Στις σημειώσεις του δεν περιλαμβάνονταν συγκεκριμένες απειλές προς συγκεκριμένους ανθρώπους, αλλά πρόδωσαν μια «εχθρική διάθεση για την εταιρική Αμερική».
Ο συλληφθείς φέρεται να είχε γράψει στον ιστότοπο κριτικής βιβλίων Goodreads, και να δίνει «τέσσερα αστέρια» στο «Industrial Society and Its Future του Θίοντορ Καζίνσκι», το ευρύτερα γνωστό ως «μανιφέστο Unabomber».
Ο Καζίνσκι γεννήθηκε στις 22 Μαΐου του 1942 στο Σικάγο από εργατική τάξη, Πολωνών Αμερικανών δεύτερης γενιάς. Στα 16 του πήρε μέρος σε διαγωνισμό νοημοσύνης και η βαθμολογία του ήταν τόσο υψηλή (167) που το Χάρβαρντ του πρόσφερε υποτροφία για να σπουδάσει μαθηματικά.
Από την ηλικία των 25 άρχισε να διδάσκει στο Μπέρκλεϊ. Το 1969 παραιτήθηκε και αφού έκανε κάποια μαθήματα επιβίωσης, απομονώθηκε σε μια καλύβα χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα ή τρεχούμενο νερό κοντά στο Λίνκολν της Μοντάνα, προσπαθώντας να γίνει αυτάρκης. Την περίοδο αυτή ξεκινά τη δράση του με την κατασκευή και αποστολή βομβών.
Οι επιθέσεις του διαβόητου Unabomber με παγιδευμένα δέματα τρομοκρατούσαν για χρόνια την Αμερική. Από το 1978 μέχρι το 1995 έστειλε 16 βόμβες, κρυμμένες σε ταχυδρομημένα δέματα, σε πρόσωπα και επιχειρήσεις. Σκότωσε τρεις ανθρώπους και τραυμάτισε 23. Συνελήφθη, ύστερα από μακροχρόνιες έρευνες το 1996 και δύο χρόνια μετά καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Ο Τεντ Κατσίνσκι κρατείτο στην φυλακή υψίστης ασφαλείας Φλόρενς του Κολοράντο, όπου είχε εκτίσει ποινή και ο βαρόνος των ναρκωτικών Ελ Τσάπο. Βρέθηκε νεκρός στο κελί του το 2023.
Ο Καζίνσι είχε κηρύξει «πόλεμο» στην τεχνολογία και την πρόοδο, καθώς κατασκεύαζε τις βόμβες στην καλύβα του. Το προσωνύμιο «Unabomber» προέκυψε από τους πρώτους του στόχους. Επρόκειτο για πανεπιστημιακούς και αεροπορικές εταιρείες (University and Airline Bomber).
Το 1995, έστειλε μια επιστολή στους The New York Times και υποσχέθηκε να «σταματήσει την τρομοκρατία» εάν οι Times ή η The Washington Post δημοσιεύσουν το δοκίμιο του «Η Βιομηχανική Κοινωνία και το Μέλλον της» (Industrial Society and The Future), στο οποίο υποστήριξε ότι οι βομβιστικές επιθέσεις του ήταν ακραίες, αλλά απαραίτητες για να τραβήξει την προσοχή στη διάβρωση της ανθρώπινης ελευθερίας και αξιοπρέπειας από τις σύγχρονες τεχνολογίες που απαιτούν μεγάλης κλίμακας οργάνωση.