Διακοπές στην εφοδιαστική αλυσίδα και στην παραγωγή, άνοδος των τιμών της ενέργειας και υψηλοί ρυθμοί πληθωρισμού: Ο συνεχιζόμενος πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει ανατρέψει τα δεδομένα στην παγκόσμια οικονομία, καθώς το κόστος του ξεπερνά τα 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με νέα μελέτη του Ινστιτούτου Γερμανικής Οικονομίας της Κολωνίας (IW),
«Ο πόλεμος στην Ουκρανία κόστισε στην παγκόσμια οικονομία πολύ πάνω από 1.600 δισεκατομμύρια δολάρια πέρυσι» αναφέρει η μελέτη του γερμανικού Ινστιτούτου. «Σύμφωνα με την εκτίμηση του IW, η παγκόσμια οικονομική παραγωγή το 2022 θα ήταν πολύ πάνω από 1.600 δισεκατομμύρια δολάρια υψηλότερη, από ό,τι θα ήταν χωρίς τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία», γράφει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Μίκαελ Γκρέμλινγκ
«Το 2023, αν συνεχιστεί ο πόλεμος, οι απώλειες στην παγκόσμια παραγωγή θα μπορούσαν να ανέλθουν σε άλλο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια», αναφέρει η μελέτη.
Βάση για τον υπολογισμό και την εκτίμηση του γερμανικού ινστιτούτου ήταν οι φθινοπωρινές προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
«Η οικονομία έχει υποστεί μεγαλύτερη ζημιά από ό,τι φαίνεται», προειδοποιεί ο Μίκαελ Γκρέμλινγκ
Σύμφωνα με την έρευνα, ο πόλεμος οδήγησε σε διακοπές εφοδιασμού και παραγωγής παγκοσμίως. Επιπλέον, οι τιμές της ενέργειας έχουν εκτοξευθεί στα ύψη. Ο πληθωρισμός έχει αυξηθεί απότομα παντού και έχει μειώσει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. «Λαμβάνοντας υπόψη τις αβέβαιες οικονομικές προοπτικές, το αυξανόμενο κόστος χρηματοδότησης (ως αποτέλεσμα της αύξησης των επιτοκίων παγκοσμίως) και την άνοδο της τιμής των κεφαλαιουχικών αγαθών, οι εταιρείες σε όλο τον κόσμο καθυστερούν τις επενδύσεις τους».
Σύμφωνα με τη μελέτη του IW, οι απώλειες θα πρέπει να είναι κάπως χαμηλότερες το 2023 από ό,τι το 2022, διότι υποτίθεται ότι οι παγκόσμιες αγορές εμπορευμάτων και ενέργειας θα περιορίσουν τις ζημιές. Ωστόσο, οι αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες θα χάσουν περίπου το 40% περισσότερο από ό,τι το 2022, λόγω της μείωσης της παγκόσμιας παραγωγής το 2023.
Η έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία που κάθε άλλο παρά προφανής είναι και η όξυνση των γεωπολιτικών εντάσεων σε διάφορα μέρη του κόσμου δεν προοιωνίζονται άλλωστε καλές εξελίξεις. Οι ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός παραμένει ένα επίμονο πρόβλημα στις ΗΠΑ αρχίζουν να εμφανίζονται ξανά, επιβαρύνοντας τις αγορές. Τα σχόλια αξιωματούχων της Fed υπέρ μιας πιο σκληρής γραμμής στη νομισματική πολιτική πυροδότησε επίσης φόβους ότι τα επιτόκια των ΗΠΑ θα μπορούσαν να κορυφωθούν υψηλότερα από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως.
Αλλά και στην Ευρωζώνη τα νερά δεν είναι ήρεμα. Η Κριστίν Λαγκάρντ και άλλοι τραπεζίτες έχουν προειδοποιήσει ότι ο πληθωρισμός είναι πολύ υψηλός και οι αυξήσεις επιτοκίων δεν έχουν τελειώσει.
Οι αναλυτές στρατηγικής της JPMorgan Chase προειδοποίησαν μάλιστα τους επενδυτές ότι υπάρχει υπερβολική αισιοδοξία. «Οι επενδυτές που έχουν γίνει υπερβολικά αισιόδοξοι για τις οικονομικές προοπτικές, θα πρέπει να προετοιμαστούν για απογοήτευση, σύμφωνα με αναλυτές στρατηγικής της JPMorgan Chase.
«Πρώτον, είναι πολύ νωρίς για να πούμε ότι δεν θα υπάρξει ύφεση μετά την επιθετική αύξηση των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, ειδικά επειδή ο αντίκτυπος της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία μπορεί να καθυστερήσει κατά ένα ή δύο χρόνια», ανέφερε η JPMorgan Chase.
Η ζημιά έχει γίνει και τα μεγάλα προβλήματα μάλλον δεν έχουν εμφανιστεί ακόμα…