Την ευκαιρία για… διόρθωση βρίσκουν οι πωλητές στο Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς η μη αναβάθμιση του Moody’s πυροδοτεί ελεγχόμενες ρευστοποιήσεις, οι οποίες οδηγούν την αγορά προς χαμηλότερα επίπεδα.
Οι επενδυτές, μετά την απόφαση του αμερικανικού οίκου αξιολόγησης να μην επαναφέρει τη χώρα σε καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας και να περιμένει έως τον Σεπτέμβριο, επιλέγουν να κατοχυρώσουν ένα μέρος των υψηλών φετινών κεκτημένων.
Την ίδια στιγμή, ελλείψει νέων θετικών εγχώριων καταλυτών, η Λεωφόρος Αθηνών επηρεάζεται κι από τη νευρικότητα στο εξωτερικό, όπου οι traders αναμένουν την αυριανή απόφαση της Federal Reserve για το ύψος των επιτοκίων.
Παρ’ όλα αυτά, η «μεγάλη εικόνα» παραμένει θετική, με το Χ.Α. να καταγράφει αποδόσεις άνω του 9% μέσα στο 2024, ενόσω οι φήμες για νέα επιχειρηματικά deals και οι ανακοινώσεις των διοικήσεων για υψηλά μερίσματα στηρίζουν το ευοίωνο story.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, κατά τη σημερινή συνεδρίαση, ο Γενικός Δείκτης σημειώνει πτώση κατά 0,63% και διαμορφώνεται στις 1.413,07 μονάδες, χάνοντας εννέα μονάδες σε σχέση με το κλείσιμο της Παρασκευής (1.422,03 μονάδες).
Το τόξο των ημερήσιων διακυμάνσεων εκτείνεται σε 10 μονάδες (από 1.407,49 έως 1.417,28 μονάδες), με τον τζίρο των συναλλαγών να κυμαίνεται στα 17 εκατ. ευρώ.
Σε αρνητικό έδαφος κινείται στην πρώτη συνεδρίαση της εβδομάδας το Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς η μη αναβάθμιση από τον Moody’s, αναμφισβήτητα, προκαλεί απογοήτευση στους επενδυτές, οι οποίοι περίμεναν την επιστροφή της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο Moody’s παραμένει ο μοναδικός οίκος αξιολόγησης, ο οποίος διατηρεί τη χώρα στην κατηγορία… σκουπίδια (Βa1 με σταθερό outlook). Σ’ αντίθεση με τους DBRS – Standard & Poor’s – Fitch, οι οποίοι από το φθινόπωρο έχουν επαναφέρει την Ελλάδα στο investment grade.
Σίγουρα, η μη δράση εκ μέρους του Moody’s είναι φυσιολογικό να πυροδοτεί ένα κύμα ρευστοποιήσεων στην αγορά, δεδομένου ότι ο αμερικανικός οίκος θεωρείται ο πλέον σημαντικός και αυστηρός, με αποτέλεσμα αρκετά funds να περιμένουν το δικό του σήμα, προκειμένου να «ρίξουν» χρήματα στην Ελλάδα.
Πλέον, όμως, θα πρέπει να περιμένουμε έως τον Σεπτέμβριο του 2024, καθώς τότε είναι προγραμματισμένο το επόμενο report για την ελληνική οικονομία. Πάντως, ανεξαρτήτως όλων αυτών, η «μεγάλη εικόνα» παραμένει ευοίωνη για την εγχώρια κεφαλαιαγορά, με το θετικό story να διατηρείται σε ισχύ.
Οι περισσότερες εισηγμένες ανακοινώνουν ισχυρά οικονομικά μεγέθη, οι διοικήσεις ανεβάζουν τον πήχη για τα φετινά μερίσματα (πιθανώς θ αγγίξουν τα 4 δισ. ευρώ για το 2024), ενώ η οικονομία συνεχίζει να υπεραποδίδει έναντι της Ευρωζώνης.
Την ίδια στιγμή, ο στόχος της υπαγωγής του Χρηματιστηρίου στην περιβόητη «watchlist» του MSCI, κάτι το οποίο θα οδηγήσει στην επαναφορά στις ώριμες αγορές μέσα στο 2025, παραμένει «ζωντανός», κάτι το οποίο -εφόσον πράγματι συντελεστεί- θα αλλάξει άρδην το status quo της ελληνικής αγοράς.
Στο εξωτερικό, η προσοχή των επενδυτών στρέφεται στη διήμερη συνεδρίαση της Federal Reserve, δηλαδή της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, ο ανθεκτικός πληθωρισμός θα αναγκάσει τους Αμερικανούς τραπεζίτες να διατηρήσουν τα υψηλά επιτόκια (5,25% – 5,50%) για ακόμη μία φορά.
Αυτό σημαίνει ότι η πολυπόθητη μείωση των επιτοκίων θα λάβει ακόμη μία… αναβολή, με τα στοιχήματα να μεταθέτουν την έναρξη της σταδιακής χαλάρωσης της σφιχτής νομισματικής πολιτικής για το καλοκαίρι -και συγκεκριμένα για τη συνάντηση του Ιουνίου. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για τη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 είναι σχεδόν αμετάβλητος στις 503 μονάδες, καθώς οι διακυμάνσεις στον γερμανικό DAX, στον βρετανικό FTSE 100, στον γαλλικό CAC 40 και στον ιταλικό FTSE MIB δεν ξεπερνούν το +/- 0,10%. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τα προσυμβόλαια του Dow Jones προμηνύουν ένα σταθεροποιητικό ξεκίνημα στη συνεδρίαση.
(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)