Nα στηριχθεί η Τυνησία, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρή οικονομική κρίση, ούτως ώστε να περιοριστεί η «μεταναστευτική πίεση» προς την Ευρώπη ζήτησαν σήμερα Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και η πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι
«Στην Τυνησία, η πολύ μεγάλη πολιτική ένταση, η οικονομική και κοινωνική κρίση που μαίνεται, απουσία μιας συμφωνίας με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι πολύ ανησυχητικές», είπε ο Γάλλος πρόεδρος στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες.
Το γεγονός αυτό «οδηγεί σε μεγάλη αποσταθεροποίηση της χώρας και της περιοχής και σε αυξημένη μεταναστευτική πίεση για την Ιταλία και την ΕΕ», συνέχισε, προτρέποντας τις χώρες «να δράσουν από κοινού» σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να βοηθήσουν την Τυνησία. «Χρειάζεται, βραχυπρόθεσμα, να σταματήσουμε τις μεταναστευτικές ροές από την Τυνησία που εντείνουν αυτήν την πίεση», επέμεινε ο Μακρόν, διευκρινίζοντας ότι συζήτησε το θέμα αυτό με την Ιταλίδα πρωθυπουργό στις διμερείς επαφές που είχαν.
«Εάν δεν αντιμετωπίσουμε αυτά τα προβλήματα με ικανοποιητικό τρόπο, υπάρχει κίνδυνος να ξεσπάσει ένα μεταναστευτικό κύμα χωρίς προηγούμενο», προειδοποίησε από την πλευρά της η Μελόνι, η οποία συζήτησε το θέμα και με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι, ο οποίος θα μεταβεί στην Τυνησία ενός των επόμενων ημερών. Πρόσθεσε ότι θα πρέπει να εργαστούν οι χώρες σε διπλωματικό επίπεδο ώστε να πειστούν οι δύο πλευρές, η τυνησιακή κυβέρνηση και το ΔΝΤ, να συνάψουν μια συμφωνία για την οικονομική σταθεροποίηση της περιοχής.
Η Τυνησία διαπραγματεύεται εδώ και πολλούς μήνες ένα δάνειο ύψους περίπου 2 δισεκ. δολαρίων από το ΔΝΤ αλλά οι συζητήσεις φαίνεται να έχουν βαλτώσει μετά την κατ’ αρχήν συμφωνία που ανακοινώθηκε στα μέσα Οκτωβρίου.
Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ εκτίμησε την Δευτέρα ότι η κατάσταση στην Τυνησία είναι «πολύ επικίνδυνη» και μάλιστα έκανε λόγο για κίνδυνο «κατάρρευσης» του κράτους που θα οδηγούσε σε «μεταναστευτικές ροές προς την ΕΕ και αστάθεια στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής».
Η ανάλυση αυτή ωστόσο απορρίφθηκε από την Τύνιδα ως «δυσανάλογη»