Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε αυτή την εβδομάδα για «αδυναμίες» στον τομέα των λεγόμενων μη τραπεζών του χρηματοπιστωτικού συστήματος, υποστηρίζοντας ότι η παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα θα μπορούσε να απειληθεί από την ελλιπή ανθεκτικότητά τους. Η Τράπεζα της Αγγλίας είχε χτυπήσει το καμπανάκι για τον κλάδο ήδη από τον περασμένο μήνα.
Και σε μία παγκόσμια έρευνα που πραγματοποίησε η Bank of America, ενώ ήταν ακόμη σε εξέλιξη η τραπεζική κρίση στις ΗΠΑ, οι επενδυτές προσδιόρισαν τις μη τράπεζες και όχι τους παραδοσιακούς πιστωτές όπως ήταν η Silicon Valley Bank, η οποία κατέρρευσε ή άλλες περιφερειακές τράπεζες που κλονίζονταν, ως την πιο πιθανή πηγή της επόμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Τι είναι όμως οι μη τράπεζες και πόσο επικίνδυνες είναι; Το CNN εξηγεί:
Ο όρος αναφέρεται σε πιστωτικές εταιρείες, που δεν ανήκουν στον χώρο των τραπεζών, και προσφέρουν πάσης φύσεως χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης δανείων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Μπορεί να είναι από venture capitals, ασφαλιστικές εταιρείες και ταμεία έως αμοιβαία κεφάλαια και υψηλού ρίσκου hedge funds.
Και ο κλάδος είναι μεγάλος. Σύμφωνα με το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB), οι μη τράπεζες είχαν ενεργητικό 239 τρισ. δολαρίων στα βιβλία τους το 2021 – με το ποσό να καλύπτει κάτι λιγότερο από το ήμισυ του συνολικού ενεργητικού στον χρηματοοικονομικό τομέα.
Ο τομέας αναπτύσσεται ισχυρά από το 2008, με τη βάση του ενεργητικού του να επεκτείνεται κατά 7% κατά μέσο όρο, σύμφωνα με το FSB.
Καθώς τα επιτόκια χτύπησαν πάτο τα τελευταία χρόνια μετά την κρίση, πολλοί αποταμιευτές και επενδυτές στράφηκαν στις μη τράπεζες σε μία προσπάθεια αναζήτησης υψηλότερων αποδόσεων. Επιπλέον καθώς οι ρυθμιστικές αρχές έθεταν ολοένα και πιο αυστηρούς περιορισμούς στις παραδοσιακές τράπεζες, ορισμένες κατηγορίες δανειοληπτών, όπως εκείνοι με καταναλωτικά δάνεια υψηλού κινδύνου, στρέφονταν ολοένα και περισσότερο στις μη τράπεζες για χρηματοδότηση.
Στον ευρύτερο τομέα των μη τραπεζών περιλαμβάνονται και οι λεγόμενες «σκιώδεις τράπεζες». Οι τελευταίες καλύπτουν το 14% του χρηματοπιστωτικού οργανισμού παγκοσμίως και όπως συμβαίνει και με τις υπόλοιπες μη τράπεζες δεν έχουν το ίδιο επίπεδο ρυθμιστικής εποπτείας και διαφάνειας με τις κανονικές τράπεζες.
Ορισμένοι από τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι μη τράπεζες αυξάνονται όταν τα επιτόκια ανεβαίνουν, όπως συμβαίνει τώρα. Το μεγάλο μέγεθος του τομέα σημαίνει ότι τα προβλήματά τους θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά θα μπορούσαν να εξαπλωθούν και στις παραδοσιακές τράπεζες μέσω πραγματικών και υποτιθέμενων διασυνδέσεων.
Ένας από τους κινδύνους είναι η πιθανότητα μεγάλων πιστωτικών ζημιών. Σε έκθεσή της τον περασμένο Νοέμβριο έκανε λόγο για «επίμονες αδυναμίες» συμπεριλαμβανομένων των τεράστιων πιστωτικών ζημιών, σε περίπτωση που οι εταιρικοί πελάτες των μη τραπεζών αρχίζουν να πτωχεύουν εν μέσω οικονομικών πιέσεων.
Ενώ οι οικονομικές προοπτικές στην Ευρώπη έχουν μάλλον βελτιωθεί σε σχέση με τις αρχές του έτους, οι φόβοι για ύφεση στις ΗΠΑ έχουν ενισχυθεί μετά τις χρεοκοπίες των SVB και Signature Bank και τη διάσωση της First Republic Bank τον περασμένο μήνα. Οι οικονομίες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού παραμένουν εύθραυστες, καθώς τα επιτόκια αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω και οι τιμές ενέργειες παραμένουν υψηλές.
Ο άλλος κίνδυνος πηγάζει από τη λεγόμενη «αναντιστοιχία ρευστότητας», που ισχύει στα οpen – ended fund, μία κατηγορία αμοιβαίων κεφαλαίων. Τα open – ended funds επιτρέπουν σε νευρικούς επενδυτές να αποσύρουν ταχύτατα τα χρήματά τους, αλλά τα ίδια έχουν συχνά ρευστό συνδεόμενο με ενεργητικό που δεν μπορεί να πωληθεί το ίδιο γρήγορα.