Λίγες ώρες μετά τον ανασχηματισμό ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως μάθαμε, ξεκουραζόταν με ποδηλατάδα. Πού να ήξερε ο άνθρωπος ότι θα του κάνουν τη ζωή ποδήλατο δύο υφυπουργοί; Και εντάξει ο Αρίστος Δοξιάδης παραιτήθηκε νωρίς. Η υπόθεση του Νίκου Τσάφου όμως δεν λέει να κλείσει. Και δεν είναι καθόλου απλή.
Δεν ήταν ένα «στιγμιαίο λάθος» το «Turkish Republic of Northern Cyprus» τελικά. Ήταν σειρά άκρως προβληματικών αναρτήσεων, που έρχονται σε πλήρη σύγκρουση με τις πάγιες θέσεις της Αθήνας για τις σχέσεις με την Τουρκία. Και μάλλον δεν ήταν καν σε περίοδο που δεν είχε, όπως λέει, σχέσεις με την ελληνική κυβέρνηση, αφού το είχε κάνει το πέρασμά του από τη ΔΕΠΑ, όπως λέει σήμερα η Δημοκρατία.
Δύσκολα θα πείσει η κυβέρνηση ότι το θέμα είναι «λήξαν», όσο και εάν οι βουλευτές στα τηλεοπτικά παράθυρα έχουν πάρει γραμμή να χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη φράση. Πολλοί άλλωστε πριν πουν το κομματικό ποίημα περί επαρκών εξηγήσεων, τον «στολίζουν» κανονικά, με χαρακτηρισμούς όπως «ανιστόρητες», «απαράδεκτες», «προβληματικές» δηλώσεις. Την αρχή έκανε ο Θάνος Πλεύρης. Μετά ήλθε η σειρά του Ανδρέα Κατσανιώτη, ο οποίος εξαπέλυσε βολές και κατά του πρωθυπουργού. Ο τελευταίος θα πρέπει σοβαρά να σκεφτεί, εάν θα αφήσει την υπόθεση να σέρνεται (με κίνδυνο αντί να ξεφουσκώσει, να φουντώνει ολοένα και περισσότερο από τις αποκαλύψεις) ή θα τον παραιτήσει. Και οι δύο περιπτώσεις μπορούν να θεωρούν ήττα για αυτό και είναι σε δίλημμα. Αλλά πρέπει να ζυγίσει τι προκαλεί μεγαλύτερης διάρκειας ζημιά.
Το φιάσκο αυτό με τους υφυπουργούς του ανασχηματισμού έρχεται σε μία περίοδο που το πολιτικό σκηνικό του τόπου θυμίζει έντονα ημέρες 2012. Κατακερματισμός, ακραία πόλωση και αντισυστημισμός σε ραγδαία άνοδο. Δεν είναι απλά ότι 7 στους 10 θέλουν άλλη κυβέρνηση.
Η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου – ένα κόμμα μονοθεματικό, με σημαία τα Τέμπη και τον πόλεμο κατά του συστήματος – δεν είναι απλά τρίτο με διψήφιο ποσοστό. Όπως είπε χθες ο Κώστας Παναγόπουλος κατά την παρουσίαση της τελευταίας δημοσκόπησης της Alco, είναι πρώτο στις ηλικίες 17 – 34 ετών. Αν αυτό δεν χτυπάει καμπανάκια σε κυβέρνηση, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, δεν ξέρω τι άλλο θα μπορούσε να τους «ξυπνήσει».
Ο ελιγμός με την παραπομπή Τριαντόπουλου στον φυσικό δικαστή, που έδωσε τέλος στην προανακριτική, πριν καν αρχίσει, γλιτώνει προς το παρόν την κυβέρνηση από όξυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης για τα Τέμπη, κλήσεις νέων μαρτύρων στη Βουλή (κάποιοι ζητούσαν ακόμη και του ίδιου του πρωθυπουργού). Αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα γλιτώσει και τη διεύρυνση του κατηγορητηρίου. Ο ανακριτής που θα αναλάβει την υπόθεση, έχει τη δυνατότητα να ψάξει τα πάντα από την αρχή.
Και από το σκοτεινό τοπίο της πολιτικής να πάμε στα καλά νέα του επιχειρείν. Σήμερα ξεκινά να «τρέχει» η Αρχική Δημόσια Προσφορά (IPO) για τη FAIS Group, με τον Όμιλο του επιχειρηματία Σάμι Φάις να μετρά αντίστροφα, προκειμένου να περάσει τις πύλες της Κύριας Αγοράς του Χρηματιστηρίου Αθηνών.
Η IPO θα διαρκέσει έως την Παρασκευή και θα αφορά 11,3 εκατ. μετοχές (9,1 εκατ. νέες και 2,2 εκατ. υφιστάμενες), οι οποίες αντιστοιχούν στο 25% του μετοχικού κεφαλαίου. Εάν όλα κυλήσουν ομαλά, τότε ο Σάμι Φάις θα κληθεί να χτυπήσει το καμπανάκι της 27ης Μαρτίου, σηματοδοτώντας τη μεγάλη επιστροφή στα σαλόνια της Λ. Αθηνών.
Υπενθυμίζεται ότι ο δραστήριος επιχειρηματίας, με παρουσία κυρίως στον κλάδο του λιανεμπορίου, είναι γνωστός στην ελληνική αγορά τόσο για την Elmec Sport, η οποία εμπορευόταν τα προϊόντα «Nike» και εισήχθη στο Χ.Α. στις αρχές του ’91, όσο και για την υπόθεση των Μακεδονικών Κλωστηρίων («φούσκα» του ’99).
Όλα αυτά, βέβαια, ανήκουν στο παρελθόν, με τον Φάις να έχει κάνει ένα καινούριο ξεκίνημα και να έχει δημιουργήσει έναν πολυσχιδή όμιλο, ο οποίος ελέγχει δεκάδες διάσημα brands (Adidas, Unver Urmor, Levi’s κ.α.)
Αλλαγές στη μετοχική ισορροπία μεταξύ των δύο μεγαλύτερων μετόχων της Άβαξ έφερε η πώληση χθες από τον Στέλιο Χριστοδούλου (εξάδελφο του προέδρου της κατασκευαστικής Χρήστου Ιωάννου) του 7,506% της εταιρείας.
Αγοραστές είναι μέλη της οικογένειας του διευθύνοντος συμβούλου, Κωνσταντίνου Μιτζάλη, με αποτέλεσμα το συνολικό ποσοστό της οικογένειας Μιτζάλη να διαµορφωθεί σε περίπου 24% και της οικογένειας Ιωάννου (η οποία προηγουμένως είχε το μεγαλύτερο ποσοστό) σε περίπου 22%.
Η συναλλαγή επιβεβαιώνει τη στήριξη της κατασκευαστικής από τους βασικούς μετόχους της.