Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι έρχεται θύελλα, δημοσιονομική, οικονομική και κοινωνική, και θα προσπαθήσει να αγοράσει πολιτικό χρόνο, να εξασφαλίσει νομιμοποίηση μέσω της κάλπης.
Η πανδημία έχει σαρώσει το πρόγραμμα των περίφημων πυλώνων, του 2019: απλούστατα, οι εμμονές ιδιωτικοποιήσεων και ντιλ δεν μπορούν να υλοποιηθούν σε αυτό τον ορίζοντα οικονομικών καταστροφών και κοινωνικής ανησυχίας.
Ο πρωθυπουργός εξήγγειλε ένα υπερφιλόδοξο πρόγραμμα 26 νομοσχεδίων έως 31 Ιουλίου.
Το πακέτο αυτό προφανώς δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί σε δέκα εβδομάδες: καμία Βουλή δεν μπορεί να διαβουλευθεί να να ψηφίζει με ρυθμό 2,6 νομοσχέδια ανά εβδομάδα! Πόσo μάλλον που η Βουλή υπολειτουργεί σκοπίμως, για να μην υπάρχει ο ενοχλητικός κοινοβουλευτικός έλεγχος.
Η εξαγγελία του κ. Μητσοτάκη προλειαίνει το έδαφος για εξαγγελία εκλογών: Δεν προλάβαμε λόγω πανδημίας να εφαρμόσουμε το πρόγραμμά μας, γι΄ αυτό ζητούμε ανανέωση εντολής ― θα υποστηρίξει, όπως ακριβώς το είπε ήδη στο μήνυμά του, μεσούσης της καραντίνας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με αυτοδύναμη κυβέρνηση ηλικίας δέκα μηνών, πιθανόν να οδηγήσει τη χώρα σε διπλές εκλογές.
Κατακαλόκαιρα. Θα επιχειρήσει να έχει καθαρίσει το τοπίο πριν από το φθινόπωρο, πριν φανούν σε όλη τη σφοδρότητά τους τα αποτελέσματα της κατάρρευσης στον τουρισμό, την εστίαση, την κατανάλωση, στην εργασία, αλλά και στα δημόσια έσοδα και στα δημοσιονομικά μεγέθη.
Κυρίως, πριν αρχίσουν μεγάλες κοινωνικές ομάδες να στρέφονται απαιτητικά ή και απελπισμένα προς την κυβέρνηση.
Εντούτοις, ακόμη και στην ευνοϊκότερη γι’ αυτόν εκδοχή, αν δηλαδή βγει με αυτοδυναμία από τη δεύτερη εκλογή, η οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα δεν θα αλλάξει.
Θα είναι εξίσου μη διαχειρίσιμη, για μια κυβέρνηση που κατατρύχεται από δεσμεύσεις, συμφέροντα και εμμονές. Απλώς θα αναβληθεί για μερικούς μήνες η πρόσκρουση στην κοινωνική δυσαρέσκεια.
Στο μέτρο που θα εξακολουθήσει να κινείται με αντιπαροχές σε προνομιακές ελίτ, με αδιαφάνειας και αρπαχτές στο δημόσιο χρήμα, με προπαγάνδα και εξαγορασμένο μιντιακό έλεγχο, χωρίς στρατηγική φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων και χωρίς πρακτικές κοινωνικής δικαιοσύνης, τότε μπορούμε να αναμένουμε ότι θα επαναληφθούν τα φαινόμενα κυβερνήσεων που ξεκίνησαν με εκλογική νίκη και κατέρρευσαν εξαιρετικά σύντομα.
Και μάλιστα κατέρρευσαν σε συνθήκες λιγότερο ή περισσότερο ομαλές σε σχέση με την παρούσα παγκόσμια κρίση.
Συνυπολογίζοντας τις ουσιώδεις διαφορές, ποιοτικά και ποσοτικά, ας αναλογιστούμε την τύχη της κυβέρνησης Κ. Καραμανλή το 2007: νίκησε με 41,84% και 152 έδρες, δεύτερη κατά σειρά εκλογική νίκη, μετά το σαρωτικό 45,36% του 2004. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, η κυβέρνηση παρέπαιε και η ΝΔ ηττήθηκε κατά κράτος τον Σεπτέμβριο 2009 από το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου.
Η ΝΔ σημείωσε ιστορικό χαμηλό και ο Κ. Καραμανλής παραιτήθηκε. Ηταν η σειρά του Γ. Παπανδρέου: Με σχεδόν 44% και 160 βουλευτές φαινόταν πανίσχυρος. Προσέκρουσε στη χρεοκοπία και το ΔΝΤ.
Ωστόσο, ακόμη και το φθινόπωρο του 2010, με το πρώτο μνημόνιο υπό εφαρμογή, στις αυτοδιοικητικές εκλογές πρασίνισε ο μισός χάρτης. Ουδείς μπορούσε να σκεφτεί ότι μερικούς μήνες αργότερα, στις 15 Ιουνίου 2011, ο Γ. Παπανδρέου θα υπέβαλε αίτημα συγκυβέρνησης στον Α. Σαμαρά ― ουσιαστικά θα έριχνε πετσέτα.
Και ότι τον Νοέμβριο 2011 θα εξαναγκαζόταν σε παραίτηση ― μια καθαίρεση, από παραγόντες του κόμματος του και από τον ξένο παράγοντα.
Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Ούτε διδάσκει. Η υπενθύμιση των κυβερνήσεων του 2007 και του 2009, απλώς μας βάζει να σκεφτούμε πόσο απρόοπτα διαμορφώνονται οι πολιτικοί συσχετισμοί, πέρα από οποιονδήποτε συμβατικό σχεδιασμό, όταν εκδηλώνεται η κοινωνική δυναμική σε συνδυασμό με εθνικές ή διεθνείς ανατροπές.
Το 2008 το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κραχ, και ακολουθως η ελληνική χρεοκοπία, οδήγησαν σε ταχεία διάλυση κυβερνήσεων με μεγάλες πλειοψηφίες και σε ριζική αναδιάταξη του πολιτικού χάρτη.
Το 2020 η πανδημία κλονίζει μια κυβέρνηση του 39,85%, και το παλιρροϊκό κύμα της πανδημίας θα εξακολουθήσει να απειλεί οποιαδήποτε άλλη προκύψει.
Πηγή : trikkipress.gr