Την εθνική στρατηγική για την βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στα κτίρια και την μετάβαση σε κτίρια σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης περιέγραψε η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, κ. Αλεξάνδρα Σδούκου, κατά την σημερινή ομιλία της σε ημερίδα που οργάνωσε το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) και ο Πανελλήνιος Σύλλογος Πιστοποιημένων Ενεργειακών Επιθεωρητών.
Η κ. Σδούκου σημείωσε ότι τα κτίρια βρίσκονται στο επίκεντρο της πολιτικής ατζέντας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στο πλαίσιο του European Green Deal που ανακοινώθηκε το Δεκέμβριο του 2019, μία από τις δράσεις αφορά αποκλειστικά στην ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων. Πρόκειται για την πρωτοβουλία “renovation wave” που έχει σαν στόχο να αυξήσει τους χαμηλούς ρυθμούς ανακαίνισης στα κράτη-μέλη (περίπου 1% σε Ευρωπαϊκό επίπεδο), προκειμένου η Ευρώπη να επιτύχει τους περιβαλλοντικούς και ενεργειακούς στόχους της.
«Η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων», είπε, αναφέροντας ενδεικτικά:
Ø Τον ΚΕΝΑΚ, ο οποίος καθορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων
Ø Τον καθορισμό των κτιρίων σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας
Ø Το σύστημα Ενεργειακών Επιθεωρήσεων και έκδοσης Ενεργειακών Πιστοποιητικών
Ø Την εκπόνηση της μακροχρόνιας στρατηγικής για την ανακαίνιση του κτιριακού αποθέματος
Ø Το Πρόγραμμα «Εξοικονόμηση Κατ’ Οίκον»
Ø Την ενεργειακή αναβάθμιση δημοσίων κτιρίων μέσω συγκεκριμένων δράσεων όπως το πρώτο Εξοικονομώ για τους ΟΤΑ κ.α.
Αυτή τη στιγμή, προτεραιότητα για την χώρα στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης είναι η εναρμόνιση με την αναθεωρημένη οδηγία 2018/844 για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων μέχρι τις 10 Μαρτίου 2020. Οι αλλαγές αφορούν κυρίως σε βελτιώσεις στην ενεργειακή αποδοτικότητα των κτιρίων.
«Παρακολουθούμε στενά την εφαρμογή των όρων για τα κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας και επιδιώκουμε σύντομα να αναθεωρήσουμε τον ΚΕΝΑΚ και τις απαιτήσεις των κτιρίων σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας. Η κυβέρνησή μας έχει αποδείξει ότι επενδύει σε μια κοινωνία και οικονομία χαμηλών ρύπων και ο στόχος είναι να μειώσουμε στο ελάχιστο τις εκπομπές ρύπων από τα κτίρια, με μακροπρόθεσμο στόχο σχεδόν να τις μηδενίσουμε», τόνισε η κ. Σδούκου.
Κεντρικό εργαλείο για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι η υπό εκπόνηση μακροχρόνια στρατηγική για την ανακαίνιση του κτιριακού αποθέματος. Βασικά στοιχεία της έχουν ήδη ενσωματωθεί στο ΕΣΕΚ, ενώ ολόκληρη η έκθεση θα κατατεθεί έως τις 10 Μαρτίου 2020, στο πλαίσιο της εναρμόνισης με την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων.
Η συγκεκριμένη στρατηγική θα αποτυπώνει όλα τα μέτρα και τις απαιτούμενες ενέργειες για την ανακαίνιση του κτιριακού μας αποθέματος -περιλαμβανομένης της χρηματοδότησης- και επιδιώκεται να αποτελέσει το σημείο αναφοράς στο οποίο θα βασίζονται όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς, ώστε οι κανόνες της αγοράς να είναι διαφανείς. Επιπροσθέτως, η έκθεση στρατηγικής θα αποτελέσει και κριτήριο αιρεσιμότητας . Με άλλα λόγια, αποτελεί προϋπόθεση για να αποδεσμευτούν κονδύλια για την επόμενη προγραμματική περίοδο (2021-2027) για εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια.
Η κ. Σδούκου αναφέρθηκε στη συνέχεια στους βασικούς στόχους του ΕΣΕΚ για την βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στον κτιριακό τομέα. Όπως είπε, έχει τεθεί ως στόχος έως το 2030 το 15% των κατοικιών να έχει ανακαινιστεί ή να έχει αντικατασταθεί από νέα κτίρια σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης. Ο συνολικός αριθμός κτιρίων που πρέπει να ανακαινιστούν υπολογίζεται σε περίπου 600.000. Επομένως κάθε χρόνο θα αναβαθμίζονται ενεργειακά ή θα αντικαθίστανται από νέα ενεργειακά αποδοτικότερα κατά μέσο όρο 60.000 κτίρια ή κτιριακές μονάδες. Συνολικά η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης του κτιριακού αποθέματος αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας κατά 8 δις. ευρώ και στη δημιουργία και διατήρηση 22 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Ειδική μνεία έκανε στο βασικότερο εργαλείο προώθησης της ενεργειακής απόδοσης, του «Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον». Όπως είπε, «Μέχρι στιγμής μέσω των δύο «Εξοικονομώ», με τους εκάστοτε κύκλους που έτρεξαν, έχουν αναβαθμιστεί ή θα αναβαθμιστούν πάνω από 140.000 κατοικίες. Αν διαιρεθεί ο αριθμός κατοικιών με τα χρόνια που έχει τρέξει το «Εξοικονόμηση» προκύπτει ότι ο ρυθμός ανακαίνισης μέχρι σήμερα υπολείπεται αρκετά του επιθυμητού και αναγκαίου στόχου των σχεδόν 60.000 κατοικιών ανά έτος.
Επομένως πρέπει να αυξηθεί ο στόχος τόσο για τον αριθμό κτιρίων (δημόσια και ιδιωτικά) που αναβαθμίζονται κατ ’έτος, όσο και για την έκταση και την ποιότητα της αναβάθμισης. Κι αυτό πρέπει να συμβεί με τους περιορισμένους πόρους που έχουμε στη διάθεσή μας, είτε εθνικούς είτε κοινοτικούς. Συνεπώς πρέπει να κινητοποιήσουμε περισσότερα ιδιωτικά κεφάλαια, να δώσουμε περισσότερα και διαφορετικά κίνητρα, να καταστήσουμε ελκυστικότερες τις επενδύσεις στον τομέα της αναβάθμισης του κτιριακού αποθέματος»
Η κ. Σδούκου αναφέρθηκε τέλος στο πρόγραμμα ΗΛΕΚΤΡΑ για ενεργειακή αναβάθμιση δημοσίων κτιρίων, συνολικού προϋπολογισμού 500 εκατ. ευρώ. Το πρόγραμμα αφορά στη χορήγηση επενδυτικών δανείων μέσω του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, τα οποία θα αποπληρώνονται από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων, εφόσον το έργο υλοποιηθεί σύμφωνα με τους εκάστοτε όρους. Όπως τόνισε «ελπίζω εντός των επόμενων ημερών να έχουμε οριστικοποιήσει και διευθετήσει όλες τις εκκρεμότητες, νομικές, κανονιστικές και χρηματοδοτικές ώστε να ανακοινώσουμε και επισήμως το πρόγραμμα».