Θεωρείται ένας από τους πατέρες των Κλασσικών Οικονομικών. Από τα πιο σημαντικά στοιχεία συμβολής του στην οικονομική σκέψη είναι η Αρχή του Συγκριτικού Πλεονεκτήματος και η Εργασιακή Θεωρία της Αξίας, ενώ ασχολήθηκε επίσης έντονα με θέματα κέρδους, φορολογίας και δημόσιου χρέους.
Και ενώ εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι ανά τον κόσμο έχουν ίσως διαβάσει το σημαντικότερο έργο του («Αρχές της Πολιτικής Οικονομίας και Φορολογίας», που εκδόθηκε το 1817), λίγοι γνωρίζουν την προσωπική ιστορία του.
Ο λόγος για τον Ντέιβιντ Ρικάρντο, ο οποίος γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1772 στο Λονδίνο και ήταν το τρίτο παιδί, σε μία εβραϊκή οικογένεια με τουλάχιστον 17 παιδιά (ορισμένοι μελετητές ανεβάζουν τον αριθμό στα 23). Ο πατέρας του, Αβραάμ Ίσραηλ Ρικάρντο, ήταν χρηματιστής στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου. Και ο Ντέιβιντ ακολούθησε τα βήματά του από πολύ νωρίς.
Ενώ η οικογένειά του έδινε έμφαση στην παιδεία, ο Ρικάρντο δεν σπούδασε ποτέ και τίποτα σχετικό με τον κλάδο στον οποία κατέληξε να αφιερώσει τη ζωή του. Αντιθέτως γοητευμένος από τη δουλειά του πατέρα του (που πρόσφερε και μία σχετική άνεση στην οικογένεια παρά τον μεγάλο αριθμό παιδιών), σε ηλικία 14 ετών παράτησε το σχολείο.
Ακολούθησε έτσι τον πατέρα του στο χρηματιστήριο, προκειμένου να αποκομίσει πρακτική εμπειρία σε σχέση με το επάγγελμα που επρόκειτο να ακολουθήσει. Μάθαινε πολύ γρήγορα και εξελισσόταν ταχύτατα.
Σε ηλικία 21 ετών είχε ήδη βγάλει αρκετά χρήματα και ήθελε να αρχίσει τη δική του οικογένεια. Τότε ήταν που ήρθε σε πλήρη ρήξη με την οικογένειά του, με τον πατέρα του να τον αποκληρώνει. Και τούτο γιατί επέλεξε να παντρευτεί μία μη Εβραία.
Συνέχισε ωστόσο να εργάζεται στο χρηματιστήριο και ήταν ένας από τους πιο επιτυχημένους traders της εποχής του στο Λονδίνο. Σε ηλικία 42 ετών είχε πια τόση οικονομική άνεση, που αποφάσισε να συνταξιοδοτηθεί και να αφιερώσει την υπόλοιπη ζωή του στη θεωρία των Οικονομικών και τη συγγραφή.
Η πρώτη φορά που ο Ρικάρντο ήρθε σε επαφή με τη θεωρία των οικονομικών ήταν το 1799, σε διακοπές με τη γυναίκα του στο Μπαθ της Αγγλίας. Εκεί για να περάσει το χρόνο του, αγόρασε και μελέτησε το βιβλίο του Άνταμ Σμιθ, «Ο πλούτος των εθνών».
Ο Τζον Μέιναρντ Κέυνς έχει πει ήταν το «πιο σπουδαίο μυαλό της οικονομικής επιστήμης», ενώ ο Mark Skousen τον έχει χαρακτηρίσει ως τον «πλουσιότερο οικονομολόγο όλων των εποχών».
Προς το τέλος της ζωής του, στις αρχές του 1823, Ντέιβιντ Ρικάρντο, όντας ζωηρός υποστηρικτής της Ελληνικής Επανάστασης, έγινε ένα από τα μέλη της Φιλελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου. Πέθανε στις 11 Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους.