Στα οικολογικά και φιλικά προς το περιβάλλον είδη στρέφονται οι καταναλωτές, καθώς η κοινωνική ευθύνη και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα γίνονται ολοένα και πιο αισθητές παγκοσμίως. Σύμφωνα με έρευνα της PayPal, παρόλο που το αβοκάντο και οι σπόροι τσία έκαναν θραύση τα τελευταία χρόνια, είναι μάλλον προτιμότερο να συμβιβάζεστε με φρέσκα τοπικά προϊόντα, όπως οι πατάτες, τα σπαράγγια, τα φρέσκα ή αποξηραμένα φρούτα και οι ξηροί καρποί.
Ειδικότερα, μια αντίστοιχη τάση παρατηρείται και στην Ελλάδα: σύμφωνα με στοιχεία της PayPal, το 68% των πελατών τείνει πλέον να επιλέγει οικολογικά και φιλικά προς το περιβάλλον είδη.
Εντούτοις, ακόμη και οι συνειδητοποιημένοι καταναλωτές χρειάζονται συχνά βοήθεια – ειδικά εάν πραγματοποιούν online αγορές. Σε ποια οφέλη μπορούν να στοχεύουν οι έμποροι που δραστηριοποιούνται στο Διαδίκτυο, εφόσον προτίθενται να συνδράμουν στην προσπάθεια των πελατών τους να εντοπίσουν τοπικά προϊόντα;
Στην Ευρώπη, ανάλογα με τη χώρα, περίπου το 5-10% της κατανάλωσης τροφίμων συνδέεται με τον περιβαλλοντικό και καταναλωτικό ακτιβισμό, γεγονός που υπογραμμίζει το γεγονός ότι όσοι καταναλωτές ενδιαφέρονται για την κλιματική κρίση, επιθυμούν ταυτόχρονα να ευθυγραμμίσουν τις αγορές τους με τις προσωπικές τους αξίες και πεποιθήσεις. Το 60% των Ευρωπαίων επιλέγει να προμηθεύεται πράσινα και eco-friendly προϊόντα, αποδεικνύοντας εμπράκτως την εμπιστοσύνη και στήριξή τους σε δίκαιες και ηθικές πρωτοβουλίες (όπως το κίνημα του Fair Trade/δίκαιο & αλληλέγγυο εμπόριο).
Εξίσου σημαντικός παράγοντας για τους σύγχρονους αγοραστές είναι η ίδια η ποιότητα της καθημερινής διατροφής. Το 63% των καταναλωτών σε όλη την Ευρώπη άρχισε να επισκέπτεται καταστήματα με ποικιλία σε βιολογικά είδη, σύμφωνα με την έκθεση της PayPal με τίτλο “Trends and Opportunities: The European Grocery Landscape in 2022”. Η αυξημένη ευαισθητοποίηση για την υγεία σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι πελάτες ελέγχουν συχνότερα όχι μόνο την προέλευση, τη σύνθεση και τα πιστοποιητικά ποιότητας των προϊόντων που βάζουν στο καλάθι τους, αλλά και τις αξίες που πρεσβεύουν.
Σύμφωνα με σχετική έκθεση της WWF, στην Ελλάδα οι κορυφαίοι περιβαλλοντικοί προβληματισμοί των ανθρώπων εστιάζονται στα τρόφιμα, προκειμένου να αποφύγουν τη σπατάλη και να διασφαλίσουν ότι καλλιεργούνται στη χώρα μας. Φαίνεται ότι οι Έλληνες είναι καλά ενημερωμένοι και δεν διστάζουν να εκφράσουν τις ιδιαίτερες ανησυχίες τους σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της παραγωγής τροφίμων. Περίπου το 60% των ντόπιων αγοραστών προτιμά να αγοράζει εποχιακά φρούτα και λαχανικά, καθώς και τοπικά προϊόντα, ενώ το 83% πιστεύει ότι όλοι μας θα έπρεπε να υιοθετήσουμε ένα μοντέλο διατροφής που δεν επιβαρύνει το περιβάλλον, κάνοντας καλό τόσο στην υγεία όσο και στον πλανήτη μας.
Για πληθώρα επιχειρήσεων, δεν άργησε να καταστεί σαφές ότι η βιώσιμη και ηθική κατανάλωση δεν σημαίνει απλώς να πάμε στη λαϊκή αγορά της γειτονιάς με μία επαναχρησιμοποιήσιμη τσάντα στο χέρι για τα ψώνια μας. Δεν παύει να σχετίζεται και με την υποστήριξη της παρουσίας των παραγωγών και εμπόρων στο Διαδίκτυο. Στην πραγματικότητα, έως και το 70% των καταναλωτών στις ΗΠΑ ενισχύει άμεσα τις τοπικές επιχειρήσεις πραγματοποιώντας –αποκλειστικά ή εν μέρει- online αγορές.
«Οι τάσεις σε άλλες χώρες είναι πιθανώς παρόμοιες, καθώς η υπεύθυνη κατανάλωση έχει γίνει εξίσου σημαντική στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Οι συγκεκριμένοι καταναλωτές ψηφίζουν βιώσιμα αγαθά με τα πορτοφόλια τους – συμπεριλαμβανομένων των e-wallets. Στην Ελλάδα, έως και το 89% των καταναλωτών αγοράζει είδη παντοπωλείου μέσω Διαδικτύου, ένα σαφές σημάδι ότι αναζητούν διαρκώς προϊόντα άριστης ποιότητας και επαρκώς θρεπτικά και υγιεινά», εξηγεί ο Efi Dahan, Γενικός Διευθυντής της PayPal για την Κεντρική-Ανατολική Ευρώπη, τη Ρωσία και το Ισραήλ.
Αυτό σημαίνει ότι παρόλο που οι ηλεκτρονικές αγορές συχνά συνδέονται με την έρευνα για τον εντοπισμό των χαμηλότερων δυνατών τιμών στα ψηφιακά ράφια, η τοπική προέλευση και η ποιότητα του προϊόντος αποτελούν παράγοντες μείζονος σημασίας. Επιπλέον, η πλειονότητα των Ευρωπαίων προτιμά να αγοράζει από ιστότοπους και εφαρμογές που δίνουν έμφαση στα εγχώρια καταστήματα.
«Παρά τις πρόσφατες οικονομικές αναταραχές, η ποιότητα του εκάστοτε προϊόντος παίζει μεγάλο ρόλο για τους καταναλωτές, όσο και το χαμηλό κόστος. Τα υγιεινά, βιώσιμα, βιολογικά και τοπικά είδη είναι ιδιαίτερα περιζήτητα. Στην πραγματικότητα, τα στοιχεία που έχουμε συλλέξει μας επιβεβαιώνουν ότι, ενώ το 84% των αγοραστών είναι πιθανό να πάρει αποφάσεις με γνώμονα την τιμή του αγαθού, ακόμη περισσότεροι (89%) λαμβάνουν υπόψη κυρίως την ποιότητά του. Η τακτική αυτή θα επηρεάσει ανάλογα την πολιτική των επιχειρήσεων που μέχρι πρότινος βασιζόταν στη στρατηγική τιμολόγησης για να διατηρήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Δεν πρόκειται πλέον για τον πρωταρχικό παράγοντα και οφείλουν να το γνωρίζουν για να πράξουν ανάλογα», συμπληρώνει ο Efi Dahan.
Ας ρίξουμε, λοιπόν, μια ματιά στις τρέχουσες και μελλοντικές εκτιμήσεις. Σύμφωνα με την 9η έκδοση της παγκόσμιας έρευνας ‘ΕΥ Future Consumer Index’, οι άνθρωποι επικεντρώνονται σε απλές βασικές ανάγκες και θα πάψουν να σπαταλούν χρόνο και χρήμα σε μη απαραίτητα ή σημαντικά πράγματα, ειδικά σε μία περίοδο με αισθητή την πίεση του αυξανόμενου πληθωρισμού. Ήδη από την έναρξη της πανδημίας, οι Έλληνες καταναλωτές ανησυχούν για την οικονομία και η τιμή των αγαθών εξακολουθεί να τους απασχολεί. Δύο στους πέντε, μάλιστα, έχουν αλλάξει τα brands που αγοράζουν, είτε για να μειώσουν τις δαπάνες τους, να στηρίξουν την εγχώρια οικονομία, τις τοπικές επιχειρήσεις ή τα καταστήματα της γειτονιάς, είτε για να στραφούν σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.
Σε κάθε περίπτωση, το περιβάλλον δεν μπαίνει σε δεύτερη μοίρα – περισσότεροι από τους μισούς (53%) δηλώνουν ότι στο μέλλον θα δίνουν ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στον περιβαλλοντικό ή κοινωνικό αντίκτυπο των αγορών τους. Ωστόσο, αυτή την περίοδο, ακόμη και μεταξύ όσων αυτοπροσδιορίζονται ως “planet first”, λιγότεροι από ένας στους τρεις (29%) είναι πρόθυμοι να πληρώσουν παραπάνω για περισσότερο βιώσιμα αγαθά και υπηρεσίες, και το 40% για προϊόντα που παράγονται με ηθικό τρόπο.
Η βιωσιμότητα και η φύση του προϊόντος (εάν είναι βιολογικό ή όχι) συγκαταλέγονται ανάμεσα στα βασικά κριτήρια αγοράς των Ελλήνων καταναλωτών (43% και 36% αντίστοιχα), κάθε φορά που φτάνει η ώρα για τις προμήθειές τους. Παρά τις τοπικές ανησυχίες για το σχετικά χαμηλό επίπεδο της ποιότητας, τις υψηλές τιμές, την απουσία λεπτομερών πληροφοριών ή καθοδήγησης, καθώς και την πιθανή έλλειψη εμπιστοσύνης λόγω περιστατικών ‘greenwashing’, το θέμα της προσφοράς μιας ευρύτερης και καλύτερης γκάμας βιώσιμων προϊόντων στην Ελλάδα δημιουργεί πρόσφορο έδαφος και μία σπουδαία επιχειρηματική ευκαιρία, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη διείσδυση του ηλεκτρονικού εμπορίου και την άνοδο της εν λόγω αγοράς, η συνολική αξία της οποίας ανήλθε στο ποσό-ρεκόρ των 14 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2021.
Οι online αγορές ειδών παντοπωλείου σε αυτόν τον τομέα θα ήταν επίσης μεγάλος νικητής, δεδομένου του γεγονότος ότι οι διαδικτυακές πωλήσεις καταναλωτικών αγαθών στην Ελλάδα κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022 παρέμειναν πολύ κοντά στα εξαιρετικά υψηλά επίπεδα του προηγούμενου έτους, στη διάρκεια του οποίου το παρατεταμένο lockdown έδωσε μεγάλη ώθηση στον ρυθμό ανάπτυξης του κλάδου. Πέρυσι, ο ετήσιος κύκλος εργασιών του ελληνικού e-grocery έφτασε τα 255 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά +56% το 2021 έναντι του 2020. Υπάρχει άραγε κάτι που μπορεί ακόμα να σταθεί εμπόδιο;
«Τη δεδομένη αυτή στιγμή, οι διαδικτυακές επιχειρήσεις έρχονται αντιμέτωπες με μία πρόκληση και την επιλογή να συμμετάσχουν στην πράσινη τάση ή να μείνουν πίσω σε έναν κλάδο που αναπόφευκτα έλκεται προς τη βιωσιμότητα. Οι καταναλωτές επιζητούν όντως την ενημέρωση και την εκπαίδευση σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των αγορών τους. Οπότε, τα καταστήματα ηλεκτρονικού εμπορίου που τους διευκολύνουν να διατηρήσουν τον έλεγχο των διαθέσιμων βιώσιμων επιλογών, θα είναι τελικά οι νικητές. Είναι πάντοτε προτιμότερο να αγοράζουμε κάτι αν γνωρίζουμε ότι όχι μόνο είναι καλό, αλλά παράλληλα ενισχύει την τοπική οικονομία και γεωργία», σχολιάζει ο Efi Dahan.
Βέβαια, δεν είναι απαραίτητο για τους εμπόρους να αλλάξουν άρδην τη στρατηγική τους από τη μια μέρα στην άλλη. Μικρά βήματα, αλλά και τακτικές σταθερές αλλαγές αρκούν για να αρχίσουν να κάνουν τη διαφορά, όπως οι συνεργασίες με τοπικούς προμηθευτές, οι σαφείς ετικέτες και περιγραφές προϊόντων. Όλα αυτά και πολλά άλλα δύνανται να συμβάλουν σημαντικά στην ουσιαστική ενεργοποίηση και κινητοποίηση, με στόχο την ευαισθητοποίηση των καταναλωτών.
Οι συγκεκριμένες δραστηριότητες θα εξαρτώνται ταυτόχρονα από τις συνθήκες και το προφίλ του εκάστοτε ηλεκτρονικού καταστήματος, αλλά ένα πράγμα είναι σίγουρο: η ενασχόληση με τις τοπικές αλυσίδες εφοδιασμού και οι φιλικές προς το περιβάλλον δραστηριότητες θα τους παρέχουν δίχως άλλο ένα σοβαρό πλεονέκτημα στα μάτια των δυνητικών πελατών, αφουγκραζόμενοι τις ξεχωριστές ανάγκες τους σε μία απαιτητική περίοδο.