Η Ανθρωπότητα πρέπει να θέσει τέρμα στον «πόλεμο που διεξάγει εναντίον της φύσης», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών την παραμονή της έναρξης της διάσκεψης του ΟΗΕ για το κλίμα (COP25) στη Μαδρίτη, παραθέτοντας τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής απορρύθμισης.
«Εδώ και δεκαετίες, το ανθρώπινο είδος βρίσκεται σε πόλεμο εναντίον του πλανήτη και ο πλανήτης ανταποδίδει το χτύπημα. Πρέπει να θέσουμε τέρμα στον πόλεμο που διεξάγουμε εναντίον της φύσης και η επιστήμη μας λέει ότι μπορούμε να το κάνουμε», δήλωσε ο Αντόνιο Γκουτέρες σε συνέντευξη Τύπου.
Κατήγγειλε τις «εντελώς ανεπαρκείς» δεσμεύσεις της διεθνούς κοινότητας για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου.
Λίγο πριν από τη δημοσιοποίηση της έκθεσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Μετεωρολογίας αυτή την εβδομάδα, είπε πως, όπως αναμενόταν, το 2019 θα αναδειχθεί ένα από τα πιο ζεστά έτη.
«Τα πέντε τελευταία χρόνια ήταν τα πιο ζεστά που έχουν καταγραφεί ποτέ», είπε, παραθέτοντας έναν τρομακτικό κατάλογο των υπολοίπων, όλο και πιο «φονικών», αποτελεσμάτων της υπερθέρμανσης: άνοδος της στάθμης των ωκεανών, λιώσιμο του θόλου των παγετώνων, ξηρασίες…
«Εν ολίγοις, η κλιματική αλλαγή δεν είναι πλέον ένα μακροπρόθεσμο πρόβλημα, είμαστε αντιμέτωποι τώρα με μια κλιματική κρίση. Το σημείο μη επιστροφής δεν είναι πλέον μακριά στον ορίζοντα, είναι ορατό και πλησιάζει ολοταχώς», υπογράμμισε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ.
Διαβεβαίωσε, παρόλα αυτά, ότι εξακολουθεί να «ελπίζει» κυρίως χάρη στην κινητοποίηση των νέων, των πολιτών γενικά και των πόλεων ή των επιχειρήσεων.
Όμως «αυτό που εξακολουθεί να λείπει, είναι η πολιτική βούληση: η πολιτική βούληση να δώσουμε μια τιμή στον άνθρακα, η πολιτική βούληση να σταματήσουμε την επιδότηση της ενέργειας από ορυκτά καύσιμα, η πολιτική βούληση να σταματήσουμε να κατασκευάζουμε σταθμούς ενέργειας από άνθρακα από το 2020, η πολιτική βούληση να περάσουμε από μια φορολόγηση των εισοδημάτων σε μια φορολόγηση του άνθρακα», επέμεινε ο Γκουτέρες.
Απευθύνθηκε ιδιαίτερα στις μεγάλες οικονομίες: «Οι χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές (διοξειδίου του άνθρακα) παγκοσμίως δεν κάνουν αυτό που τους αναλογεί, και χωρίς αυτές, ο στόχος μας δεν μπορεί να επιτευχθεί».
Οι χώρες που υπέγραψαν τη Συμφωνία του Παρισιού το 2015 και θα συμμετάσχουν στις εργασίες της συνόδου στη Μαδρίτη από τις 2 έως τις 13 Δεκεμβρίου, δέχονται πιέσεις από παντού να επισπεύσουν τα μέτρα για μια πιο ταχεία μείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου και ελπίζουν ακόμη ότι θα μπορέσουν να περιορίσουν την αύξηση της θερμοκρασίας στους +2 βαθμούς Κελσίου, αν όχι στον +1,5 βαθμό, σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.
Α. Ακρίβος: Τα αιτήματα για την κλιματική αλλαγή μας αφορούν όλους
Με αφορμή την παραπάνω παρέμβαση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, θυμίζουμε την σχετική δήλωση του Μέλους του Πολιτικού Συμβουλίου του Πράσινου Κινήματος, επικεφαλής της παράταξης “Θεσσαλία Πράσινη Περιφέρεια” και Περιφερειακού Συμβούλου, κ. Αθανάσιου Ακρίβου, για την Κλιματική Αλλαγή, όπου ανέφερε, μεταξύ άλλων: “Το σπίτι μας, η γη μας, απειλείται από την ανθρώπινη απληστία και την κατασπατάληση των φυσικών πόρων. Ο χρόνος κυλάει εις βάρος μας για τον πλανήτη, το κλίμα και τον πολιτισμό μας, αλλά οι κυβερνήσεις παγκοσμίως αδρανούν επικίνδυνα προς όφελος λίγων εταιριών.
Τα αιτήματα για την κλιματική αλλαγή μας αφορούν όλους. Αφορούν την εισοδηματική και διαγενεακή δικαιοσύνη, αφορούν το δικαίωμα μας στην απρόσκοπτη πρόσβαση σε νερό, τροφή, καθαρό αέρα και φυσικό περιβάλλον, αφορούν την παγκόσμια συμφωνία στην αναγνώριση κοινών αλλά διαφοροποιημένων ευθυνών και δυνατοτήτων μεταξύ των κρατών ανά την υφήλιο. Αφορούν την ανάγκη παροχής τεχνογνωσίας και οικονομικής βοήθειας από τις πλούσιες προς τις φτωχότερες χώρες, ώστε να αντιμετωπιστούν οι καταστροφικές επιπτώσεις της ασύδοτης χρήσης ορυκτών καυσίμων.
Ζητάμε τη δημιουργία ενός ικανού χρηματοδοτικού μηχανισμού για τον μετριασμό και την προσαρμογή στις αναπόφευκτες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τη σαφή διασύνδεση των πολιτικών με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ.
Ο κοινός μας στόχος πρέπει να είναι ο παγκόσμιος μηδενισμός των εκπομπών μέχρι το 2050 και εισαγωγή 100% καθαρής, ανανεώσιμης ενέργειας μέχρι το 2050 μέσω του μετασχηματισμού της οικονομίας με τη βοήθεια της τεχνολογικής επανάστασης, μακριά από εξαρτήσεις από καύσιμα που φέρνουν πολέμους, που καταστρέφουν το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία και μας στερούν από αξιοπρεπείς ευκαιρίες εργασίας.
Παρατηρούμε ότι η προσοχή όλων έχει επικεντρωθεί στην ανάγκη μείωσης της εξάρτησής μας από τα ορυκτά καύσιμα αποφεύγοντας την αναφορά στο ρόλο της κτηνοτροφίας και της διατροφής. Ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) εκτιμά ότι ο τομέας της κτηνοτροφίας ευθύνεται για εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (GHG) 7.1 γιγατόνων CO2-e ετησίως, δηλαδή, 14.5% των εκπομπών που προκαλούνται από ανθρώπινους παράγοντες, αριθμός που υπερβαίνει τις εκπομπές όλων των μέσων μεταφοράς.
Πλήθος μελετών επισημαίνουν ότι το 2050 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου λόγω της κτηνοτροφίας να βρίσκονται τόσο υψηλά που από μόνες τους θα ωθήσουν την παγκόσμια θερμοκρασία να αυξηθεί κατά περίπου 2°C.2 Αυτό θα ήταν καταστροφικό, δεδομένου ότι δεν δίνονται περιθώρια για τις εκπομπές από την ενέργεια, τις μεταφορές και τη βιομηχανία. Η στροφή προς την υγιεινή διατροφή με σημαντική μείωση της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων θα επιτρέψει τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Η Ελλάδα, αν και χώρα μικρή, πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν και να μην κρυφτεί πίσω από τις αναχρονιστικές φωνές που θέλουν να κρατήσουν τη χώρα δέσμια ενός καταστροφικού μοντέλου παραγωγής. Η Ελλάδα πρέπει να επενδύει μόνο σε καθαρές μορφές ενέργειας και όχι σε απαρχαιωμένες τεχνολογίες ορυκτών καυσίμων. Να σταματήσουν επιτέλους οι κυβερνήσεις να θεωρούν τον λιγνίτη ως το εθνικό μας φτηνό καύσιμο, αγνοώντας τις επιπτώσεις της χρήσης του στην υγεία, το περιβάλλον και την οικονομία. Η κυβέρνηση καλείται να θεσπίσει περισσότερο φιλόδοξους στόχους, ώστε να δώσει ένα ισχυρό επενδυτικό σήμα που θα προσελκύσει επενδύσεις. Η χώρα μας πρέπει να καταστρώσει άμεσα τον Μακροχρόνιο Ενεργειακό Σχεδιασμό της, και να θέσει ως πρώτη της προτεραιότητα την ενεργειακή εξοικονόμηση, βάζοντας τη βάση για την ανασυγκρότηση της εγχώριας βιομηχανίας που παρέχει εξαρτήματα εξοικονόμησης (ηλιακοί θερμοσίφωνες, μονώσεις, κουφώματα κλπ.), τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την απορρόφηση ευρωπαϊκών επενδυτικών κονδυλίων. Οι πολιτικές που θα ενισχύσουν την αυτοπαραγωγή και θα διευκολύνουν λειτουργία των ενεργειακών συνεταιρισμών πρέπει να μπουν σε πρώτο πλάνο, ώστε να αυξηθεί ο βαθμός αυτονομίας μας.”