Η ώρα ήταν 23:21 και ο πρωθυπουργός της Σουηδίας είχε μόλις βγει από αίθουσα κινηματογράφου σε κεντρικό δρόμο της Στοκχόλμης, αγκαλιά με τη σύζυγό του. Το ζευγάρι ήθελε απλά να περάσει μία χαλαρή βραδιά. Δεν είχε μαζί του σωματοφύλακες. Την ησυχία της νύχτας έσπασε ο ήχος ενός πυροβολισμού. Μία σφαίρα διαπέρασε την πλάτη του Ούλοφ Πάλμε. Μία δεύτερη σφαίρα τραυμάτισε ελαφρά την Λίζμπεθ Πάλμε.
Το ημερολόγιο έγραφε 28 Φεβρουαρίου 1986. Ένας οδηγός ταξί χρησιμοποίησε τον ασύρματό του για να ειδοποιήσει την αστυνομία και ασθενοφόρο, ενώ δύο κορίτσια που ήταν σε κοντινό αυτοκίνητο προσπάθησαν να βοηθήσουν. Ο Πάλμε ήταν ήδη νεκρός όταν μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, στις 00:06 της 1ης Μαρτίου. Και ο δράστης είχε διαφύγει. Ποιος είχε σκοτώσει τον Σουηδό πρωθυπουργό;
Ο σοσιαλδημοκράτης Ούλοφ Πάλμε ήταν μία εμβληματική, προσωπικότητα της σουηδικής πολιτικής σκηνής και θεωρείται ότι θεμελίωσε τη σύγχρονη Σουηδία. Τον λάτρευαν και τον μισούσαν στον ίδιο βαθμό. Είχε πολλούς ένθερμους υποστηρικτές, αλλά και αρκετούς εχθρούς. Αντιδράσεις πυροδοτούσε κυρίως η στάση του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Συχνά ήταν μόνος ανάμεσα στους πολιτικούς ηγέτες του δυτικού κόσμου εκφράζοντας τη στάση του ενάντια στην αποικιοκρατία. Διαφώνησε με τη σοβιετική καταστολή στην Τσεχοσλοβακία, επέκρινε τον Ισπανό δικτάτορα Φράνκο, έγινε φίλος με τον Φιντέλ Κάστρο της Κούβας και ήταν κατά του πολέμου του Βιετνάμ, με αποτέλεσμα να θεωρείται από πολλούς αντιμερικανός.
Τα μόνα αξιοποιήσιμα στοιχεία που άφησε ο δολοφόνος ήταν οι δύο σφαίρες που εκτοξεύτηκαν και οι οποίες έδειξαν ότι το φονικό όπλο ήταν ένα περίστροφο Smith & Wesson 500 Magnum.
Η έρευνα έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στον εντοπισμό δέκα Magnum, για τα οποία είχε δηλωθεί κλοπή. Από αυτά εντοπίστηκαν όλα εκτός από το περίστροφο που είχε κλαπεί από το σπίτι του Σουηδού σκηνοθέτη, Arne Sucksdorff. Το άτομο που έκλεψε το όπλο του Sucksdorff ήταν ένας φίλος του εμπόρου ναρκωτικών Sigvard “Sigge” Cedergren, ο οποίος ισχυρίστηκε στο νεκροκρέβατό του ότι είχε δανείσει ένα όπλο του ίδιου τύπου στον Κρίστερ Πέτερσον, δύο μήνες πριν από τη δολοφονία.
Υπήρχαν πολλοί μάρτυρες της δολοφονίας, από τους οποίους περισσότεροι από 25 προσήλθαν στην αστυνομία. Οι αρχικές μαρτυρίες περιέγραφαν έναν δολοφόνο με «κρύο αίμα», που με απόλυτη ψυχραιμία και σταθερό χέρι έβγαλε το πιστόλι και εκτέλεσε το θύμα του.
Ένα σκίτσο της αστυνομίας του υποτιθέμενου δολοφόνου κυκλοφόρησε ευρέως στα μέσα ενημέρωσης μια εβδομάδα μετά τη δολοφονία, οδηγώντας σε μια μαζική εισροή πληροφοριών από το κοινό, αλλά αργότερα διαπιστώθηκε ότι ο μάρτυρας στην κατάθεση του οποίου βασίστηκε το σκίτσο, πιθανότατα δεν είχε δει ποτέ τον δολοφόνο.
Τον Δεκέμβριο του 1988 ο Κρίστερ Πέτερσον, εγκληματίας, έμπορος ναρκωτικών και αλκοολικός, που είχε καταδικαστεί και είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης για ανθρωποκτονία στο παρελθόν, συνελήφθη για τη δολοφονία του Πάλμε. Μάλιστα η σύζυγος του Σουηδού πρωθυπουργού τον αναγνώρισε ως δράστη. Πρωτοδίκως κρίθηκε ένοχος, στο εφετείο αθωώθηκε. Οι εισαγγελικές αρχές δεν είχαν καταφέρει να παρουσιάσουν ούτε το όπλο του εγκλήματος ούτε το κίνητρο του Πέτερσον.
Ο Πέτερσον πέθανε το 2004, ύστερα από επιληπτική κρίση. Σύμφωνα με ένα ντοκιμαντέρ που μεταδόθηκε στο σουηδικό κρατικό τηλεοπτικό κανάλι SVT τον Φεβρουάριο του 2006, μικροαπατεώνες που συνεργάστηκαν με τον Πέτερσον ισχυρίστηκαν ότι εκείνος τους είχε ομολογήσει το ρόλο του στη δολοφονία του Πάλμε, εξηγώντας ότι είχε χτυπήσει… λάθος στόχο. Εκείνος ήθελε να σκοτώσει τον Σίγκβαρντ Σίντεργκεν, έναν έμπορο ναρκωτικών που συνήθως περπατούσε στον ίδιο δρόμο τις νύχτες και έμοιαζε πολύ με τον Ούλωφ Πάλμε τόσο στην εμφάνιση όσο και στο ντύσιμο.
Στις 10 Ιουνίου 2010 οι εισαγγελικές αρχές ανακοίνωσαν ότι ο άνθρωπος που δολοφόνησε τον Ούλοφ Πάλμε ήταν ο Στιγκ Ένγκστρομ, γραφίστας, που είχε αυτοκτονήσει ήδη από το 2000.
«Το πρόσωπο είναι ο Στιγκ», ανακοίνωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο εισαγγελέας. «Εξαιτίας του γεγονότος ότι ο άνθρωπος έχει πεθάνει, δεν μπορώ να απαγγείλω κατηγορίες εναντίον του και αποφάσισα να κλείσω την έρευνα».
O Ένγκστρομ έμεινε γνωστός κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης και ως Skandia Man καθώς εργαζόταν για την ασφαλιστική εταιρεία Skandia. Το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου του 1986 βρισκόταν στα κεντρικά γραφεία της εταιρίας κοντά στο σημείο του εγκλήματος. Ήταν ένας από τους 20 υπόπτους που υπήρξαν μάρτυρες της δολοφονίας. Για πρώτη φορά εντοπίστηκε ως ύποπτος από δημοσιογραφική έρευνα και η αστυνομία άρχισε να εξετάζει την περίπτωσή του πολλά χρόνια μετά. Σύμφωνμα με τις εισαγγελικές αρχές εικάζεται ότι σκότωσε τον Πάλμε από μίσος για τις αριστερές του ιδέες.
Έρευνες έχουν καταδείξει ότι μεγάλη μερίδα της σουηδικής κοινής γνώμης δεν έχει πειστεί ότι αυτός ήταν ο δολοφόνος.