Το ευχάριστο είναι ότι σύμφωνα με τους ειδικούς οι σημερινές γυναίκες, αν συμμορφωθούν προς τις υποδείξεις που αφορούν την πρόληψη, εξετάζονται συχνά και σωστά και, τέλος, αν χρειαστεί, πάρουν την κατάλληλη θεραπεία, μπορούν να περιμένουν ότι τα γεράματά τους θα τις βρουν ευθυτενείς…
Παρ’ όλα αυτά η οστεοπόρωση είναι μια πραγματικότητα και μπορεί να αφορά ακόμα και τη μία στις δύο γυναίκες, χωρίς δυστυχώς να δίνει συμπτώματα μέχρι τη στιγμή που ο ασθενής παθαίνει κάποιο κάταγμα. Μάλιστα, αν και η εντύπωση είναι ότι πρόκειται για μια γυναικεία ασθένεια, το 1/3 των καταγμάτων του ισχίου, των πιο επικίνδυνων τέτοιων καταγμάτων, αφορά άνδρες.
Πώς θα την αναγνωρίσουμε;
Τις περισσότερες φορές γίνεται αντιληπτή εξαιτίας ενός κατάγματος, συνήθως στον καρπό ή στο ισχίο. Σε μεγαλύτερους ανθρώπους μπορεί να εμφανιστεί μια αλλαγή στη στάση τους και η χαρακτηριστική «καμπούρα», που συνοδεύει την οστεοπόρωση.
Τόσο η καμπούρα όσο και ο πόνος που πολλές φορές ταλαιπωρεί τους ανθρώπους με οστεοπόρωση οφείλονται σε μικρά κατάγματα στη σπονδυλική στήλη που ίσως δεν γίνονται αντιληπτά την ώρα που συμβαίνουν αλλά προκαλούν πόνο και έχουν ως αποτέλεσμα το να μην υποστηρίζεται επαρκώς το βάρος του σώματος και έτσι να επηρεάζεται η στάση του ασθενούς.
Κατάγματα εξαιτίας της οστεοπόρωσης μπορεί επίσης να προκύψουν και σε άλλα οστά, όπως εκείνα του χεριού ή της πυέλου. Αυτό που ίσως μας φανεί παράξενο είναι ότι τα εν λόγω κατάγματα (π.χ. στη σπονδυλική στήλη) μπορεί να προκύψουν υπερβολικά εύκολα, ακόμα και επειδή ο ασθενής έβηξε έντονα ή φταρνίστηκε δυνατά.
Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο;
Οι γυναίκες παθαίνουν οστεοπόρωση συχνότερα από τους άνδρες (ειδικά όταν μπουν νεότερες στην εμμηνόπαυση, πριν από τα 45) επειδή η φυσική διαδικασία της απώλειας του οστού γίνεται πιο γρήγορη τα χρόνια μετά την εμμηνόπαυση. Αλλοι παράγοντες που σχετίζονται με τον αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσει κάποιος οστεοπόρωση είναι:
– Μακρόχρονη ή σε μεγάλες ποσότητες λήψη κορτικοειδών.
– Παθολογικές καταστάσεις, όπως κάποιες φλεγμονώδεις παθήσεις (π.χ. ρευματοειδής αρθρίτιδα, αρρύθμιστος διαβήτης ή θυρεοειδής).
– Το να υπάρχει ιστορικό οστεοπόρωσης στην οικογένεια, και κυρίως κάποιου κατάγματος στο ισχίο σε έναν από τους δύο γονείς.
– Μακροχρόνια λήψη φαρμάκων που επηρεάζουν την οστική πυκνότητα (π.χ. κάποια αντιεπιληπτικά, λίθιο, αντιπηκτικά κ.ά.).
– Το να έχει κάποιος πολύ χαμηλό δείκτη μάζας σώματος.
– Το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ.
Μήπως έχω οστεοπόρωση;
Η εξέταση με την οποία διερευνάται η κατάσταση των οστών μας και κατ’ επέκταση το αν υποφέρουμε ή μπορεί στο μέλλον να υποφέρουμε από οστεοπόρωση ονομάζεται εξέταση οστικής πυκνότητας. Είναι μια απλή, γρήγορη, εύκολη και καθόλου επικίνδυνη εξέταση που στους ασθενείς θυμίζει ακτινογραφία. Τη συγκεκριμένη εξέταση πρέπει να κάνουν όλες οι γυναίκες μεταξύ 50 και 65 ετών και οι άνδρες άνω των 70, εκτός εάν υπάρχουν ενδείξεις που επιβάλλουν να γίνει νωρίτερα. Από την εξέταση αυτή προκύπτει μια τιμή που λέγεται Τ σκορ, ένας αριθμός που περιγράφει την απόκλιση της οστικής πυκνότητας του συγκεκριμένου εξεταζόμενου ατόμου σε σχέση με ένα άτομο 25 ετών με τον ίδιο σωματότυπο (ύψος και βάρος).
Όταν το Τ σκορ είναι από 0 έως -1, θεωρείται φυσιολογικό και ο εξεταζόμενος δεν χρειάζεται καμία θεραπεία.
Όταν είναι από -1 έως -2,49, ο ασθενής κατατάσσεται στο εύρος της οστεοπενίας. Το εάν χρειάζεται να ακολουθήσει και ειδική θεραπεία, εκτός από τη λήψη ασβεστίου και βιταμίνης D (που παίρνουν όλοι όσοι έχουν οστεοπενία), είναι κάτι που θα κρίνει ο γιατρός συνεκτιμώντας τους υπόλοιπους παράγοντες κινδύνου, αλλά και τον βαθμό της οστεοπενίας.
Όταν το Τ σκορ είναι από -2,50 και πλέον, μιλάμε για οστεοπόρωση και ο ασθενής χρειάζεται να πάρει ασβέστιο, βιταμίνη D και ειδική θεραπεία.
Ασβέστιο σε συμπλήρωμα ή από τη διατροφή;
Γενικά είναι σκόπιμο να παίρνουμε το ασβέστιο που χρειαζόμαστε από τη διατροφή μας (οι καλύτερες πηγές του είναι τα γαλακτοκομικά – στην κορυφή της λίστας είναι τα τυριά, κυρίως τα κίτρινα. Επίσης, σημαντικές ποσότητες μας δίνουν το σουσάμι, το ταχίνι, η σαρδέλα, το σπανάκι και το μπρόκολο).
Σε περιπτώσεις και περιόδους που έχουμε αυξημένες ανάγκες ή το ασβέστιο από τις τροφές δεν είναι αρκετό – π.χ. στην εγκυμοσύνη, στην εμμηνόπαυση (που υπάρχει ή ξεκινά η οστεοπενία), στην τρίτη ηλικία, όταν είμαστε χορτοφάγοι ή δεν τρώμε γαλακτοκομικά κ.ά. –, χρειάζεται να καταφύγουμε στα συμπληρώματα.
Όσα δεν γνωρίζουμε για το ασβέστιο