Την εκτίμηση ότι πρόσφατες εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη είναι πιθανό να σημάνουν το τέλος της παραδοσιακής σχολικής τάξης, εξέφρασε ένας από τους κορυφαίους ειδικούς στον κόσμο στον συγκεκριμένο τομέα.
Ο Βρετανός καθηγητής Στιούαρτ Ράσελ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, δήλωσε ότι «εξατομικευμένοι δάσκαλοι τύπου ChatGPT», έχουν τη δυνατότητα να εμπλουτίσουν την εκπαίδευση και να διευρύνουν την παγκόσμια πρόσβαση, παρέχοντας εξατομικευμένη διδασκαλία σε κάθε νοικοκυριό μέσω smartphone.
«Θα πρέπει να είναι δυνατό μέσα σε λίγα χρόνια, ίσως μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας, να προσφέρουμε μια αρκετά υψηλή ποιότητα εκπαίδευσης σε κάθε παιδί στον κόσμο» σημείωσε πριν από ομιλία του σε διάσκεψη του ΟΗΕ στη Γενεύη, σύμφωνα με τον Guardian.
Πάντως, προειδοποίησε ότι η ανάπτυξη της ισχυρής αυτής τεχνολογίας στον τομέα της εκπαίδευσης ενέχει επίσης κινδύνους, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας πλύσης εγκεφάλου.
Επικαλούμενος στοιχεία από μελέτες, ο καθηγητής σημείωσε ότι η διδασκαλία με αναλογία ενός μαθητή ανά έναν καθηγητή, μπορεί να είναι δύο έως τρεις φορές πιο αποτελεσματική από τα παραδοσιακά μαθήματα στην τάξη, καθώς δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά να λάβουν εξατομικευμένη υποστήριξη, αλλά και να καθοδηγούνται από την περιέργειά τους για τον κόσμο.
«Η Οξφόρδη και το Κέιμπριτζ δεν χρησιμοποιούν ουσιαστικά μια παραδοσιακή τάξη… χρησιμοποιούν ακαδημαϊκούς συμβούλους πιθανώς επειδή είναι πιο αποτελεσματικό» είπε, ωστόσο διευκρίνισε πως είναι αδύνατο να γίνει αυτό για κάθε παιδί στον κόσμο, καθώς δεν υπάρχουν αρκετοί δάσκαλοι.
Η εταιρεία OpenAI διερευνά ήδη εφαρμογές εκπαιδευτικού περιεχομένου, ανακοινώνοντας μια συνεργασία τον Μάρτιο με έναν εκπαιδευτικό μη κερδοσκοπικό οργανισμό, την Ακαδημία Khan, για να δοκιμάσει έναν εικονικό δάσκαλο που υποστηρίζεται από το ChatGPT-4.
Αυτή η προοπτική μπορεί να προκαλέσει «εύλογους φόβους» μεταξύ των δασκάλων και των διδακτικών σωματείων για δραματική μείωση του αριθμού εκπαιδευτικών που θα απασχολούνται, είπε ο κ. Ράσελ. Η ανθρώπινη εμπλοκή θα εξακολουθούσε να είναι ουσιαστική, προέβλεψε, αλλά θα μπορούσε να διαφέρει δραστικά από τον παραδοσιακό ρόλο του δασκάλου.
«Δεν έχουμε κάνει πειράματα, επομένως δεν ξέρουμε αν ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης θα είναι αρκετό για ένα παιδί» σημείωσε, προσθέτοντας ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι κοινωνικές πτυχές της παιδικής ηλικίας θα διατηρηθούν και θα βελτιωθούν.
Η τεχνολογία θα πρέπει επίσης να αξιολογηθεί προσεκτικά ως προς τους κινδύνους. «Ας ελπίσουμε ότι το σύστημα, εάν σχεδιαστεί σωστά, δεν θα πει σε ένα παιδί πώς να φτιάξει ένα βιολογικό όπλο. Νομίζω ότι αυτό είναι διαχειρίσιμο», είπε ο κ. Ράσελ. Ένα ακόμη ζήτημα που εγείρει ανησυχία είναι η πιθανότητα πειρατείας λογισμικού από αυταρχικά καθεστώτα, σύμφωνα με τον καθηγητή.
Ο καθηγητής έχει επανειλημμένα αναφερθεί στους ευρύτερους υπαρξιακούς κινδύνους της τεχνητής νοημοσύνης. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ασχολούνται με καθυστέρηση με το θέμα, είπε. «Νομίζω ότι οι κυβερνήσεις έχουν ξυπνήσει… τώρα τρέχουν για να βρουν τι να κάνουν», σημείωσε.
Ωστόσο, ο έλεγχος των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης θέτει τόσο ρυθμιστικές όσο και τεχνικές προκλήσεις, επειδή ακόμη και οι ειδικοί δεν γνωρίζουν πώς να ποσοτικοποιήσουν τους κινδύνους απώλειας του ελέγχου ενός συστήματος. «Ιδιαίτερα τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα, δεν έχουμε ιδέα πώς λειτουργούν», είπε ο Ράσελ.