Χιλιάδες Ρώσοι έχουν εγκαταλείψει τη Ρωσία από την έναρξη της εισβολής της στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022. Η «έξοδος» όμως αυτή ειδικευμένων και μορφωμένων Ρώσων πολιτών φαίνεται να λειτουργεί θετικά για τις χώρες που τους υποδέχονται. Μια τέτοια χώρα είναι η Σερβία, η οικονομία της οποίας έχει επωφεληθεί, σύμφωνα με την πρωθυπουργό της χώρας Άνα Μπρνάμπιτς.
Η Σερβία, δεδομένων των δεσμών της με τη Μόσχα, έχει προσπαθήσει να διατηρήσει μια ισορροπία, καταδικάζοντας από τη μία την εισβολή αλλά αποφεύγοντας να επιβάλει κυρώσεις. Η Μπρνάμπιτς υπερασπίστηκε μάλιστα αυτή τη στάση, υπενθυμίζοντας την απομόνωση της Σερβίας κατά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του 1990 και τα τιμωρητικά μέτρα που στόχευαν στην κυβέρνηση στο Βελιγράδι.
«Ο λαός μας αισθάνεται σθεναρά ενάντια στις κυρώσεις», είπε συμμετέχοντας σε πάνελ στο συνέδριο Bloomberg New Economy Gateway Europe. «Η άποψή μας είναι ότι οι κυρώσεις δεν μειώνουν στην πραγματικότητα την ικανότητα ή την προθυμία μιας χώρας να διεξάγει πόλεμο».
Αναφερόμενη στους Ρώσους που καταλήγουν στην Σερβία, είπε ότι η κυβέρνησή της προσφέρει κίνητρα για να τους προσελκύσει. Σκιαγραφώντας το προφίλ του, είπε ότι πρόκειται για «μηχανικούς, ως επί το πλείστον πολύ νέους, πολύ εξειδικευμένους, πολύ ταλαντούχους ανθρώπους» που φορολογούνται και παρέχουν περιζήτητες δεξιότητες στους κλάδους της πληροφορικής και της τεχνολογίας της χώρας.
Παράλληλα, «δεν νιώθουν ευπρόσδεκτοι κάπου αλλού», είπε. «Αυτοί οι νέοι άνθρωποι έχουν πραγματικά δυτικό προσανατολισμό, είναι πολύ μορφωμένοι και ενάντια στον πόλεμο», πρόσθεσε. «Είναι καλό για εμάς».
Πάντως η Σερβία δέχεται πιέσεις καθώς ως υποψήφια για ένταξη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να ευθυγραμμίσει πλήρως την εξωτερική της πολιτική με των 27 κρατών μελών. Πρέπει επίσης να διορθώσει τους δεσμούς της με το Κόσοβο.
Η διαδικασία είναι «δύσκολη» και «συναισθηματική» για τους Σέρβους που αγαπούν το Κόσοβο, είπε η πρωθυπουργός της Σερβίας, προσθέτοντας ότι «το οφείλουμε στη γενιά που έρχεται μετά από εμάς και θέλουμε να βρούμε έναν αμοιβαία αποδεκτό συμβιβασμό» στις διαπραγματεύσεις με τη μεσολάβηση της ΕΕ και ΗΠΑ.
Με πληροφορίες από Bloomberg