Επίθεση με ρουκέτα εναντίον αμερικανικών στρατευμάτων στην αεροπορική βάση Αλ Άσαντ του Ιράκ σημειώθηκε την Τετάρτη, ανεβάζοντας τον αριθμό των επιθέσεων κατά των δυνάμεων των ΗΠΑ σε Ιράκ και Συρία σε 103, από τις 17 Οκτωβρίου. Η επίθεση δεν πέτυχε τον στόχο της και δεν αναφέρθηκαν θύματα ή ζημιές.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με ανακοίνωση του μεικτού διοικητηρίου του στρατού των ΗΠΑ που είναι αρμόδιο για τη Μέση Ανατολή, CENTCOM (Central Command, «Κεντρική Διοίκηση»), οι αμερικανικές δυνάμεις στη βάση εντόπισαν το σημείο από όπου εκτοξεύθηκε το βλήμα και ενημέρωσαν τις ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας, οι οποίες κατόπιν προχώρησαν στην κατάσχεση φορτηγού στο οποίο ήταν εγκατεστημένος μηχανισμός εκτόξευσης «πέντε ρουκετών 122 χιλιοστών».
Εν μέσω ανησυχιών για περιφερειακή ανάφλεξη εξαιτίας του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς, από τα μέσα Οκτωβρίου έχουν εξαπολυθεί πάνω από 100 επιθέσεις με ρουκέτες ή drones εναντίον δυνάμεων των ΗΠΑ και του διεθνούς αντιτζιχαντιστικού συνασπισμού στην ιρακινή και στη συριακή επικράτεια.
Την ευθύνη για τις περισσότερες ανέλαβε η «Ισλαμική Αντίσταση στο Ιράκ», νεφέλωμα μαχητών που θεωρείται πως ανήκουν σε φιλοϊρανικές ένοπλες ομάδες, συνιστώσες των Χασντ ας Σάαμπι («Μονάδων Λαϊκής Κινητοποίησης»), συμμαχίας επισήμως ενταγμένης στις ιρακινές τακτικές δυνάμεις.
Το αμερικανικό Πεντάγωνο έχει εξαπολύσει πλήγματα εναντίον μαχητών φιλοϊρανικών οργανώσεων στο Ιράκ, καθώς και εγκαταστάσεων που κατ’ αυτό συνδέονταν με το Ιράν στη Συρία, σε αντίποινα για τις ενέργειες εναντίον των δυνάμεών της.
Ο αμερικανικός στρατός έχει επιβεβαιώσει δημόσια ότι έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον έξι επιχειρήσεις ως αντίδραση σε αυτές τις επιθέσεις στη Συρία και το Ιράκ, καθώς προσπαθούν να περιορίσουν τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας και να αποτρέψουν έναν ευρύτερο, περιφερειακό πόλεμο.
Μετά από αρκετές εβδομάδες επιθέσεων, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν είχε δώσει εντολή για αντίποινα εντός της Συρίας σε μια κίνηση που αναλυτές και πρώην αξιωματούχοι χαρακτήρισαν συμβολικά πλήγματα. Οι ΗΠΑ είχαν αρχικά αποφύγει να απαντήσουν στις επιθέσεις στο Ιράκ.
Σημειώνεται ότι η Ουάσιγκτον διατηρεί ανεπτυγμένους κάπου 900 στρατιωτικούς στη Συρία κι άλλους σχεδόν 2.500 στο Ιράκ στο πλαίσιο της δράσης εναντίον της τζιχαντιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) από διεθνή συνασπισμό που συγκροτήθηκε το 2014.
Η επίθεση έγινε την ημέρα που η δεύτερη τη τάξει της αμερικανικής διπλωματίας Βικτόρια Νούλαντ επισκέφθηκε τη Βαγδάτη και δήλωσε πως η Ουάσιγκτον προτιμά «τη συνεργασία» με την κυβέρνηση του Ιράκ για να σταματήσουν οι αλλεπάλληλες επιθέσεις εναντίον αμερικανικών στρατευμάτων τα οποία έχουν αναπτυχθεί στη χώρα αυτή και στη Συρία.
Μετά τις επαφές της κυρίως με τον ιρακινό πρωθυπουργό Μοχάμεντ Σία ας Σουντάνι, η κυρία Νούλαντ είπε πως οι επιθέσεις «δεν έχουν στόχο μόνο τις ΗΠΑ», καθώς «είμαστε προσκεκλημένοι εδώ, δεν έχουμε δικές μας εγκαταστάσεις», άρα «οι επιθέσεις γίνονται εναντίον ιρακινών εγκαταστάσεων και εγείρουν κίνδυνο για την ιρακινή εθνική κυριαρχία».
«Κάναμε καλή συζήτηση (…) για την εντατικοποίηση της συνεργασίας μας ώστε να τερματιστούν αυτές οι επιθέσεις: όχι μόνο στο Ιράκ, αλλά επίσης από το Ιράκ εναντίον συμφερόντων στη Συρία, και το πώς μπορούμε να το κάνουμε μαζί», πρόσθεσε η υπ’ αριθμόν δύο της αμερικανικής διπλωματίας.
Επέμεινε πως η «προτίμηση» της Ουάσιγκτον, που κατ’ αυτήν μοιράζονται οι αρχές στη Βαγδάτη, είναι «το Ιράκ», «οι ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας» να αναλάβουν «την αντιμετώπιση αυτής της απειλής για την ασφάλεια».