«Για τη μόλυνση του Ασωπού, εγώ δεν ευθύνομαι. Δεν σκότωσα ποτέ μου καμιά φώκια και καμιά αρκούδα, εντάξει..». Αυτή ήταν η απάντηση του νεαρού άντρα στην ηλικιωμένη κυρία που ευγενικά του είπε πως δεν πρέπει να πετάει κάτω τα αποτσίγαρά του. Εκείνη δεν επέμεινε, εγώ δεν μπήκα στην κουβέντα. Αποφασίσαμε λοιπόν να σκιαγραφήσουμε το προφίλ του «Ελληνάρα» που σίγουρα έχουμε συναντήσει σε μια από τις παρακάτω εκδοχές του, ίσως να είμαστε και εμείς..
Ένα τσιγάρο δρόμος…
Μάλλον έτσι σκέφτονται χιλιάδες, αν όχι εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες οδηγοί, που αδειάζουν το τασάκι του αυτοκινήτου τους, ενώ οδηγούν. Θέλουν μόνο να ξεφορτωθούν τα αποτσίγαρά τους, αδιαφορώντας παντελώς για το περιβάλλον. Πολλοί οδηγοί δεν σταματούν καν. Δεν μπαίνουν στον κόπο να ανοίξουν την πόρτα, αλλά πετούν τα αποτσίγαρα εν κινήσει και αρκετές φορές οι γόπες των τσιγάρων καταλήγουν στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου που ακολουθεί, ενώ άλλες φορές ο άτυχος οδηγός του αυτοκινήτου «δέχεται επίθεση» από πλαστικά σακουλάκια (πατατάκια, κρουασάν) αλλά και από μπουκάλια νερού. Σε ποιον δεν έχει συμβεί αυτό και πόσοι από ‘μάς δεν το’χουν κάνει..
Ο οδηγός που πετά τα αποτσίγαρα στο δρόμο, δε σκέφτεται ότι αυτά θέλουν περίπου 25 χρόνια για να αποσυντεθούν. Κι αν το σκέφτεται, μάλλον δεν νοιάζεται. Σε πολλά από αυτά τα περιστατικά, ένα μικρό παιδί βρίσκεται στη θέση του συνοδηγού ή στο πίσω κάθισμα και βεβαίως παίρνει το καλό παράδειγμα..
«That black thing» What is it;…
Το καλοκαίρι του 2010 με επισκέφθηκε μια φίλη από το Λονδίνο. Καθώς περπατούσαμε στο κέντρο της Αθήνας, παρατήρησα ότι ενώ της έδειχνα κάποια όμορφα νεοκλασικά, εκείνη επέμενε να κοιτάζει κάτω. Κάποια στιγμή μου είπε…«μα αυτά τα μαύρα εδώ, τι ακριβώς είναι;». Μόλις της απάντησα πως είναι τσίχλες, έπαθε σοκ! Δεν μπορούσε να πιστέψει πως δεν υπήρχε μάρμαρο και κομμάτι πεζοδρομίου που να μην έχει μαύρα στίγματα.
Ο Δήμος Αθηναίων έχει προμηθευτεί ένα μηχάνημα που ξεκολλάει 12 τσίχλες το λεπτό, αφού παγώνει την τσίχλα και στη συνέχεια με ένα ειδικό υγρό τη διαλύει και τη ρευστοποιεί. Η προσπάθεια ξεκίνησε πειραματικά από τη Βουκουρεστίου και τώρα επικεντρώνεται στο πρώτο διαμέρισμα της Αθήνας που συγκεντρώνει τον περισσότερο κόσμο.
Όσο όμως και καλό να είναι το μηχάνημα, τι να σου κάνει όταν Αθηναίοι και τουρίστες επιλέγουν να πετάξουν κάτω την τσίχλα τους και όχι στον κάδο που προσπέρασαν πριν από λίγο..
Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και με τα αποτσίγαρα που ο καθένας πετάει όπου θέλει, χωρίς δεύτερη σκέψη. Σε πολλές χώρες του εξωτερικού, τέτοιες συμπεριφορές τιμωρούνται αυστηρά από το νόμο. Αν όμως σκεφτεί κανείς την εφαρμογή και την αποτυχία της απαγόρευσης του καπνίσματος σε καφέ και εστιατόρια, μπορεί να υποθέσει και την τύχη οποιασδήποτε ανάλογης πρωτοβουλίας.
«Είμαι μάγκας και σκοτώνω!»
«Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν ταβέρνες και να βγάζουν στο μενού τους λαγό σε περίοδο που απαγορεύεται το κυνήγι. Έχουν τιμολόγιο για την αγορά του; Θέλω να μάθω πώς βρέθηκε στην κουζίνα τους..». Το ερώτημα αυτό έθεσε ο Παρασκευάς Βογιατζάκης, πρόεδρος της 1ης Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Κρήτης και Δωδεκανήσου, μιλώντας στην Natura nrg τον περασμένο Μάρτιο, σε ένα ρεπορτάζ που κάναμε για τη λαθροθηρία. Δυστυχώς, η κατάσταση είναι ανεξέλεγκτη, ενώ στην περιφέρεια η δράση των λαθροθηρών είναι όχι μόνο γνωστή, αλλά επικροτείται από μέρος της τοπικής κοινωνίας.
Δυστυχώς ακόμη και εκείνοι που διαφωνούν, δεν μιλούν και δεν καταγγέλλουν τα περιστατικά που γνωρίζουν στην αστυνομία, αφού φοβούνται μη στιγματιστούν ως «ρουφιάνοι». Βέβαια, ποιος μπορεί να τους διαβεβαιώσει ότι το όργανο της τάξης θα ερευνήσει την υπόθεση, αφού οι φιλικές σχέσεις στις μικρές κοινωνίες συχνά κρατούν στο σκοτάδι τέτοια παραπτώματα. Στα καφενεία και στις ταβέρνες των χωριών η ερώτηση «τι έπιασες σήμερα;» διατυπώνεται ανοιχτά, δυνατά και ανεξαρτήτως εποχής. Το χειρότερο είναι πως αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να καταλάβουν πόσο μεγάλη ζημιά κάνουν, αφού πιστεύουν ότι «ένα λαγό και δυο πουλιά πιάσαμε, δεν κάναμε και έγκλημα!». Στην πραγματικότητα όμως με τη στάση τους δηλώνουν, «είμαι μάγκας και σκοτώνω» και δεν υπολογίζω νόμους και απαγορεύσεις.
Η κυρία Μαρία…
Όσους υπάλληλους και όσα μηχανήματα να αποκτήσουν οι υπηρεσίες καθαριότητας, Αθήνα και Θεσσαλονίκη δεν καθαρίζουν. Σε αυτό βέβαια συμβάλλουμε καθοριστικά εμείς που πετάμε πάσης φύσεως σκουπίδια σε πλατείες, δρόμους και γειτονιές.
Δυστυχώς οι απεργίες των ανθρώπων της καθαριότητας δεν λείπουν, ακόμη και σε περιόδους όπως το καλοκαίρι, όπου οι υψηλές θερμοκρασίες «λιώνουν» τα σκουπίδια. Σε αυτήν όμως τη δύσκολη κατάσταση ποια είναι η δική μας συμπεριφορά;
Η κυρία Μαρία του 2ου ορόφου αντιλαμβάνεται πως η λογική «τα σκουπίδια μου μακριά από ‘μένα κι όπου να’ ναι» δεν οδηγεί πουθενά, ενώ η κυρία Μαρία που μένει στον 3ο κατεβάζει άλλες τρεις σακούλες αρνούμενη να «φιλοξενήσει» τα δικά της απορρίμματα στο μπαλκόνι για λίγες ημέρες. Κάπως έτσι τα σκουπίδια ξεχειλίζουν από τους κάδους, ο λόφος γίνεται βουνό και η ατμόσφαιρα στην πόλη ανυπόφορη. Αχτίδα αισιοδοξίας αποτελεί το πρόγραμμα ανακύκλωσης με τους μπλε κάδους που έχει αποδώσει καρπούς. Θα πήγαινε ακόμη καλύτερα, αν αρκετοί συμπολίτες μας δεν τους χρησιμοποιούσαν όπως τους κλασικούς κάδους…
Tasaki Beach!
Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η συνήθεια του Έλληνα να σβήνει το τσιγάρο στην άμμο και να το αφήνει εκεί, μαζί με καφέδες, μπουκάλια, συσκευασίες φαγητού και εφημερίδες. H χρήση πλαστικής σακούλας σαν κάδου απορριμμάτων μοιάζει για πολλούς μια παράλογη και κοπιαστική κίνηση. Κάπως έτσι οι παραλίες μας μετατρέπονται σε σκουπιδότοπους, ενώ πολλά απορρίμματα παρασύρονται από το κύμα και καταλήγουν μέσα στη θάλασσα. Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι που τα πετούν απευθείας στη θάλασσα, δείχνοντας έτσι το ενδιαφέρον τους για όσους κολυμπούν δίπλα τους..
«Όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά»…
Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον γλάρο της παλιάς, γνωστής διαφήμισης που μας ζητούσε να σεβόμαστε το περιβάλλον «ώστε να μπορούμε να χαιρόμαστε, όλοι μαζί, την καθαρή θάλασσα και αυτό το καλοκαίρι». Όμως πολλοί από τους ταξιδιώτες του καλοκαιριού αντιλαμβάνονται τη θάλασσα ως χωματερή, αφού πετούν από το πλοίο αποτσίγαρα καθώς και ό,τι άλλο έχουν πάνω τους, ξεχνώντας πως στον 21ο αιώνα τα πλοία διαθέτουν κάδους απορριμμάτων.
«Μα είναι τόσο κακό να πετάξει κανείς ένα αποτσίγαρο ή μια μικρή σακούλα μέσα στο πέλαγος;» μπορεί να αναρωτηθεί κανείς.. Θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε τι πιστεύει για αυτό μια νεκρή φώκια που στο στομάχι της βρέθηκαν λευκές πλαστικές σακούλες. Απλώς η φώκια πέρασε τη σακούλα για μέδουσα, δηλαδή για τροφή και τελικά πνίγηκε προσπαθώντας να την καταπιεί. Εκτός αυτού, πρώτα θα φτιάξουμε εμείς πόλεις στο βυθό και μετά θα λιώσει η σακούλα. Οπότε το μήνυμα του συμπαθούς γλάρου, μάλλον δεν μας συγκίνησε ιδιαίτερα..
Δάσος; Ε και…
Γιατί πρέπει να φας το τυροπιτάκι και να αφήσεις το αλουμινόχαρτο στο δάσος; Γιατί δεν μπορείς να σκεφτείς ότι αυτό μπορεί να «ψηθεί» από τον ήλιο και να κάνει στάχτη το δάσος που φιλοξένησε εσένα και την παρέα σου; Δυστυχώς, οι Έλληνες κάνουμε ότι μπορούμε ώστε σε λίγα χρόνια τα παιδιά μας να χρειάζονται φωτογραφίες για να καταλάβουν «τι ήταν το δάσος». Βεβαίως, χιλιάδες στρέμματα έχουν χαθεί, γιατί εμπρηστές εκτελούσαν εντολές οικοπεδοφάγων, αλλά εξίσου πολλές δασικές πυρκαγιές οφείλονται στην επικίνδυνη αδιαφορία μας.
«Έλα μωρέ, ρίξ’τα εκεί!»
Εδώ και χρόνια η Ελλάδα έχει κατακτήσει μια θλιβερή, πανευρωπαϊκή πρωτιά. Η χώρα μας είχε χιλιάδες παράνομες χωματερές σε όλη τη χώρα που δεν ενοχλούσαν ιδιαίτερα την τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά και την κεντρική εξουσία. Τα τελευταία δέκα χρόνια, η ΕΕ παρενέβη αποφασιστικά, ζήτησε συγκεκριμένο σχέδιο δράσης και επέβαλε μεγάλα χρηματικά πρόστιμα.
Γεγονός είναι πως σημαντικός αριθμός παράνομων χωματερών δεν υπάρχει πια, δεν έχουν όμως εξαλειφθεί οι αιτίες που οδήγησαν στη δημιουργία τόσων σκουπιδότοπων δίπλα σε ποτάμια και μέσα σε δάση. Άλλαξαν μυαλά άνθρωποι που για χρόνια πετούσαν ανενόχλητοι ό,τι ήθελαν, όπου ήθελαν; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Το θέμα δεν αφορά μόνο μεγάλες βιομηχανίες και επιχειρήσεις, αλλά και ανθρώπους σαν εμάς που πετάμε μπάζα και παλιά έπιπλα στην παράνομη χωματερή του χωριού ή της πόλης που όλοι γνωρίζουν πως «λειτουργεί» ακόμη…
Υπάρχουν πολλά ακόμη παραδείγματα καταστρεπτικών ανθρώπινων παρεμβάσεων στη φύση, όπως η ανεξέλεγκτη βοσκή, τα αυθαίρετα εντός του δάσους, ο βασανισμός ζώων, οι φόλες και πολλά αλλά. Στις περιπτώσεις αυτές όμως δεν μιλάμε για απαράδεκτη αμέλεια και αδιαφορία, αλλά για εγκληματική συμπεριφορά.
Σ’ αυτό το άρθρο προσπαθήσαμε να συγκεντρώσουμε τις βασικότερες συνήθειες του «Ελληνάρα», δηλαδή του κακού μας εαυτού, σε σχέση με το περιβάλλον. Σταθήκαμε σε συμπεριφορές και αντιλήψεις που αν αλλάξουν, θα βελτιώσουν σημαντικά τη ζωή μας, αλλά και τις ζωές των παιδιών μας. Γιατί η άγνοια συγχωρείται, τουλάχιστον στην αρχή. Η αδιαφορία όμως όχι! Δεν μπορούμε να σώσουμε το περιβάλλον, αλλά μπορούμε να το φροντίσουμε. Και στην Ελλάδα δεν το κάνουμε!
του Απόστολoυ Στάικου
Πηγή: naturanrg.gr