Οι εναλλακτικές καλλιέργειες, οι καλλιέργειες νέων ειδών και η μεταστροφή στις παραδοσιακές ποικιλίες, που υπόσχονται πλέον υψηλές αποδόσεις, κερδίζουν ολοένα και περισσότερο τις προτιμήσεις των Ελλήνων.
Πρόκειται για εναλλακτικές καλλιέργειες που δεν έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις, προσαρμόζονται πολύ καλά στο μεσογειακό κλίμα και μπορούν να αξιοποιήσουν ακόμη και φτωχά και υποβαθμισμένα εδάφη.
Τι οδηγεί όμως τη μετά στροφή στις εναλλακτικές καλλιέργειες ;
Είναι ο συνδυασμός της μεγαλύτερης παραγωγής με την υπερδιπλάσια τιμή πώλησης.
Το αληθινό κέρδος είναι πολύ μεγαλύτερο, καθώς δεν επιβαρύνεται ούτε το περιβάλλον ούτε όμως και η υγεία του αγρότη, που πλήττεται από την αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων. Η εισαγωγή, συνεπώς, νέων, οικολογικών τακτικών στη γεωργία δεν αποτελεί πια μια «ρομαντική» επιλογή, αλλά αναδεικνύεται μια κίνηση «ματ».
Καλλιέργειες αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, βοτάνων και η παραγωγή αιθέριων ελαίων από φυτά, φαντάζει ως επενδυτική ευκαιρία με προοπτική εσόδων που μπορεί να προσεγγίσει τα 75.000 ευρώ, σε βάθος τριετίας για 10 στρέμματα καλλιέργειας. Οι δυνατότητες ανάπτυξης των «superfoods» και αρωματικών φαρμακευτικών φυτών στη χώρα μας, τόσο στον πρωτογενή όσο και στον τομέα μεταποίησης, είναι τεράστιες. Υπάρχουν πλεονεκτήματα στη συγκεκριμένη κατηγορία, σε σχέση με τα περισσότερα συμβατικά γεωργικά προϊόντα. Η ζήτηση στο ράφι του καταναλωτή αυξάνεται διαρκώς και οι παραγωγοί λαμβάνουν θέσεις προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της αγοράς.
Φαρμακευτικά
Παρότι η καλλιέργειά τους έχει ξεκινήσει ήδη εδώ και δεκαετίες στη χώρα μας, τα αρωματικά-φαρμακευτικά φυτά θεωρούνται κάτι νέο. Επικρατεί μεγάλη άγνοια σχετικά με τις δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει η καλλιέργειά τους σε όποιον ασχοληθεί. Στην Ελλάδα, ευδοκιμούν περισσότερα από 100 είδη αρωματικών φυτών, εκ των οποίων 60 θεωρούνται και μελισσοτροφικά. Από τη μεγάλη ποικιλία, τα κυριότερα που καλλιεργούνται είναι ο δίκταμος, το τσάι του βουνού, ο μαραθόσπορος και το γλυκάνισο.
Στο εμπόριο, την μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα έχουν το τσάι του βουνού, το χαμομήλι, το φασκόμηλο, η μέντα, το κύμινο, ο γλυκάνισος, η λεβάντα και το μελισσόχορτο. Οι πιο δημοφιλείς και αποδοτικές καλλιέργειες είναι πέντε: λεβάντα, χαμομήλι, βάλσαμο, ρίγανη και βαλεριάνα. Οι αποδόσεις τους διπλασιάζονται, όταν η καλλιέργεια γίνεται με βιολογικά κριτήρια. Στην Ελλάδα, καλλιεργούνται περίπου 20.000- 30.000 στρέμματα αρωματικών – φαρμακευτικών φυτών, όταν στη Γαλλία μόνο η λεβάντα και η λεβαντίνη καλύπτουν 140.000 στρέμματα (η Γαλλία συνεχίζει να εισάγει λεβάντα και λεβαντίνη για να καλύπτει τις ανάγκες της).
Με δεδομένο ότι οι συνήθεις αποδόσεις στην καλλιέργεια (ανά στρέμμα) των αρωματικών – φαρμακευτικών φυτών, στην Ελλάδα, κινούνται μεταξύ 150- 500 ευρώ, είναι φυσιολογικό το μέγεθος της καλλιεργούμενης έκτασης να καθορίζει τα έσοδα του παραγωγού/επενδυτή. Μία έκταση 4-5 στρεμμάτων είναι συνήθως πολύ μικρή για να φέρει αξιόλογα έσοδα. Σε ετήσια βάση, τα έσοδα μπορούν να φτάσουν τα 8.000 ευρώ σε μία έκταση 10 στρεμμάτων, καλλιεργώντας αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, που θα δώσουν αιθέρια έλαια.
Σήμερα η πώληση φαρμακευτικών – αρωματικών φυτών ξεπερνά παγκοσμίως τα 20 δισ. ευρώ. Η Ευρώπη αποτελεί μία από τις σημαντικότερες αγορές. Την πρωτοκαθεδρία στην παραγωγή και αξιοποίηση αρωματικών φυτών έχουν οι χώρες της Ασίας. ΗΠΑ, Γερμανία, Ιαπωνία και Γαλλία είναι οι κυριότεροι αγοραστές. Θα πρέπει να γίνει ιδιαίτερη μνεία σε χώρες, όπως η Τουρκία, η Αίγυπτος, η Τυνησία και το Ισραήλ, που παράγουν και εξάγουν μεγάλες ποσότητες αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, και προϊόντων προερχόμενων από αυτά.
Πρωταθλητές» όμως αναδεικνύονται και τα κηπευτικά, στα οποία παρατηρείται το μεγαλύτερο κέρδος του παραγωγού. «Η βιολογική καλλιέργεια της ντομάτας ανεβάζει κατά 142% το κέρδος από το συγκεκριμένο προϊόν, κατά 104% το γεωργικό εισόδημα. Ακολουθούν με εξίσου εντυπωσιακά αποτελέσματα το βιολογικό λάχανο (138%, 129% και 116%, αντίστοιχα) και το βιολογικό μαρούλι (103%, 143% και 172%). Στην περίπτωση του βιολογικού βαμβακιού, η αύξηση της παραγωγής κυμαίνεται από 9% έως 16% και του ακαθάριστου κέρδους, από 23% έως 24%. Οι λόγοι που η βιολογική καλλιέργεια βάμβακος δεν απέδωσε τα αναμενόμενα οφείλεται στο ανεπαρκές σύστημα διάθεσης του προϊόντος. Θετικά οικονομικά αποτελέσματα παρατηρούνται και στη βιολογική αιγοπροβατοτροφία (σύμφωνα με έρευνα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης), αφού ανέβασε το εισόδημα των παραγωγών κατά 10 έως 40%.
Ευοίωνες προοπτικές επίσης εμφανίζουν και οι καλλιέργειες σε σπαράγγι, ροδιά, μύρτιλο, αρώνια, κρανιά, τρούφα, στέβια.
Η πολιτεία πρέπει να δώσει κίνητρα, επιδοτήσεις και νέα προγράμματα στους αγρότες ώστε να τους παροτρύνει στην αλλαγή καλλιέργειας. Επίσης να πραγματοποιήσει επιστημονικές ημερίδες για την ενημέρωση των νέων αλλά και των παλαιών αγροτών μας.
Ακρίβος Αθανάσιος
Επικεφαλής της παράταξης ΘΕΣΣΑΛΙΑ Πράσινη Περιφέρεια, Περιφερειακός Σύμβουλος