Το πόσα χρήματα βγάζει ο μέσος πολίτης δεν λέει την πλήρη αλήθεια, γιατί οι τιμές διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Ένας μέτριος μισθός μπορεί να προσφέρει πολύ υψηλότερο βιοτικό επίπεδο σε μια φθηνή χώρα απ’ ό,τι σε μια ακριβή.
Παίζουν επίσης ρόλο οι ώρες εργασίας: υπάρχουν χώρες που επιτυγχάνουν υψηλό εισόδημα με λιγότερη δουλειά και περισσότερο ελεύθερο χρόνο.
Έχοντας αυτά κατά νου ο Economist κατέταξε 178 χώρες χρησιμοποιώντας τρία διαφορετικά κριτήρια:
Τα τρία κράτη που κυριαρχούν συνολικά είναι η Ελβετία, η Σιγκαπούρη και η Νορβηγία.
Σε απόλυτους αριθμούς (τρέχουσες τιμές), πρώτη είναι η Ελβετία, με μέσο εισόδημα πάνω από 100.000 δολάρια το 2024. Ακολουθούν η Σιγκαπούρη με 90.700 δολάρια και η Νορβηγία με 86.800 δολάρια.
Μετά την προσαρμογή για τοπικές τιμές, η Σιγκαπούρη ανεβαίνει στην κορυφή, καθώς είναι πιο φθηνή από την Ελβετία.
Μετά την προσαρμογή για τις ώρες εργασίας, πρώτη έρχεται η Νορβηγία, όπως και πέρυσι, με το Κατάρ και τη Δανία να ακολουθούν.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, κατατάσσονται αντίστοιχα στην 4η, 7η και 6η θέση. Η Βρετανία βρίσκεται πολύ χαμηλότερα: 19η, 27η και 25η.
Η θέση κάθε χώρας ανάλογα με το κριτήριο δείχνει και τις κοινωνικές της ιδιαιτερότητες. Σε χώρες όπου λίγες γυναίκες εργάζονται, όπως η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία, το εισόδημα ανά ώρα φαίνεται υψηλότερο, επειδή συγκεντρώνεται σε λιγότερα άτομα.
Αντίθετα, σε χώρες με πολύ νεανικό ή πολύ ηλικιωμένο πληθυσμό, όπως η Νιγηρία και η Ιταλία, η μικρή εργασιακή βάση στηρίζει μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Η Γουιάνα είναι η χώρα που αναρριχήθηκε ταχύτερα φέτος, κερδίζοντας 17 θέσεις κατά μέσο όρο, χάρη στην έκρηξη πετρελαίου που αύξησε τα εισοδήματα κατά 40% σε ένα μόλις έτος.
Στον πάτο της κατάταξης βρίσκεται το Μπουρούντι, όπου πάνω από το μισό του πληθυσμού είναι κάτω των 17 ετών και το κατά κεφαλήν εισόδημα αντιστοιχεί στο 0,15% του ελβετικού.
Ακόμα και μετά την προσαρμογή στο κόστος ζωής ένας Ελβετός βγάζει όσα 100 πολίτες του Μπουρούντι.
Από την κατάταξη αποκλείονται πολύ μικρά ή ιδιόμορφα κράτη, όπως η Ιρλανδία (λόγω της τεχνητής διόγκωσης του ΑΕΠ από τις πολυεθνικές), το Λουξεμβούργο (εξαιτίας των διασυνοριακών εργαζομένων) και νησιά όπως τα Μπερμούντα.
Το σύστημα δεν λαμβάνει υπόψη τη διανομή του πλούτου, ούτε την αξία περιουσιακών στοιχείων. Σε ορισμένες χώρες τα επίσημα στοιχεία είναι ελλιπή ή αμφισβητούμενα.
Καμία μέτρηση από μόνη της δεν μπορεί να αποτυπώσει πλήρως την ευημερία. Όμως, οι συνδυαστικοί δείκτες προσφέρουν έναν πολύτιμο οδηγό για το πού στον κόσμο ο πλούτος συνοδεύεται και από ποιότητα ζωής.