Η αποτελεσματική διαχείριση του κύκλου πληρωμών και η αντιμετώπιση του πιστωτικού κινδύνου αποτελούν στρατηγικές πλέον προτεραιότητες για τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες αναζητούν ολοκληρωμένες λύσεις προκειμένου να αντιμετωπίσουν την άνοδο του πληθωρισμού και των επιτοκίων, να προστατεύσουν τη ρευστότητα και να υλοποιήσουν τα επιχειρηματικά τους σχέδια. Τα συμπεράσματα αυτά καταγράφονται στην 4η έκδοση του European Payment Report* – Έκθεση για την Ελλάδα για το 2023 που παρουσιάζει η Intrum μετά από έρευνα στην οποία συμμετείχαν 240 εκπρόσωποι από επιχειρήσεις σε 15 κλάδους της αγοράς. Η Έκθεση για την Ελλάδα αποτελεί μέρος της πανευρωπαϊκής έρευνας που διεξήγαγε η Intrum ταυτόχρονα σε 29 ευρωπαϊκές χώρες από τα τέλη Νοεμβρίου 2022 έως τον Μάρτιο 2023.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα της Intrum αναφέρουν ότι η απουσία μιας βιώσιμης κουλτούρας πληρωμών, ιδίως στις σημερινές οικονομικές συνθήκες, προκαλεί επαναλαμβανόμενο κύκλο πιέσεων στην αγορά. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζουν ότι η έλλειψη εξειδικευμένης τεχνογνωσίας και εσωτερικής υποδομής για την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου πλαισίου διαχείρισης των πιστώσεων «κοστίζει» ολοένα και περισσότερο χρόνο και πόρους στην επιχείρησή τους. Συγκεκριμένα, οι ελληνικές επιχειρήσεις δαπανούν κατά μέσο όρο 78 ημέρες ετησίως για τη διευθέτηση εκπρόθεσμων οφειλών και την επαναδιαπραγμάτευση των όρων πληρωμής με προμηθευτές και συνεργάτες.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του European Payment Report* – Έκθεση για την Ελλάδα για το 2023, η βελτιωμένη διαχείριση του κύκλου πληρωμών θα έδινε ώθηση στις επιχειρήσεις ώστε να επικεντρώσουν στη βασική τους δραστηριότητα, να αναπτύξουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους, να επενδύσουν στη βιωσιμότητα και την ψηφιακή καινοτομία, να δημιουργήσουν θέσεις απασχόλησης και προπάντων να συμβάλλουν στη δημιουργία ενός ενάρετου και σταθερού οικονομικού κύκλου για το σύνολο της αγοράς.
Ακόμα, για δεύτερη συνεχή χρονιά, διαπιστώνεται ότι οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα αναγνωρίζουν πλέον ότι η επιχειρηματική βιωσιμότητα προϋποθέτει την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και γι’ αυτό εντείνουν τις προσπάθειες ώστε να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους στον τομέα αυτόν και κατ’ επέκταση να καταστούν πιο ανταγωνιστικές.
1.Οι οικονομικές προκλήσεις ωθούν τις ελληνικές επιχειρήσεις να αναλάβουν πρωτοβουλίες για ενίσχυση της αποδοτικότητας, εξασφάλιση της ρευστότητας και εφαρμογή ολοκληρωμένου πλαισίου διαχείρισης των πιστώσεων.
•Το 64% των ερωτώμενων στην Ελλάδα θέτει τον περιορισμό του πιστωτικού κινδύνου και τη βελτίωση της διαχείρισης των εκπρόθεσμων πληρωμών από προμηθευτές και συνεργάτες σε προτεραιότητα για το 2023.
•Σε ποσοστό αντίστοιχο με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (53%), οι επιχειρήσεις εστιάζουν στο μετριασμό του πιστωτικού κινδύνου με αποτέλεσμα να παραλείπουν πρωτοβουλίες που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά τους.
•Οι μισοί (50%) ερωτώμενοι ομολογούν ότι πλέον, λόγω της ανόδου των επιτοκίων, είναι πιο προσεκτικοί όσον αφορά την ανάληψη χρέους (ευρωπαϊκός μέσος όρος: 56%).
•Όσον αφορά την εξέλιξη του πληθωρισμού, οι ελληνικές επιχειρήσεις αποδεικνύονται αισιόδοξες. Το 59% εκφράζει την πεποίθηση ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί σε ποσοστό 2% ή και χαμηλότερο εντός 12μηνου. Αντίθετα, σε ποσοστό 68% οι ερωτώμενοι από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις πιστεύουν ότι θα απαιτηθεί το λιγότερο 1 έτος.
2.Η διαχείριση των εκπρόθεσμων πληρωμών και η επαναδιαπραγμάτευση των όρων πληρωμής με προμηθευτές και πελάτες κοστίζουν στις επιχειρήσεις ολοένα και περισσότερο χρόνο και πόρους.
•Οκτώ στους δέκα επισημαίνουν ότι οι εκπρόθεσμες πληρωμές και οι μεγαλύτεροι χρόνοι πληρωμής αποτελούν τα δύο κυριότερα προβλήματα στον οικονομικό κύκλο της επιχείρησης.
•Έξι στους 10 ερωτηθέντες (61%) δηλώνουν ότι δυσκολεύονται ολοένα και περισσότερο να συμφωνήσουν με τους πελάτες για όρους πληρωμής που είναι αμοιβαία αποδεκτοί και οδηγούνται σε παρατεταμένες διαπραγματεύσεις (Ευρωπαϊκός μέσος όρος: 53%).
•Ως αποτέλεσμα, οι ελληνικές επιχειρήσεις δαπανούν κατά μέσο όρο 78 ημέρες ετησίως για θέματα διαχείρισης πληρωμών. Ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 74 ημέρες.
•Οι σοβαρότερες επιπτώσεις των εκπρόθεσμων πληρωμών στις επιχειρήσεις είναι το πρόσθετο κόστος χρηματοδότησης (36%), η παρεμπόδιση της επιχειρηματικής ανάπτυξης (29%), η απώλεια εισοδήματος (28%), η μείωση θέσεων εργασίας (27%) και η περιορισμένη ρευστότητα (25%).
3.Η επιμήκυνση του χρόνου πληρωμής προκαλεί έναν επαναλαμβανόμενο κύκλο πιέσεων στις επιχειρήσεις, τους προμηθευτές και τους πελάτες σε όλους τους κλάδους της αγοράς.
•Έξι στους 10 ερωτώμενους -τόσο στην Ελλάδα (62%) όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη (60%)- εκτιμούν ότι οι εκπρόθεσμες πληρωμές θα αυξηθούν, τους επόμενους 12 μήνες, καθώς οι οφειλέτες θα αντιμετωπίσουν οικονομικές δυσκολίες. Γι’ αυτό προτίθενται να λάβουν μέτρα για να εξασφαλίσουν ταμειακές ροές και αποτελεσματικότερη διαχείριση των πιστώσεων.
•Το 82% δηλώνει ότι, τους τελευταίους 12 μήνες, του ζητήθηκε να επεκτείνει τους χρόνους πληρωμής ενώ το 70% έχει ήδη αποδεχθεί μεγαλύτερους χρόνους πληρωμής.
•Τέσσερις στους 10 ερωτώμενους (39%) δηλώνουν ότι οι όροι πληρωμής που συμφωνούν επιβαρύνουν οικονομικά την επιχείρησή τους σε σημαντικό βαθμό.
•Περισσότεροι από τους μισούς (54%) δηλώνουν ότι θα ήθελαν να πληρώνουν τους προμηθευτές τους πιο άμεσα, αλλά αυτό δεν είναι επί του παρόντος εφικτό.
•Το χάσμα πληρωμών, δηλαδή η διαφορά μεταξύ των συμφωνημένων χρονικών όρων πληρωμής και του πραγματικού χρόνου πληρωμής, παρέμεινε αμετάβλητη στην Ελλάδα σε σύγκριση με την αντίστοιχη Έκθεση του 2022 για τους καταναλωτές (9 ημέρες) και τον δημόσιο τομέα (13 ημέρες) ενώ έχει αυξηθεί για τις επιχειρήσεις – B2B (15 ημέρες).
4.Η έλλειψη εξειδικευμένης τεχνογνωσίας, εσωτερικής υποδομής και κατάλληλων τεχνολογικών πόρων δυσχεραίνει τις επιχειρήσεις στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του πιστωτικού κινδύνου και τη διαχείριση των εκπρόθεσμων πληρωμών.
•Σχεδόν οι μισοί (45%) από τους ερωτώμενους, παρότι αναγνωρίζουν θα έπρεπε να αναβαθμίσουν άμεσα την τεχνολογική υποδομή της επιχείρησής τους ως προκειμένου να βελτιώσουν την οικονομική της διαχείριση, διστάζουν να κάνουν τις ανάλογες επενδύσεις.
•Το 52% των ερωτώμενων δυσκολεύεται να βελτιώσει τη διαχείριση των εκπρόθεσμων πληρωμών λόγω έλλειψης εσωτερικών διαδικασιών, δεξιοτήτων και πόρων.
•Ωστόσο, μόνο το 34% συνεργάζεται με εξειδικευμένες εταιρίες διαχείρισης πιστώσεων.
•Επιπλέον, το ποσοστό των ερωτηθέντων που αξιοποιούν την Ευρωπαϊκή Οδηγία για την Καταπολέμηση των Καθυστερήσεων Πληρωμών στις Εμπορικές Συναλλαγές** έχει μειωθεί σε 45% σε σύγκριση με 59% το 2022.
5.Ολοένα και περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται ότι η επένδυση στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα εξασφαλίζει ανταγωνιστική θέση στην αγορά και νέες πηγές εσόδων στο μέλλον.
•Οι μισοί (50%) ερωτώμενοι που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνουν ότι επιταχύνουν σημαντικά τις προσπάθειες για να βελτιώσουν τις περιβαλλοντικές επιδόσεις της επιχείρησής τους ώστε να ανταποκριθούν στις προσδοκίες και απαιτήσεις των πελατών και καταναλωτών αλλά και να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
•Ως θετική «παρενέργεια» της αύξησης του ενεργειακού κόστους καταγράφεται η μείωση της χρήσης ενέργειας από το 49% των ερωτώμενων που δηλώνουν ότι στο εξής σκοπεύουν να διατηρούν χαμηλά την ενεργειακή κατανάλωση για περιβαλλοντικούς, όμως λόγους.
•Το 52% δηλώνουν ότι συνειδητοποιούν ολοένα και περισσότερο τις επιπτώσεις από τη λειτουργία της επιχείρησής τους στο κοινωνικό σύνολο.
Το European Payment Report καταγράφει τον αντίκτυπο των εκπρόθεσμων πληρωμών στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Η Intrum συγκέντρωσε δεδομένα από 10.556 εταιρίες σε 15 κλάδους στην Ευρώπη. Από την Ελλάδα συμμετείχαν 240 στελέχη, εκ των οποίων τα 90 είναι ανώτατα (C-Level). Η έρευνα διεξήχθη ταυτόχρονα σε 29 ευρωπαϊκές χώρες από τα τέλη Νοεμβρίου 2022 έως τον Μάρτιο 2023.