«Πριν από τον Ντόναλντ Τραμπ, τον Βίκτορ Όρμπαν και τον Μπόρις Τζόνσον, ήταν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι» σχολίασε στο κεντρικό του editorial για τον Καβαλιέρε το Bloomberg, για να επισημάνει ότι ο 4 φορές πρωθυπουργός της Ιταλίας ήταν ο πολιτικός που έγραψε το «εγχειρίδιο», πάνω στο οποίο πάτησαν οι πρωταγωνιστές της σημερινής σκηνής του λαϊκισμού, «που σήμερα απειλεί τις φιλελεύθερες δημοκρατίες». Ήταν ο Μπερλουσκόνι ένας μεγάλος λαϊκιστής; Αναμφίβολα. Αλλά για να είμαστε δίκαιοι, θα πρέπει να επισημάνουμε κάτι που παραλείπει το Bloomberg: ο Μπερλουσκόνι ήταν πολύ πιο επιτυχημένος επιχειρηματίας από τον Τραμπ, είχε ευρύτερες και πιο ισχυρές συμμαχίες στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια σκηνή από τον Όρμπαν και σαφώς ισχυρότερο ένστικτο πολιτικής επιβίωσης από τον Τζόνσον.
Ο θάνατός του είναι ένα κατά κάποιον τρόπο ένα τέλος εποχής – μίας εποχής στην οποία ηγέτες μπορούσαν να γοητεύουν και να εξοργίζουν σε ίσες δόσεις, να προκαλούν και να κάνουν γκάφες, να προσβάλλουν αντιπάλους και θεσμούς, αλλά να πιστώνονται ότι προωθούν τα συμφέροντα της χώρας τους, να κάνουν σκανδαλώδη πάρτι, να διώκονται, αλλά να μην «ακυρώνονται» από τη μία μέρα στην άλλη, όπως συμβαίνει στη σημερινή εποχή των social media. Τον πρώτο και τελευταίο λόγο είχαν οι ψηφοφόροι – ή ανάλογα με τις περιστάσεις η Δικαιοσύνη.
Ο Μπερλουσκόνι – σε αντίθεση με τον Τραμπ που κληρονόμησε τις επιχειρήσεις του πατέρα του – ήταν ένας αυτοδημιούργητος δισεκατομμυριούχος. Μπήκε στην πολιτική σκηνή, έχοντας χτίσει πρώτα μία επιχειρηματική αυτοκρατορία, χρησιμοποίησε τον πλούτο του για να ανέβει πολιτικά και την πολιτική εξουσία για να ανέβει κι άλλο επιχειρηματικά. Τo κόμμα του Forza Italia έχει πλέον αποδυναμωθεί αισθητά, αλλά εξακολουθεί να ασκεί επιρροή με τη συμμετοχή του στον κυβερνητικό συνασπισμό. Και μπορεί οι χρυσές εποχές της Mediaset και της Μίλαν να έχουν παρέλθει, αλλά οι επιχειρηματικές δραστηριότητες που κληρονομεί η οικογένειά του εξακολουθούν να εμφανίζουν ενεργητικό και τζίρο δισεκατομμυρίων.
Σίλβιο Μπερλουσκόνι: «Είμαι ο Ιησούς Χριστός της πολιτικής» – Ατάκες, γκάφες που άφησαν εποχή
Όσο και εάν το όνομά του έχει συνδεθεί με τα bunga bunga, τα εξοργιστικά «αστεία» του, τα σεξιστικά και ρατσιστικά σχόλια ή τις άστοχες «φιλοφρονήσεις» σε πολιτικούς όπως ο Ομπάμα και τη στενή φιλία του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, όσο και εάν στο μυαλό μας έρχεται μία γραφική φιγούρα με έντονο, τεχνητό μαύρισμα και βαμμένα μαλλιά, κανείς δεν αμφισβητεί το επιχειρηματικό του δαιμόνιο, αλλά και το πώς πέρασε το επιχειρηματικό στυλ στην πολιτική. Αν κάτι όντως αντέγραψαν οι Τραμπ και Τζόνσον ήταν ακριβώς αυτό, όπως επισημαίνει και το Reuters. Παρουσιάστηκε ως αντισυστημικός, «ως ένα εκκεντρικό outsider με επιχειρηματική προσέγγιση στην πολιτική».
Στο επιχειρείν μεγαλουργούσε ήδη από τη δεκαετία του 1970. Τότε ήταν που τόλμησε να αμφισβητήσει το ραδιοτηλεοπτικό μονοπώλιο της κρατικής RΑΙ και να δημιουργήσει έναν από τους μεγαλύτερους ιδιωτικούς μιντιακούς όμιλους της Ευρώπης. Και τη δεκαετία του 1990, καθώς έβλεπε τα παραδοσιακά κόμματα να καταρρέουν έσπευσε να γεμίσει με ένα δικό του κόμμα το κενό. Κόντρα στην κριτική που δεχόταν για το αμφιλεγόμενο στυλ του, τις αφιλτράριστες ατάκες του και τις διπλωματικές του γκάφες, οι ψηφοφόροι τον επιβράβευσαν με μεγάλες εκλογικές νίκες από το 1994 έως και το 2008. Η παντοδυναμιά του έφτασε απότομα στο τέλος της το 2011, όταν η κρίση χρέους προκαλούσε κοινωνικό αναβρασμό και πολιτικούς σεισμούς ανά την Ευρώπη. Αλλά ακόμη και τότε δεν χάθηκε από την πολιτική σκηνή. Και σίγουρα βρήκε μιμητές.
Σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις του ο Μπερλουσκόνι είχε πει ότι θέλει να ζήσει έως τα 120. Δεν τα κατάφερε. Αλλά το αποτύπωμά του θα μείνει καλά χαραγμένο στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια πολιτική σκηνή για πολύ ακόμη.
Μπερλουσκόνι, ο αρχιτέκτονας της Μίλαν που διαφέντεψε το παγκόσμιο ποδόσφαιρο