Για το λόγο αυτό, ετοιμάζονται από το υπουργείο Εργασίας μέτρα στήριξης των μέσων μισθών, που θα εστιάζουν ακριβώς στην καλύτερη αξιοποίηση και επέκταση των Κλαδικών Συμβάσεων. Έτσι, εκτιμάται ότι μπορεί να προκύψει πραγματική αύξηση στο εισόδημα εκατοντάδων χιλιάδων εργαζόμενων, οι οποίοι βρίσκονται σε υψηλότερο κλιμάκιο και άρα δέχονται περιορισμένη την επίδραση των κατώτατων αποδοχών.
Με τις σχετικές ανακοινώσεις να αναμένονται σε αδρές γραμμές στη ΔΕΘ από τον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, οι κατευθύνσεις που έχουν δοθεί έως τώρα εστιάζονται στα εξής επίμαχα σημεία: Στήριξη των επιχειρήσεων με περαιτέρω μείωση ασφαλιστικών εισφορών, ώστε να προσφέρουν αυξήσεις αισθητά πάνω από τα επίπεδα του πληθωρισμού. Προώθηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ) με ταχύτατη επέκτασή τους για το σύνολο ενός κλάδου, ακόμα και αν κάποιες από τις μνημονιακές προϋποθέσεις που έχουν τεθεί, δεν θα εφαρμόζονται πλήρως και θα παρακάμπτονται. Χορήγηση των τριετιών, όπου διαπιστώνεται ότι «μπλοκάρονται» από επιχειρήσεις, με εκτεταμένους ελέγχους από την Ανεξάρτητη Αρχή Επιθεώρησης Εργασίας (ΑΑΕΕ) και σε αυτό το πεδίο. Έλεγχος και για την καταβολή του επιδόματος γάμου (10% επί του μισθού).
Όλα τα παραπάνω, αν εφαρμοστούν, εκτιμάται ότι θα δώσουν «ανάσα» σε χιλιάδες εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι στενάζουν υπό το βάρος της παρατεταμένης ακρίβειας σε βασικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Ειδικά ως προς το σκέλος των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ), διαπιστώνεται ότι η αποδυνάμωσή τους, που συντελέστηκε το 2010, ελέω οικονομικής κρίσης και μνημονίων, παραμένει σχεδόν αμετάβλητη.
Από τις 65 κλαδικές συμβάσεις και τις 14 ομοιοεπαγγελματικές που είχαν καταγραφεί το 2010, το 2023 υποχώρησαν στις 16 και 7 αντίστοιχα. Επίσης, το 2023 υπήρχαν άλλες 43 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις που βρίσκονταν σε ισχύ.
Συνολικά, υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε 808.000 οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, καλύφθηκαν το 2023 από μια τέτοια συλλογική σύμβαση. Με δεδομένο ότι, από τα στοιχεία του συστήματος Εργάνη, το σύνολο των μισθωτών εργαζομένων ήταν την ίδια περίοδο 2.550.090, προκύπτει ότι κάλυψη από ΣΣΕ, είχε μόνο το 31,6% του συνόλου.
Σε αυτό το μικρό ποσοστό ένταξης των εργαζομένων σε ΣΣΕ, επιδρά και το πρόσθετο στοιχείο ότι, από τις 43 ΣΣΕ του 2023, μόλις οι 5 κηρύχθηκαν από το Υπουργείο Εργασίας, ως γενικώς υποχρεωτικές στους κλάδους τους (ξενοδοχεία, τουριστικά και επισιτιστικά καταστήματα, αισθητικοί, ιδιωτική ασφάλιση και ναυτικά επαγγέλματα).
Οι υπόλοιπες ΣΣΕ, όπως σημειώνεται στην Ετήσια Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία από το Ινστιτούτο Εργασίας (ΙΝΕ) της ΓΣΕΕ, είναι υποχρεωτικές μόνο για τα μέλη των συμβαλλόμενων μερών (εργοδοτών και εργαζομένων). Διαπιστώνεται όμως, η πρακτική πολλών επιχειρήσεων να δηλώνουν ότι δεν είναι μέλη των εργοδοτικών τους οργανώσεων, με σκοπό να αποφύγουν την εφαρμογή των ΣΣΕ, άρα και των αυξήσεων που απορρέουν από αυτές. Εκεί ακριβώς, αναμένεται να επιδιώξει να παρέμβει το υπουργείο Εργασίας, για να αντιστρέψει την κατάσταση.
Έτσι, διαπιστώνεται ότι δεν έχει σημειωθεί καμία ουσιαστική βελτίωση, αναφορικά με την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ώστε να αυξηθεί και ο αριθμός των ΣΣΕ.
Η έκδοση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας (2022/2041) για τους «επαρκείς κατώτατους μισθούς στην ΕΕ», προβλέπει ότι στα κράτη – μέλη (όπως η Ελλάδα), όπου η κάλυψη από συλλογικές διαπραγματεύσεις υπολείπεται του 80% των εργαζομένων, οφείλουν να θεσπίσουν πλαίσιο με τους αναγκαίους όρους για την προώθησή τους. Σε αυτό το επίπεδο και με δεδομένο ότι η συγκεκριμένη Οδηγία πρέπει να κυρωθεί στο εθνικό δίκαιο της Ελλάδας, το αργότερο μέχρι τις 15 Νοεμβρίου, επίκεινται παρεμβάσεις από το υπουργείο Εργασίας, ώστε να στηριχθούν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Η αρμόδια νέα υπουργός, Νίκη Κεραμέως, έχει αναφερθεί σε μικρές παρεμβάσεις στο πλαίσιο της συγκεκριμένης Οδηγίας. Δεν μπορούν, ωστόσο, να αποκλειστούν ευρύτερες πρωτοβουλίες προς τις συνδικαλιστικές οργανώσεις (εργαζομένων και εργοδοτών), ώστε να στηριχθούν περισσότερο στο μέλλον, οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.
Αντίθετα, οι επιχειρησιακές συμβάσεις, ακολουθούν μια σχετικά σταθερή πορεία, με μικρές μεταπτώσεις, το ίδιο χρονικό διάστημα. Τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, δείχνουν ότι από τις 227 επιχειρησιακές συμβάσεις που υπογράφηκαν το 2010, το 2023 υπογράφηκαν 209, δηλαδή περιορίστηκαν ελάχιστα. Όμως αυτές οι επιχειρησιακές συμβάσεις καλύπτουν μόλις 137.171 μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα. Μάλιστα, οι 150 εξ αυτών των συμβάσεων (ποσοστό 71%), που καλύπτουν 78.051 εργαζόμενους, διατηρούν αμετάβλητες τις αποδοχές. Άρα, απομένουν άλλες 59 επιχειρησιακές συμβάσεις που υπογράφηκαν το 2023 (ποσοστό 29), που προβλέπουν μισθολογικές αυξήσεις, για μόλις 59.120 εργαζόμενους.
Το γεγονός ότι η πτώση των πραγματικών μισθών στην Ελλάδα, όπως αναδείχτηκε στην πρόσφατη Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία από το Ινστιτούτο Εργασίας (ΙΝΕ) της ΓΣΕΕ, οφείλεται στην ταχύτερη αύξηση των τιμών των καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών, σε σχέση με τους ονομαστικούς μισθούς, επίσης προβληματίζει.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ονομαστικός μέσος μισθός θα μπορούσε να αυξηθεί 10,9% το 2022 και 4,5% το 2023. Αντ’ αυτού το 2022 αυξήθηκε μόλις κατά 1,4% για να καλύψει τον στόχο του 4,5% ένα χρόνο αργότερα. Το διανεμητικό κενό των 9,5 ποσοστιαίων μονάδων που καταγράφηκε το 2022, ακόμα ταλαιπωρεί την αγορά εργασίας και φέρει αρνητική επίδραση στους μέσους μισθούς.
Γι’ αυτό το λόγο η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μισή ποσοστιαία μονάδα με το νέο έτος, εκτιμάται ότι θα συνδράμει στη βελτίωση των ονομαστικών μισθών, θα περιορίσει το διανεμητικό κενό, άρα θα βοηθήσει και τους μέσους μισθούς να ανακάμψουν. Δεν μπορεί να αποκλειστεί μάλιστα, οι υπόλοιπες 0,5 μονάδες μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, που η Κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να πραγματοποιηθούν το 2027, να επισπευσθούν, ώστε η θετική επίδραση επί των μισθών (ονομαστικών και μέσων) να είναι ακόμα μεγαλύτερη.