχάνε και οι υποστηρικτές του έκαναν πορεία νίκης στο Δυτικό τείχος στην παλιά Ιερουσαλήμ. Περνώντας εσκεμμένα από τον αραβικό τομέα της παλιάς πόλης, οι οπαδοί του έσπαγαν τζαμαρίες σε καταστήματα, αναποδογύριζαν πάγκους με λαχανικά, χτυπούσαν περαστικούς και λέγοντας στους τρομοκρατημένους Άραβες πως το τέλος της παραμονής τους στη Γη του Ισραήλ ήταν κοντά.
Ο Καχάνε, ήταν κήρυκας ενός μείγματος εξτρεμιστικού εθνομηδενισμού και αποκαλυπτικού θρησκευτικού φονταμενταλισμού.
Ισχυριζόταν ότι η βία ήταν εβραϊκή αξία και η εκδίκηση θεϊκή εντολή.
«Πατέρας» του κινήματος των εποικισμών, αγωνιζόταν για την εκδίωξη των Παλαιστινίων από όλα τα εδάφη που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του Ισραήλ- το κόμμα που ίδρυσε, το Kach, ήταν το πρώτο του Ισραήλ που έκανε αυτήν την ιδέα κεντρικό αίτημα της πολιτικής του.
Οραματιζόταν «ένα κράτος της εβραϊκής ολότητας» στο οποίο όλα τα ζητήματα θα αποφασίζονταν σύμφωνα με την ιδιότυπη ερμηνεία του εβραϊκού νόμου.
Κατά τη διάρκεια της σύντομης θητείας του ως βουλευτής, όπως αναφέρει ο Guardian, ζήτησε την απαγόρευση του γάμου μεταξύ Εβραίων και Αράβων και την ποινικοποίηση του σεξ μεταξύ Εβραίων και μη Εβραίων.
Εισηγήθηκε επίσης να καταστεί παράνομη η προσβολή του Ιουδαϊσμού και να υποχρεωτική η τήρηση του Σαββάτου.
Απαίτησε τον εθνοθρησκευτικό διαχωρισμό στις δημόσιες υπηρεσίες της χώρας, ακόμη και στις παραλίες της.
Η πολιτική σταδιοδρομία του Καχάνε σημαδεύτηκε από αποτυχίες. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του φαινόταν στους περισσότερους Ισραηλινούς ως μια γκροτέσκα , εξ Αμερικής, εισαγόμενη προσωπικότητα.
Η αδυσώπητη δημαγωγική εκστρατεία του για την εκδίωξη των Παλαιστινίων, του απέφερε κάποια φήμη και μια μικρή ομάδα φανατικών οπαδών. Ωστόσο, δεν απόλαυσε ποτέ την αποδοχή της πλειοψηφίας που πίστευε ότι του είχε υποσχεθεί η θεία πρόνοια.
Ο Καχάνε είχε αντλήσει μεγάλο μέρος της υποστήριξής του από την αδικημένη εργατική τάξη, κυρίως μιζραχί (σσ: οι απόγονοι των τοπικών Εβραϊκών κοινοτήτων που υπήρχαν στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική από τη βιβλική εποχή μέχρι τη σύγχρονη ) και παρουσίαζε το κίνημά του ως λαϊκίστικη εξέγερση ενάντια στην κοσμική, προοδευτική ελίτ του Ισραήλ, των Ασκενάζι ( που προέρχονταν τις εβραϊκές κοινότητες της δυτικής και ανατολικής Ευρώπης).
Στον απόηχο των βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας της δεύτερης ιντιφάντα, ο καχανισμός ενισχύθηκε από έναν όλο και πιο ριζοσπαστικό εσχατολογικό επιχείρημα: Το Ισραήλ για να επιζήσει είναι καταδικασμένο σε πόλεμο. Αυτό μπορεί να τελειώσει μόνο με μια ολοκληρωτική νίκη ότι τελικά, όπως έλεγε ο Καχάνε: «Ή αυτοί ή εμείς».
Για περισσότερα από 30 χρόνια, το πολιτικό σύστημα του Ισραήλ διατήρησε ένα cordon sanitaire που κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να αποκλείσει το κόμμα του από την κυρίαρχη πολιτική και το κοινοβούλιο. Αλλά στα τέλη της δεκαετίας του 2010, η προσπάθεια κατάρρευσε. ΄
Με φόντο τους διαδοχικούς πολέμους στη Γάζα, βετεράνοι Καχανιστές μαχητές με πλούσιο ποινικό μητρώο άρχισαν να εμφανίζονται στην τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ιδέες που κάποτε ήταν ταμπού έγιναν κοινός τόπος.
Όπως δείχνουν τα γεγονότα, η υποστήριξη για την εκδίωξη των Παλαιστινίων έπαψε να είναι μια περιθωριακή πρόταση και έγινε μέρος της ρουτίνας της πολιτικής συζήτησης.
Αποδείχτηκε ότι ο Καχανισμός δεν πέθανε. Επέζησε – όχι στην πλήρη θεοκρατική του μορφή, αλλά ως υπερεθνικιστικό όραμα μιας κυβέρνησης, που θέλει να εξαγνιστεί από οποιαδήποτε μη εβραϊκή παρουσία.
Από το 2022, με παρέμβαση του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, κόμματα που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν πολύ επικίνδυνα για να συμμετάσχουν στις εκλογές αποτελούσαν πλέον μέρος της κυβέρνησης συνασπισμού.
Ο Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ, παλαι ποτέ συντονιστής νεολαίας του Καχ και πλούσιο ποινικό μητρώο, έγινε υπουργός εθνικής ασφάλειας, υπεύθυνος για την εποπτεία της αστυνομίας.
Σε ένα άρθρο του Ιανουαρίου 2025 για τη φιλελεύθερη καθημερινή Haaretz , ο βετεράνος Ισραηλινός δημοσιογράφος Gideon Levy περιέγραψε αυτό που ακολούθησε από τις 7 Οκτωβρίου ως τον πρώτο καχανιστικό πόλεμο της χώρας .
Στα μέσα Οκτωβρίου του 2023, το υπουργείο πληροφοριών του Ισραήλ ετοίμασε μια λευκή βίβλο που συνιστούσε την εκδίωξη του πληθυσμού της Γάζας στην έρημο του Σινά. Αφού ο Ντόναλντ Τραμπ, τον Φεβρουάριο του 2025, ανακοίνωσε το δικό του σχέδιο εκτοπισμού των 2 εκατομμυρίων κατοίκων της Γάζας, η κυβέρνηση Νετανιάχου μετέτρεψε την καχανιστική εμμονή της «μεταφοράς» σε επίσημη πολιτική. Ο υπουργός Άμυνας, Ίσραελ Κατζ, διέταξε τον στρατό να προετοιμαστεί για την υλοποίησή της.
Βαθιά μέσα στις τάξεις της ισραηλινής δεξιάς, έχουν αρχίσει να ανθίζουν ακόμη πιο φρικιαστικές, βίαιες φαντασιώσεις από την εκδίωξη των Παλαιστινίων, σημειώνει ο Guardian.
Ο Νισίμ Βατούρι, μέλος της Κνεσέτ του Λικούντ, δήλωσε σε πρόσφατη ραδιοφωνική του συνέντευξη ότι τα ισραηλινά στρατεύματα θα πρέπει να «χωρίσουν τα γυναικόπαιδα και να σκοτώσουν τους ενήλικες άνδρες στη Γάζα», προσθέτοντας: «Μέχρι τώρα είμαστε πολύ σχολαστικοί».