Αφότου η Ρωσία ξεκίνησε την εισβολή της το 2022, η οικονομία της Ουκρανίας συρρικνώθηκε κατά το ένα τέταρτο. Αλλά η καταστροφή που έφερε ο πόλεμος, δεν είναι ο μόνος λόγος για τη μειωμένη είσπραξη φόρων από την κυβέρνηση. Οι επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται το χάος για να αποφύγουν να πληρώσουν το μερίδιο που τους αναλογεί. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη γεωργία, η οποία πριν από τον πόλεμο ήταν υπεύθυνη για το 40% περίπου των εξαγωγών της Ουκρανίας.
Όπως σημειώνει ο Τάρας Κάτσκα, αναπληρωτής υπουργός Γεωργίας της Ουκρανίας, αυτή η αναστάτωση έχει δώσει πολλές ευκαιρίες στους αγρότες να «ελαχιστοποιήσουν» την πληρωμή των φόρων.
Περίπου 6,5 εκατομμύρια Ουκρανοί – ή το 15% του προπολεμικού πληθυσμού της χώρας – έχουν διαφύγει από τη χώρα, συρρικνώνοντας την εγχώρια παραγωγή τροφίμων. Πολλοί εργάτες εξάλλου έχουν στρατολογηθεί από τις ένοπλες δυνάμεις και βρίσκονται στο μέτωπο. «Αν μπορείς να οδηγήσεις ένα τρακτέρ, μπορείς να οδηγήσεις ένα τανκ», σημειώνει ο κ. Κάτσκα.
Ταυτόχρονα, η Ρωσία στοχεύει σε υποδομές μεταφορών, σιλό σιτηρών και άλλο γεωργικό εξοπλισμό.
Οι αγρότες όλο και πιο απελπισμένοι, επιδίδονται σε φοροδιαφυγή, για να μειώσουν την ζημιά. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, του Κάτσκα, σε κάθε πέντε τόνους συγκομιδής σιτηρών, οι δύο είναι «αόρατοι» για τα κρατικά ταμεία.
Υπολογίζεται ότι το ένα δέκατο των σκοτεινών συναλλαγών διεξάγεται μέσω πληρωμών σε μετρητά.
Σε μια άλλη τακτική, αξιοποιείται το «άλλοθι» των ναρκών και των μη εκραγέντων πυρομαχικών που είναι πλέον διασκορπισμένα σε τμήματα της ουκρανικής υπαίθρου.
Αγρότες με ασφαλή χωράφια, ενώ τα καλλιεργούν, τα δηλώνουν ως επικίνδυνα, για να κρύψουν την σοδειά τους χωρίς να κινήσουν υποψίες.
Ο Ντμίτρο Κοκάν από το Ουκρανικό Αγροτικό Συμβούλιο, υποστηρίζει ότι τέτοια τεχνάσματα περιορίζονται σε ένα κλάσμα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και σε περιοχές που έχουν πληγεί άμεσα από τις μάχες.
Συχνές είναι οι παραποιήσεις εγγράφων, ώστε κατά τις εξαγωγές, να φαίνονται ότι τα σιτηρά που πωλούν είναι φορολογημένα ή να για να υποβαθμίζονται τα έσοδα πριν τα φυλάξουν σε τράπεζα του εξωτερικού. Μερικές φορές πωλούν επίσης σιτηρά σε χαμηλές τιμές σε εταιρείες, που λειτουργούν κρυφά υπό τον έλεγχό τους και φαίνεται να έχουν έδρα στην Τουρκία ή τη Ρουμανία. Μεταπωλώντας τα ακριβότερα καρπώνονται την διαφορά, με το κράτος να έχει εισπράξει μηδαμινά έσοδα, από την πρώτη πώληση.
Διεφθαρμένοι- φερόμενοι- επενδυτές, οι οποίοι λειτουργούν ως μεσάζοντες, αναλαμβάνουν την λογιστική διαχείριση των εξαγωγών, έναντι ενός ποσοστού -συχνά γύρω στο 2% των κερδών.
Οι εταιρείες που ιδρύονται κλείνουν πριν από την εκπνοή των προθεσμιών για τον επαναπατρισμό του συναλλάγματος.
Ορισμένες μάλιστα καταχωρούνται στο όνομα αστέγων «που δεν γνωρίζουν ότι είναι διευθυντές εταιρείας» όπως λέει χαριτολογώντας ο Γιούρι Γκαϊντάι του think tank Centre for Economic Strategy.
Η Μαριάν Ζαμπλότσκι, βουλευτής που έχει ερευνήσει το θέμα, υπολογίζει ότι τα τελευταία δύο χρόνια περισσότερα από 3 δισ. δολάρια έχουν διαφύγει από τη χώρα μέσω της «μαύρης» σοδειάς σιταριού, ενώ άλλες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι το ποσό μπορεί να είναι ακόμη υψηλότερο.
Η κυβέρνηση, προσπαθώντας να λάβει μέτρα, εκτός από έλεγχουςμ χαλαρώνει τους κεφαλαιακούς ελέγχους, μεταξύ άλλων με τη βελτίωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, προκειμένου να περιορίσει την ελκυστικότητα των κερδών από τη μεταφορά τους στο εξωτερικό.
Με αυτό τον τρόπο τα φορολογικά έσοδα έχουν αρχίσει να αυξάνονται καθώς οι αλλαγές τίθενται σε ισχύ – αλλά υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη μέχρι να κριθεί επιτυχής η πάταξη της φοροδιαφυγής
Τα μέτρα αυτά είναι δημοφιλή τόσο στον ευρύτερο ουκρανικό πληθυσμό, ο οποίος βλέπει την φοροδιαφυγή ως προδοσία κατά της πατρίδας που στερείται μετρητών, όσο και στους αγρότες που τηρούν τους κανόνες. Βοηθούν επίσης την υπόθεση της Ουκρανίας όταν απευθύνεται στους συμμάχους της ζητώντας περισσότερη οικονομική στήριξη.