Μετά από σχεδόν τρεις ώρες συνομιλιών, οι δύο άνδρες εμφανίστηκαν για να δηλώσουν ότι υπήρξε πρόοδος. Όμως αποχώρησαν από τη συνέντευξη Τύπου, χωρίς να εξηγήσουν τι ακριβώς είχαν επιτύχει.
Ένα πράγμα ήταν ξεκάθαρο: καμία συμφωνία δεν επιτεύχθηκε. Και η κατάπαυση του πυρός που ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι ήθελε να τεθεί σε ισχύ μέχρι τη λήξη της συνόδου απέχει ακόμη πολύ από την πραγματικότητα, καθώς εκείνος μεταθέτει ολοένα και περισσότερο την ευθύνη στον Ουκρανό Πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι για να «κάνει συμφωνία».
«Υπήρξαν πολλά, πολλά σημεία στα οποία συμφωνήσαμε, τα περισσότερα, θα έλεγα», είπε ο Τραμπ στη συνέντευξη Τύπου, μιλώντας μετά τον Πούτιν. «Σε μερικά μεγάλα θέματα δεν έχουμε ακόμη πλησιάσει, αλλά έχουμε κάνει πρόοδο».
Αλλα σε άλλο σημείο ήταν πιο ξεκάθαρος: «Δεν υπάρχει συμφωνία μέχρι να υπάρξει συμφωνία».
Οι δύο ηγέτες αποχώρησαν από το βήμα χωρίς να απαντήσουν σε ερωτήσεις.
Ήταν ένα ασαφές τέλος σε μια εντυπωσιακή σύνοδο, η οποία —παρά τα πολλά της σκοτεινά σημεία— φάνηκε να σηματοδοτεί την επανένταξη του Πούτιν στη διπλωματική σκηνή.
Παρόλα αυτά, τα σημάδια του πόσο δύσκολη θα είναι η αποστολή του Τραμπ ήταν εμφανή από τη στιγμή που ξεκίνησε η συνάντηση.
Την ώρα που οι πρόεδροι αντάλλασσαν χειραψία στον διάδρομο προσγείωσης της Αεροπορικής Βάσης Elmendorf, στην Ουκρανία ηχούσαν συναγερμοί για επερχόμενα ρωσικά drones και αεροσκάφη, μια ένδειξη της πρόθεσης του Πούτιν να συνεχίσει τον πόλεμο, ακόμη κι όταν ο Τραμπ τον περιέβαλλε με τιμές στο αμερικανικό έδαφος.
Αμφότεροι οι ηγέτες μίλησαν για μια «παραγωγική συνάντηση» και για «πολλά σημεία συμφωνίας». Ο Τραμπ, σε συνέντευξή του στο Fox αμέσως μετά, δέχτηκε ερωτήσεις για πιθανές παραχωρήσεις εδαφών στη Ρωσία και για πιθανά αμερικανικά μέτρα ασφαλείας για την Ουκρανία.
«Νομίζω ότι αυτά είναι σημεία που διαπραγματευτήκαμε και σε μεγάλο βαθμό συμφωνήσαμε», είπε, χωρίς να επεκταθεί. Επέμεινε όμως ότι «η Ουκρανία πρέπει να συμφωνήσει». Στο ερώτημα τι θα συμβούλευε τον Ζελένσκι, απάντησε: «Πρέπει να κάνεις συμφωνία».
Όσο πλησιάζαμε προς τις συνομιλίες, ήταν όλο και πιο σαφές ότι η τελική εικόνα θα έμοιαζε με αποτυχία, παρά με επιτυχία. Ο Τραμπ είχε υποσχεθεί ότι θα «αποχωρήσει» αν δεν του άρεσαν όσα θα άκουγε από τον Πούτιν, είχε απειλήσει να υποβαθμίσει τη συνέντευξη Τύπου σε εμφάνιση του ενός και είχε προειδοποιήσει τη Μόσχα για «σοβαρές» συνέπειες αν ο πόλεμος δεν έληγε.
Όμως, καθώς πετούσε προς την Αλάσκα, παραδέχτηκε ότι δεν ήξερε τι πραγματικά θα σήμαινε επιτυχής συνάντηση, υπονοώντας ότι θα το καταλάβαινε «όταν την έβλεπε».
Τελικά, η επιτυχία αποδείχτηκε εξίσου δυσδιάκριτη στο τέλος της συνόδου όσο και στην αρχή της.
Στην ίδια αρχική συνέντευξη μέσα στο Air Force One, ο Τραμπ ανέφερε ότι τόσο ο Πούτιν όσο και ο Ζελένσκι θέλουν την παρουσία του σε μια πιθανή δεύτερη συνάντηση — κάτι που είχε θέσει εξαρχής ως ύψιστο στόχο. «Και οι δύο με θέλουν εκεί, και θα είμαι εκεί», είπε.
Αλλά στη συνέντευξη Τύπου δεν αναφέρθηκε σε τριμερή συνάντηση. Αρκέστηκε να πει ότι θα τηλεφωνήσει «σε διάφορους ανθρώπους που θεωρώ κατάλληλους» — ανάμεσά τους και στον Ζελένσκι — για να τους ενημερώσει για τις συνομιλίες.
Ο μόνος πάντως μελλοντικός διάλογος που αναφέρθηκε επί σκηνής ήταν μια πιθανή δεύτερη συνάντηση με τον Πούτιν. «Θα σας μιλήσουμε πολύ σύντομα, και πιθανότατα θα σας δούμε πάλι πολύ σύντομα», είπε ο Τραμπ. «Την επόμενη φορά στη Μόσχα», απάντησε ο Πούτιν στα αγγλικά, φράση που φαινόταν να αποκλείει τον Ζελένσκι.
Η επιστροφή του Πούτιν στη διπλωματική σκηνή ήταν εμφανής ήδη από την άφιξή του στις ΗΠΑ: το χαμόγελό του, καθώς κοιτούσε από το παράθυρο της λιμουζίνας του Τραμπ, έδειχνε πολλά.
Είχαν περάσει δέκα χρόνια από την τελευταία φορά που ο Πούτιν βρέθηκε στην Αμερική και ακόμη περισσότερα από τότε που είχε προσκληθεί σε μια σημαντική προεδρική σύνοδο. Μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, είχε γίνει παρίας για πολλούς δυτικούς ηγέτες, ανεπιθύμητος στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και μάλιστα απειλούμενος με ένταλμα σύλληψης από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. (Η επιλογή της Αλάσκας ως τόπου συνάντησης δεν ήταν τυχαία, καθώς οι ΗΠΑ δεν είναι μέλος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.)
Η υποδοχή με κόκκινο χαλί, τα μαχητικά αεροσκάφη και το χειροκρότημα του ίδιου του Τραμπ έστειλαν σαφές μήνυμα: ο Πούτιν επέστρεψε από το ψύχος της απομόνωσης. Η χειραψία τους χαιρετίστηκε από τη ρωσική κρατική τηλεόραση ως «ιστορική».
Ακόμη και χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα, για τον Πούτιν αυτό αποτελούσε νίκη.
Ένα ακόμη απρόοπτο ήταν ότι, ενώ αρχικά είχε ανακοινωθεί πως η συνάντηση θα ήταν κατ’ ιδίαν με μόνον τους μεταφραστές, τελικά παρόντες ήταν και δύο σύμβουλοι από κάθε πλευρά.
Από την αμερικανική πλευρά, συμμετείχαν ο Υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο και ο ειδικός απεσταλμένος Στιβ Γουίτκοφ. Η επιλογή αυτή μένει να διευκρινιστεί τις επόμενες ημέρες, ειδικά αν η Μόσχα παρουσιάσει μια διαφορετική εκδοχή των γεγονότων.
Ωστόσο, υπήρξε μία στιγμή που μόνο οι δύο πρόεδροι μπορούν να αφηγηθούν τι έγινε: η σύντομη διαδρομή τους με την προεδρική λιμουζίνα από το διάδρομο προσγείωσης μέχρι την αίθουσα συσκέψεων.
Στο αυτοκίνητο δεν υπήρχε κανείς άλλος πέρα από τους πράκτορες της Μυστικής Υπηρεσίας — ούτε σύμβουλοι, ούτε καν μεταφραστές. Το περιεχόμενο αυτής της σύντομης συνομιλίας μένει γνωστό — προς το παρόν — μόνο στους ίδιους.