Τα τσιπουράδικα ήταν μία από τις αγορές στον χώρο της εστίασης που γνώρισαν ιδιαίτερη άνθηση στα χρόνια της κρίσης καθώς είχε αποδειχθεί ένας από τους πλέον οικονομικούς τρόπους εξόδου για τους καταναλωτές. Αντίστοιχα για τους επιχειρηματίες ήταν μία φθηνή και σχετικά εύκολη επένδυση χωρίς «πολλή χαρτούρα» αλλά και δυνατότητα να κρύψεις «έσοδα» για όσους επιθυμούσαν να κινηθούν σε αυτή την λογική. Πρωταγωνιστής σε αυτή την κατάσταση ήταν το χύμα τσίπουρο το οποίο τους τελευταίες μήνες έχει μπει στο στόχαστρο των ελεγκτικών αρχών καθώς πλέον απαγορεύεται η εμπορία του.
Απαγόρευση καπνίσματος και τυποποιημένο τσίπουρο
Το παραπάνω σε συνδυασμό με την απαγόρευση του καπνίσματος έχουν φέρει τα τσιπουράδικα σε δύσκολη θέση. Η αναγκαστική στροφή στο τυποποιημένο τσίπουρο το οποίο, λόγω και της υψηλής φορολόγησης του, είναι αρκετά πιο ακριβό από το χύμα έχει μειώσει τόσο την πελατεία αλλά και περιορίσει δραστικά το περιθώριο κέρδους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στα τσιπουράδικα, τα ουζερί και τις ταβέρνες τα 250ml χύμα τσίπουρου προσφέρονταν σε μία τιμή των 5-6 ευρώ με το μεγαλύτερο μέρος να καταλήγει στην τσέπη του μαγαζάτορα όταν τα περισσότερα επώνυμα τσίπουρα των 200 (μόλις) ml ξεκινούσαν στην καλύτερη περίπτωση από τα 6 ευρώ. Από τα 6 αυτά ευρώ κάτι παραπάνω από 3 ευρώ αφορούσε φόρους και τα υπόλοιπα 2 και κάτι ευρώ θα έπρεπε να μοιραστεί στο όλο κύκλωμα διακίνησης (εμφιαλωτής, χονδρέμπορος, κάβα και χώρος εστίασης).
Σύμφωνα με στοιχεία μελέτης του ΙΟΒΕ σχεδόν τα 4/5 της συνολικής παραγωγής τσίπουρου είναι παρανόμως παραγόμενη και διατίθεται κυρίως χύμα μέσω λαϊκών αγορών και σε τσιπουράδικα. Το χύμα τσίπουρο έκανε την έντονη την εμφάνιση του στις αρχές της δεκαετίας του ’90 όταν άλλαξε η σχετική νομοθέσια αλλά βρέθηκε στο στόχαστρο τόσο του ΟΟΣΑ όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα χρόνια της ύφεσης σε μία προσπάθεια καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και του αθέμιτου ανταγωνισμού.
Τα τσιπουράδικα και τα υπόλοιπα σημεία που εμπλέκονται στην διακίνηση και πώληση χύμα τσίπουρου έχει εντάξει η γενική γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή στο ετήσιο επιχειρησιακό πλάνο ελέγχου και εποπτείας της αγοράς.
Σύμφωνα με πρόσφατη σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων: Δεκάδες επιχειρήσεις πωλούν χύμα «Τσίπουρο» και «Τσικουδιά» κατά παράβαση των διατάξεων της Υπουργικής Απόφασης 91354/2017 «Κωδικοποίηση Κανόνων Διακίνησης και Εμπορίας Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών» (Κανόνες ΔΙ.Ε.Π.Π.Υ.), όπως διαπιστώθηκε σε ελέγχους που διενήργησε η Γενική Γραμματεία Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης & Επενδύσεων σε όλο το φάσμα της αλυσίδας διακίνησης αγαθών και υπηρεσιών, μεταξύ των άλλων και σε καταστήματα εστίασης και λιανικής πώλησης οινοπνευματώδη ποτών (Κάβες).
Σύμφωνα με το άρθρο 75, παρ. 3, εδ. Γ της προαναφερθείσας απόφασης, το προϊόν που προσφέρεται αποκλειστικά και μόνο χύμα είναι το ΠΡΟΪΟΝ ΑΠΟΣΤΑΞΗΣ ΜΙΚΡΩΝ ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΤΟΠΟΙΩΝ (ΔΙΗΜΕΡΩΝ) και οποιαδήποτε άλλη αναγραφή ονομασίας για χύμα προϊόντα αυτού του τύπου, όπως «Τσίπουρο» ή «Τσικουδιά» (τα οποία διατίθενται αποκλειστικά εμφιαλωμένα) στους τιμοκαταλόγους και στα λοιπά έγγραφα διακίνησης και εμπορίας, απαγορεύεται.