Άλλωστε, δεν είναι πλέον μυστικό ότι η Τουρκία έδωσε το πράσινο φως στους τζιχαντιστές της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ να εξαπολύσουν την επίθεση για την κατάληψη της Συρίας. Αφού πρώτα τους εξόπλισε τους χρηματοδότησε και τους εκπαίδευσε στην μικρή περιοχή του Ιντλίμπ. Οι τζιχαντιστές και οι άλλες φιλο-τουρκικές φατρίες επιτέθηκαν με αστραπιαίες και συντονισμένες επιχειρήσεις και κατάφεραν να καταλάβουν όλα τα στρατηγικά σημεία στη Συρία σε μόλις 12 ημέρες.
Άλλωστε, ο συριακός στρατός είχε εξαφανιστεί και οι στρατιώτες προτιμούσαν να απέχουν από τις μάχες.
Στόχος του Ερντογάν είναι η επέκταση της λεγόμενης ζώνης ασφαλείας στα σύνορα μεταξύ Τουρκίας και Συρίας, που έχουν μήκος 928 χλμ. «Προς το παρόν, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα ελέγχονται από τον τουρκικό στρατό. Ο Τούρκος πρόεδρος σκοπεύει να χρησιμοποιήσει την κατάσταση για να επεκτείνει τις περιοχές που ελέγχονται από τον τουρκικό στρατό.
Όλα ξεκίνησαν λοιπόν από την επαρχία του Ιντλίμπ, που είχε πέσει τον Μάρτιο του 2015 στα χέρια των τζιχαντιστών , που τότε συσπειρώνονταν στο μέτωπο «Αλ Νούσρα»-παρακλάδι της Αλ Κάιντα, που στο μεταξύ μετατράπηκε σε Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ Σαμ.
Ακόμη και όταν ο Μπασάρ Αλ Άσαντ ζήτησε για πρώτη φορά την άμεση επέμβαση της Ρωσίας για να εδραιώσει την εξουσία του, οι ισλαμιστές πολιτοφύλακες δεν έφυγαν ποτέ από το Ιντλίμπ, ούτε κατά τα χρόνια της προέλασης του κυβερνητικού στρατού.
«Η επαρχία Ιντλίμπ είχε μετατραπεί σε προπύργιο των τζιχαντιστών και των άλλων φιλο-τουρκικών αντικυβερνητικών οργανώσεων», εξηγούν στην «Ναυτεμπορική» δημοσιογραφικές πηγές στη Γείτονα. «Και αυτό για δύο τουλάχιστον, λόγους: πρώτον, λόγω της στήριξης που παρείχε το καθεστώς Ερντογάν στις οργανώσεις αυτές και δεύτερον γιατί εκεί είχαν καταφύγει οι περισσότεροι αντίπαλοι του Ασαντ».
Ο Ντιντιέ Μπιγιόν, αναπληρωτή διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών και Στρατηγικών Σχέσεων (IRIS),εξηγεί ότι «η Τουρκία, φυσικά, από το 2017, διαθέτει περίπου 15.000 άνδρες στην επαρχία Ιντλίμπ. Η προετοιμασία αυτής της επιχείρησης των τζιχαντιστών, που εξέπληξε τους πάντες, δεν έγινε κρυφά. Το γνώριζαν οι τουρκικές υπηρεσίες πληροφοριών. Οι Τούρκοι έδιναν τουλάχιστον κάποιου είδους σιωπηρή αποδοχή».
Ακόμη και μετά τη σύνοδο κορυφής της Αστάνα μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας το 2016 , όταν Μόσχα και Άγκυρα δεσμεύτηκαν να διασφαλίσουν την απομάκρυνση των τζιχαντιστών από το Ιντλίμπ, ο Αλ Τζολάνι, ηγέτης της Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ Σαμ, ίδρυσε στην επαρχία μια πραγματική κυβέρνηση μαζί με άλλες αντικυβερνητικές ομάδες. Μια κυβέρνηση που έλαβε βοήθεια από την Τουρκία- η τουρκική λίρα ήταν το επίσημο νόμισμα στο Ιντλίμπ-ενώ οι τζιχαντιστές μπόρεσαν να αυτοχρηματοδοτηθούν μέσω της είσπραξης φόρων από τον τοπικό πληθυσμό.
Το «Κράτος των τζιχαντιστών» που ιδρύθηκε στην Ιντλίμπ άρχισε να έχει τη δική του δυναμική και να οργανώνεται με έναν πραγματικό στρατό. Όχι μόνο αυτό, αλλά όλοι οι ισλαμιστές πολιτοφύλακες που παρέμειναν στην επαρχία του Ιντλίμπ όλα τα προηγούμενα χρόνια, εκπαιδεύονταν από την Τουρκία για να επιστρέψουν στις πόλεις από τις οποίες έφυγαν και να εκδικηθούν την κυβέρνηση Ασαντ .
Η Wall Street Journal αποκάλυψε μάλιστα ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο ίδιος ο Αλ Τζολάνι είχε ιδρύσει «στρατιωτικές ακαδημίες», όπου οι ισλαμιστές πολιτοφύλακες εκπαιδεύονταν από Τούρκους στρατιωτικούς συμβούλους σε τεχνικές μάχης και επιθέσεις σε οχυρές θέσεις.
Η κατάσταση αυτή δεν ήταν εντελώς άγνωστη σε διεθνές επίπεδο: Μόλις πέρυσι, δημοσιογράφοι του Γαλλικού Πρακτορείου κατόρθωσαν να φτάσουν σε ένα από τα στρατόπεδα εκπαίδευσης των τζιχαντιστών στην επαρχία Ιντλίμπ, όπου κατέγραψαν σε βίντεο τους πολιτοφύλακες να ορκίζονται εκδίκηση εναντίον του Άσαντ.
«Η ιδέα της επανέναρξης των εχθροπραξιών κατά του συριακού κυβερνητικού στρατού, μπήκε στο μυαλό του αλ Τζολάνι τουλάχιστον πριν από ένα χρόνο», τονίζουν στην «Ν» οι ίδιες πηγές. «Ισως να εμπνεύστηκαν και από το παράδειγμα που έδωσε η Χαμάς με την τρομοκρατική της επίθεση ης 7ης Οκτωβρίου 2023 , στο Ισραήλ.
Οι τζιχαντιστές φαίνεται να έπεισαν την Τουρκία ότι μπορούν να ανατρέψουν το καθεστώς Ασαντ, γεγονός που συνέβαλε και στο αδιέξοδο στον διάλογο που ξεκίνησε δειλά πέρυσι μεταξύ Ερντογάν και Άσαντ.
«Η συριακή αντιπολίτευση φαίνεται ότι έπεισε την Άγκυρα ότι μπορεί να καταλάβει τη Συρία, με δεδομένο ότι ο συριακός κυβερνητικός στρατός ήταν σε κακά χάλια, ενώ οι δύο στυλοβάτες του καθεστώτος Ασαντ-η Ρωσία και το Ιράν- αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα στα δικά τους μέτωπα», τονίζουν οι ίδιες πηγές.
Σε κάθε περίπτωση, η ανατροπή του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ, ενισχύει το περιφερειακό βάρος της Τουρκίας. «Αγκάθι» οι Κούρδοι
Όπως λέει ο εμπειρογνώμονας για την Τουρκία, Ερέν Γκιουβερσίν «ο Ερντογάν επενδύει στη μετά Άσαντ εποχή εδώ και χρόνια. Αλλά πρέπει να δούμε πώς θα αντιμετωπίσει η νέα πολιτική ηγεσία στη Δαμασκό την τουρκική εμπλοκή. Γιατί δεν συμφωνούν όλες οι ένοπλες ομάδες με την Τουρκία και τον ρόλο της στη Συρία».
Ειδικά , οι Κούρδοι της Συρίας είναι το μεγάλο αγκάθι για τον Ερντογάν που σκοπεύει σύντομα να εξαπολύσει μεγάλη επίθεση ενάντια στις κουρδικές «Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG)
Το ερώτημα είναι εάν τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες η νέα εξουσία στη Δαμασκό θα είναι στο ίδιο μήκος κύματος με την Τουρκία ή, αντίθετα, σε μια λεγόμενη «συμπεριληπτική λογική», θα ενσωματώσει και τους Κούρδους στην κυβέρνηση. Σε αντίθετη περίπτωση, ο κίνδυνος θα είναι μια διχοτόμηση της Συρίας, δηλαδή με μια κουρδική περιοχή, σε μια ζώνη των Αλαουιτών και μια περιοχή των Δρούσων.
Νικητές και ηττημένοι στην επόμενη ημέρα της Συρίας