Το Υπουργείο Παιδείας ανακοινώνει τον αριθμό των θέσεων των εισακτέων σε κάθε Τμήμα των Πανεπιστημίων μας, μετά από την εισήγηση των Τμημάτων, που ποτέ δεν λαμβάνει υπόψη του. Η συμπλήρωση των θέσεων στα Τμήματα είναι το αντικείμενο του διαγωνισμού που λέγεται Πανελλαδικές Εξετάσεις. Ένας τέτοιος διαγωνισμός έχει ως σκοπό να βάλει τους υποψηφίους σε μία λίστα και με βάση αυτή τη λίστα να συμπληρωθεί ο αριθμός των εισακτέων.
Αν ο αριθμός των εισακτέων αντιστοιχεί στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας μας, της οικονομίας μας και τις δυνατότητες των Πανεπιστημίων μας πρέπει να συμπληρωθούν όλες οι θέσεις με τους καταλληλότερους, βάσει των κριτηρίων που έχουν τεθεί. Αν δεν βρίσκονται ικανοί πρέπει οι θέσεις να συμπληρωθούν με τους λιγότερο ικανούς. Σε ένα τέτοιο διαγωνισμό δεν έχει καμία θέση η ΕΒΕ. Δεν πρόκειται για εξετάσεις πιστοποίησης γνώσεων, όπως είναι οι εξετάσεις στις ξένες γλώσσες, για παράδειγμα. Έχουμε θέσεις που πρέπει να συμπληρωθούν. Το πρόβλημα που δημιουργεί η ΕΒΕ φάνηκε ξεκάθαρα στις Στρατιωτικές Σχολές. Οι άδειες θέσεις που δημιούργησε και στα 4 χρόνια της εφαρμογής της δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα στον στρατό. Η πραγματικότητα λέει ότι όταν δεν βρίσκεις ανθρώπους να εκπληρώνουν τα στάνταρ που έχεις θέσει, χαμηλώνεις τις απαιτήσεις σου.
Ακριβώς την ίδια λογική έχουν και οι εξετάσεις στα Πρότυπα σχολεία και τα Ωνάσεια από φέτος. Καθορίζεται ο αριθμός των θέσεων και τα παιδιά του Δημοτικού δίνουν εξετάσεις στα Μαθηματικά και τη Γλώσσα για να εξασφαλίσουν μια θέση σ’ αυτά. Μόνο 2 στους 10 τα καταφέρνουν. Πρόκειται για τον πιο δύσκολο διαγωνισμό, αφού στο Πανεπιστήμιο εισάγονται οι 6,5 στους 10.
Ίδια λογική είχαν και οι διαγωνισμοί διορισμού των εκπαιδευτικών μέσω του ΑΣΕΠ. Δεν αμφισβητεί κανείς την ικανότητά τους να διδάξουν· την πιστοποιεί το πτυχίο τους. Απλά δεν χωρούν όλοι, διότι οι θέσεις είναι λιγότερες από τους υποψηφίους εκπαιδευτικούς, και, συνεπώς, πρέπει να γίνει επιλογή. Οι εξετάσεις είναι ο αντικειμενικότερος τρόπος γι’ αυτό. Όταν υπάρχουν περισσότεροι υποψήφιοι από τις θέσεις που πρέπει να καλυφθούν υπάρχει διαγωνισμός. Δεν είναι μόνο οι Πανελλαδικές για τα ΑΕΙ.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί δεν χωράνε όλοι όσοι θέλουν να σπουδάσουν στα Πανεπιστήμιά μας. Με τις Πανελλαδικές Εξετάσεις του 2024 εισήχθη στα ΑΕΙ το 69,43% των υποψηφίων του Γενικού Λυκείου. Το ποσοστό είναι πολύ υψηλό. Το πρόβλημα δημιουργείται στις σχολές υψηλής ζήτησης, όπως οι Ιατρικές, Νομικές, Ψυχολογίες και Ηλεκτρολόγους Μηχανικούς. Εκεί ο ανταγωνισμός είναι πολύ σκληρός. Αντίθετα στις σχολές χαμηλής ζήτησης μένουν πολλές κενές θέσεις, που σημαίνει ότι όποιος περνάει το όριο της ΕΒΕ μπορεί να εισαχθεί.
Τι θα γινόταν αν όσοι είχαν απολυτήριο λυκείου εγγράφονταν χωρίς εξετάσεις σε όποια σχολή ήθελαν; Σε κάποια Τμήματα θα είχαμε το αδιαχώρητο. Στην Ιατρική Αθήνας, για παράδειγμα, που διέθετε 140 θέσεις το 2024 θα δεχόταν 1.334 φοιτητές, διότι τόσοι ήταν όσοι τη δήλωσαν ως πρώτη επιλογή στο Μηχανογραφικό τους δελτίο. Μετά αναγκαστικά θα προχωρούσε στο δεύτερο έτος το 10% των φοιτητών, αφού οι θέσεις είναι 140. Κάτι τέτοιο γίνεται στη Γαλλία. Η επιλογή γίνεται εντός του Πανεπιστημίου. Αυτό δεν μπορεί να γίνει στην Ελλάδα διότι η καχυποψία είναι πολύ διαδεδομένη στην κοινωνία μας. Κανείς δεν θα εμπιστευόταν, με άλλα λόγια, να γίνει η επιλογή εντός των ΑΕΙ από τους καθηγητές τους. Το σύστημα των Πανελλαδικών Εξετάσεων είναι αδιάβλητο· δυστυχώς, όμως, δεν είναι δίκαιο.
Γιατί να μη σπουδάζουν όλοι θα μου αντιτείνει κάποιος. Δεν έχω καμία αντίρρηση να σπουδάζουν όλοι· ευχής έργον θα ήταν. Πρέπει, όμως, να λέμε ολόκληρη την αλήθεια: Αν σπουδάζουν όλοι κάποιοι δεν θα ασκήσουν ποτέ επάγγελμα σχετικό με τις σπουδές τους. Οι θέσεις εργασίας καθορίζονται από την οικονομία. Αυτή δημιουργεί τις θέσεις εργασίας, αυτή τις καταργεί.
Αν, για παράδειγμα, διπλασιάζαμε τις θέσεις για τους φοιτητές των Παιδαγωγικών Τμημάτων θα είχαμε τόσους πολλούς δασκάλους που κάποιοι δεν θα έβλεπαν ποτέ στη ζωή τους σχολείο, διότι οι ανάγκες σε δασκάλους είναι περιορισμένες και θα γίνονται και λιγότερες όσο περνούν τα χρόνια λόγω υπογεννητικότητας. Και πώς θα αντιμετωπίσεις το πρόβλημα του υπερπληθυσμού των δασκάλων; Με εξετάσεις φυσικά. Δεν έχεις άλλο τρόπο. Να σπουδάσουν, λοιπόν, όλοι αλλά να ξέρουν ότι κάποιοι δεν θα βρουν ποτέ εργασία σχετική με τις σπουδές τους. Γι’ αυτό το λόγο η έννοια αδιόριστος εκπαιδευτικός δεν πρέπει να υπάρχει. Υπάρχουν πτυχιούχοι των Παιδαγωγικών Τμημάτων, εκπαιδευτικοί δηλαδή, που έχουν εργασία σχετική με τις σπουδές τους στον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα ή όχι. Δεν έχει κανείς υποχρέωση να τους βάλει σε ένα σχολείο να διδάξουν επειδή πήραν το πτυχίο των Παιδαγωγικών. Αυτό θα το καθορίσουν οι ανάγκες των σχολείων σε εκπαιδευτικό προσωπικό. Ακόμη και αν όλα τα κενά καλύπτονταν πάλι θα έμεναν δάσκαλοι χωρίς θέση σε σχολείο. Φανταστείτε, λοιπόν, τι θα γινόταν αν αυξάναμε τις θέσεις κατά 30%, ώστε να χωρούν όλοι στο Πανεπιστήμιο.
Αυτό που πρέπει να γίνει είναι οι θέσεις στα ΑΕΙ και τα αντικείμενα σπουδών να δημιουργούνται λαμβάνοντας υπόψη και τις ανάγκες της οικονομίας μας (όχι μόνο τις ανάγκες της οικονομίας), ώστε οι πτυχιούχοι να έχουν περισσότερες πιθανότητες να βρουν εργασία και να διασφαλίσουμε ότι η εισαγωγή στα ΑΕΙ θα γίνεται με όσο πιο δίκαιο τρόπο γίνεται. Δυστυχώς κανένα από τα δύο δεν συμβαίνει στη χώρα μας.
*Μαθηματικός – Ερευνητής
[email protected],
www.stadiodromia.gr